Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἅπαντα εἰς ἕν

  • 1 εἰς

    εἰς or [full] ἐς, PREP. WITH ACC. ONLY:—both forms are found in Hom., [dialect] Ion. poets, and early metrical Inscrr.; ἐς is best attested in Hdt. and Hp., and is found in nearly all early [dialect] Ion. Inscrr. (exc. IG12(8).262.16 (Thasos, v B. C.), ib.7.235.1 (Oropus, iv B. C.)); εἰς in [dialect] Att. Inscrr. from iv B. C., IG2.115, etc.; and usu. in [dialect] Att. Prose (exc. Th.) and Com. (exc. in parody): Trag. apptly. prefer εἰς, but ἐς is used before vowels metri gr.; ἐς was retained in the phrases ἐς κόρακας (whence the Verb σκορακίζω) , ἐς μακαρίαν. [dialect] Aeol. poets have εἰς before vowels, ἐς before consonants, and this is given as the rule in Hom. by An.Ox. 1.172, cf. Hellad. ap. Phot.Bibl.p.533B. (Orig. ἐνς, as in IG4.554.7 ([place name] Argos), GDI4986.11 ([place name] Crete); cf. ἐν, ἰν. The diphthong is genuine in [dialect] Aeol. εἰς, but spurious in [dialect] Att.-[dialect] Ion.) Radical sense
    A into, and then more loosely, to:
    I OF PLACE, the oldest and commonest usage, εἰς ἅλα into or to the sea, Il.1.141, al.;

    εἰς ἅλαδε Od.10.351

    ;

    ἔς ῥ' ἀσαμίνθους 4.48

    ; ἐς οἶνον βάλε φάρμακον ib. 220; freq. of places, to,

    εἰς Εὔβοιαν 3.174

    ; ἐς Αἴγυπτον, etc., Hdt.1.5, etc.; ἐς Μίλητον into the territory of Miletus, ib.14;

    εἰς Ἑλλήσποντον εἰσέπλει X.HG1.1.2

    ;

    ἀφίκετο εἰς Μήδους πρὸς Κυαξάρην Id.Cyr.2.1.2

    ; εἰς ἅρματα βαίνειν to step into.., Il.8.115;

    εἰς ἐλάτην ἀναβῆναι 14.287

    ; opp. ἐκ, in such phrases as ἐς σφυρὸν ἐκ πτέρνης, ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς, from heel to ankle-joint, from head to foot, 22.397, 23.169;

    ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν 20.137

    ;

    ἐς μυχὸν ἐξ οὐδοῦ Od.7.87

    ; κἠς ἔτος ἐξ ἔτεος from year to year, Theoc. 18.15: with Verbs implying motion or direction, as of looking,

    ἰδεῖν εἰς οὐρανόν Il.3.364

    ; εἰς ὦπα ἰδέσθαι to look in the face, 9.373, etc.; εἰς ὦπα ἔοικεν he is like in face (sc. ἰδόντι), 3.158, etc.; ἐς ὀφθαλμούς τινος ἐλθεῖν to come before another's eyes, 24.204;

    ἐς ὄψιν ἀπικνέεσθαί τινος Hdt.1.136

    ;

    καλέσαι τινὰ ἐς ὄψιν Id.5.106

    , etc.; ἐς ταὐτὸν ἥκειν come to the same point, E.Hipp. 273: less freq. after a Subst.,

    ὁδὸς ἐς λαύρην Od.22.128

    ; τὸ ἐς Παλλήνην τεῖχος facing Pallene, Th.1.56;

    ξύνοδος ἐς τὴν Δῆλον Id.3.104

    , cf.Pl.Tht. 173d.
    b [dialect] Ep. and [dialect] Ion., also c. acc. pers. ([dialect] Att. ὡς, πρός, παρά), Il.7.312, 15.402, Od.14.127, Hdt.4.147; also in [dialect] Att. with collective Nouns,

    ἐς τὸν δῆμον παρελθόντες Th. 5.45

    , or plurals,

    εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον D.18.103

    ; esp. of consulting an oracle,

    ἐς θεὸν ἐλθεῖν Pi.O.7.31

    ;

    εἰς Ἄμμων' ἐλθόντες Ar.Av. 619

    .
    2 with Verbs expressing restin a place, when a previous motion into or to it is implied, ἐς μέγαρον κατέθηκεν ἐπὶ θρόνου he put it in the house (i.e. he brought it into the house, and put it there), Od.20.96; ἐς θρόνους ἕζοντο they sat them down upon the seats, 4.51, cf. 1.130; ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν the lion appeared in the path, Il.15.276;

    ἀπόστολος ἐς τὴν Μίλητον ἦν Hdt.1.21

    (s. v.l.);

    αὐτὸς ἐς Αακεδαίμονα ἀπόστολος ἐγίνετο Id.5.38

    ;

    ἐς κώμην παραγίνονται Id.1.185

    ;

    παρῆν ἐς Σάρδις Id.6.1

    ;

    ἐς δόμους μένειν S.Aj.80

    (cod. Laur.);

    ἐς τὴν νῆσον κατέκλῃσε Th.1.109

    , cf. Hdt.3.13; ἀπόβασιν ποιήσασθαι ἐς .. Th.2.33, etc.; later used like ἐν, τὴν γῆν εἰς ἣν ὑμεῖς κατοικεῖτε LXX Nu.35.34;

    τὸ χρυσίον ὃ εἰλήφεσαν εἰς Ῥώμην D.S.14.117

    ;

    οἰκεῖν εἰς τὰ Ὕπατα Luc.Asin.1

    ;

    εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν Ael.VH7.8

    ;

    εἰς ἅπασαν τὴν γῆν Suid.

    s.v. Καλλίμαχος: generally,

    τοὔνομα εἰς τὴν Ἑλλάδα, φασίν, Ἱππομιγὴς δύναται Ael.VH9.16

    .
    4 elliptical usages,
    a after Verbs which have no sense of motion to or into a place, τὴν πόλιν ἐξέλιπον εἰς χωρίον ὀχυρόν they quitted the city for a strong position, i.e. to seek a strong position, X.An.1.2.24; γράμματα ἑάλωσαν εἰς Ἀθήνας letters were captured [and sent] to Athens, Id.HG1.1.23, cf. Pl.R. 468a;

    ἀνίστασθαι ἐς Ἄργος E.Heracl.59

    , cf. Pl.Phd. 116a.
    b participles signifying motion are freq. omitted with εἰς, τοῖς στρατηγοῖς τοῖς εἰς Σικελίαν (sc. ἀποδειχθεῖσιν) And.1.11, etc.
    c c. gen., mostly of proper names, as εἰς Ἀΐδαο, [dialect] Att. εἰς Ἅιδου [δόμους], Il.21.48; ἐς Ἀθηναίης [ἱερόν] to the temple of Athena, 6.379; ἐς Πριάμοιο [οἶκον] 24.160, cf. 309; εἰς Αἰγύπτοιο [ῥόον] Od.4.581;

    ἐς τοῦ Κλεομένεος Hdt.5.51

    ;

    εἰς Ἀσκληπιοῦ Ar.Pl. 411

    ;

    ἐπὶ δεῖπνον [ἰέναι] εἰς Ἀγάθωνος Pl.Smp. 174a

    : with Appellatives, ἀνδρὸς ἐς ἀφνειοῦ to a rich man's house, Il.24.482;

    ἐς πατρός Od.2.195

    ; πέμπειν εἰς διδασκάλων send to school, X.Lac.2.1;

    εἰς δ. φοιτᾶν Pl.Prt. 326c

    ; ἐς σεωυτοῦ, ἑωυτοῦ, Hdt.1.108, 9.108, etc.
    II OF TIME,
    1 to denote a certain point or limit of time, up to, until,

    ἐς ἠῶ Od.11.375

    ; ἐς ἠέλιον καταδύντα till sunset, 9.161 (but also, towards or near sunset, 3.138);

    ἐκ νεότητος ἐς γῆρας Il.14.86

    ;

    ἐκ παιδὸς ἐς γῆρας Aeschin.1.180

    ; ἐς ἐμέ up to my time, Hdt.1.92, al.: with Advbs., εἰς ὅτε (cf. ἔς τε) against the time when.., Od.2.99; εἰς πότε; until when ? how long ? S.Aj. 1185 (lyr., cf.

    εἰσόκἐ; εἰς ὁπότε Aeschin.3.99

    ; ἐς τί; = εἰς πότε; Il.5.465; ἐς ὅ until, Hdt.1.93, etc.;

    ἐς οὗ Id.1.67

    , 3.31, etc.;

    ἐς τόδε Id.7.29

    , etc.
    2 to determine a period, εἰς ἐνιαυτόν for a year, i.e. a whole year, Il.19.32, Od.4.526; within the year, ib.86 (cf.

    ἐς ἐνίαυτον Alc.Supp.8.12

    );

    εἰς ὥρας Od.9.135

    ; ἐς θέρος ἢ ἐς ὀπώρην for the summer, i.e. throughout it, 14.384; ἡ εἰς ἐνιαυτὸν κειμένη δαπάνη εἰς τὸν μῆνα δαπανᾶται the expenditure for a year is expended in the month, X.Oec.7.36;

    μισθοδοτεῖν τινὰς εἰς ἓξ μῆνας D.S.19.15

    ;

    χοίνικα κριθῶν εἰς τέσσαρας ἡμέρας διεμέτρει Posidon. 36J.

    ; εἰς ἑσπέραν ἥκειν to come at even, Ar.Pl. 998; εἰς τρίτην ἡμέραν or εἰς τρίτην alone, on the third day, in two days, Pl.Hp.Ma. 286b, X.Cyr.5.3.27;

    ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίαν Id.An.2.3.25

    ;

    ἥκειν εἰς τὸ ἔαρ Hell.Oxy.17.4

    ; ἐς τέλος at last, Hdt.3.40; ἐς καιρόν in season, Id.4.139; οὐκ ἐς ἀναβολάς, ἀμβολάς, with no delay, Id.8.21, E.Heracl. 270, etc.; ἐς τότε at this time, v.l. in Od.7.317 (but εἰς τότε at that time (in the [tense] fut.), D.14.24, Pl.Lg. 830b); ἐς ὕστερον or τὸ ὕστερον, Od.12.126, Th.2.20: with Advbs.,

    ἐς αὔριον Il.8.538

    , Pl. Lg. 858b;

    ἔς περ ὀπίσσω Od.20.199

    ;

    ἐς αὖθις Th.4.63

    (v. εἰσαῦθις (; ἐς αὐτίκα μάλ' Ar. Pax 367; εἰς ἔπειτα (v. εἰσέπειτα (; ἐς τὸ ἔ., Th.2.64;

    ἐς ὀψέ Id.8.23

    ; εἰς ἅπαξ, v. εἰσάπαξ; εἰς ἔτι, v. εἰσέτι.
    2 freq. with Numerals,

    ἐς τριακάδας δέκα ναῶν A.Pers. 339

    ; ναῦς ἐς τὰς τετρακοσίας, διακοσίας, to the number of 400, etc., Th.1.74, 100, etc.; εἰς ἕνα, εἰς δύο, εἰς τέσσαρας, one, two, four deep, X.Cyr.2.3.21; but εἰς τέσσαρας four abreast, Aen.Tact.40.6: with Advbs., ἐς τρίς or ἐστρίς thrice, Pi.O.2.68, Hdt.1.86; of round numbers, about, X.An.1.1.10.
    3 distributive, εἰς φυλάς by tribes, LXX 1 Ki.10.21, cf. 2 Ki.18.
    4
    IV to express RELATION, towards, in regard to,

    ἐξαμαρτεῖν εἰς θεούς A.Pr. 945

    , etc.; ἁμάρτημα εἴς τινα, αἰτίαι ἐς ἀλλήλους, Isoc.8.96, Th.1.66;

    ὄνειδος ὀνειδίζειν εἴς τινα S.Ph. 522

    ;

    ἔχθρη ἔστινα Hdt.6.65

    ;

    φιλία ἐς ἀμφοτέρους Th.2.9

    ; λέγειν ἐς .. Hdt.1.86;

    γνώμη ἀποδεχθεῖσα ἐς τὴν γέφυραν Id.4.98

    ;

    ἡ ἐς γῆν καὶ θάλασσαν ἀρχή Th.8.46

    .
    b of the subject of a work, esp. in titles, e.g.

    τὰ ἐς Ἀπολλώνιον Philostr. VA

    ; of the object of a dedication, as in titles of hymns, ἐπινίκια, etc.
    2 in regard to,

    πρῶτος εἰς εὐψυχίαν A.Pers. 326

    ;

    σκώπτειν ἐς τὰ ῥάκια Ar. Pax 740

    , cf. Eq.90;

    διαβάλλειν τινὰ ἔς τι Th.8.88

    ;

    αἰτία ἐπιφερομένη ἐς μαλακίαν Id.5.75

    ;

    μέμφεσθαι εἰς φιλίαν X.An.2.6.30

    ;

    εἰς τὰ πολεμικὰ καταφρονεῖσθαι Id.HG7.4.30

    ;

    πόλεως εὐδοκιμωτάτης εἰς σοφίαν Pl.Ap. 29d

    ; in respect of,

    εὐτυχεῖν ἐς τέκνα E.Or. 542

    , cf. Pl.Ap. 35b, etc.;

    εἰς χρήματα ζημιοῦσθαι Id.Lg. 774b

    , cf. D.22.55; ἐς τὰ ἄλλα Th.I.I;

    εἰς ἄπαντα S.Tr. 489

    ;

    ἐς τὰ πάνθ' ὁμῶς A.Pr. 736

    ;

    εἰς μὲν ταῦτα Pl.Ly. 210a

    ; τό γ' εἰς ἑαυτόν, τὸ εἰς ἐμέ, S.OT 706, E. IT 691, cf. S.Ichn.346;

    ἐς ὀλίγους μᾶλλον τὰς ἀρχὰς ποιεῖν Th.8.53

    ;

    ἐς πλείονας οἰκεῖν Id.2.37

    ; for τελεῖν ἐς Ἕλληνας, Βοιωτούς, ἄνδρας, etc., v. τελέω.
    3 of Manner,

    ἐς τὸν νῦν τρόπον Id.1.6

    ;

    τίθεμεν τἆλλα εἰς τὸν αὐτὸν λόγον; Pl.R. 353d

    ;

    ἐς ἓν μέλος Theoc.18.7

    : freq. periphr. for Advbs., ἐς κοινὸν φράζειν, λέγειν, A.Pr. 844, Eu. 408; ἐς τὸ πᾶν, = πάντως, Id.Ag. 682(lyr.); ἐς τάχος, = ταχέως, Ar.Ach. 686; ἐς εὐτέλειαν, = εὐτελῶς, Id.Av. 805;

    ἐς τἀρχαῖον Id.Nu. 593

    ;

    εἰς καλόν S. OT78

    , cf. Pl.Phd. 76e;

    ἐς δέον γεγονέναι Hdt.1.119

    , cf. S.OT 1416, and v. δέον.
    V ofan end or limit, ἔρχεσθαι, τελευτᾶν, λήγειν ἐς.., to end in.., Hdt.1.120,3.125,4.39, etc.;

    ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα ου,ρον ἀνθρώπῳ προτίθημι Id.1.32

    ; καταξαίνειν ἐς φοινικίδα to cut into red rags, Ar.Ach. 320 (troch.);

    στρέφειν τι εἰς αἷμα Apoc.11.6

    ; εἰς ἄνδρας ἐκ μειρακίων τελευτᾶν, εἰς ἄνδρα γενειᾶν, Pl.Tht. 173b, Theoc.14.28;

    ἐκτρέφειν τὸ σπέρμα εἰς καρπόν X.Oec.17.10

    : so with εἶναι or γίγνομαι to form a predicate,

    ἔσται εἰς ἔθνη LXXGe.17.16

    ; ἐγενήθη εἰς γυναῖκα ib.20.12; πιστὸς (sc.ἦν) εἰς προφήτην ib.IKi.3.20;

    ἐγένετο εἰς δένδρον Ev.Luc.13.19

    ,al.
    2 of Purpose or Object, εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν, πείσεται εἰς ἀγαθόν, for good, for his good, Il.9.102,11.789;

    εἰς ἀγαθὰ μυθεῖσθαι 23.305

    ;

    ἐς πόλεμον θωρήξομαι 8.376

    , cf. Hdt.7.29, etc.; ἐς φόβον to cause fear, Il.15.310;

    ἐς ὑποδήματα δεδόσθαι Hdt.2.98

    ;

    κόσμος ὁ εἰς ἑορτάς X.Oec.9.6

    ;

    ἐπιτηδεότατος, εὐπρεπής, ἔς τι Hdt.1.115

    ,2.116; εἰς κάλλος ζῆν to live for show, X.Cyr.8.1.33, cf. Ages. 9.1;

    ἐς δαίτην ἐκάλεσσε Call.Aet.1.1.5

    ;

    εἰς κέρδος τι δρᾶν S.Ph.

    III;

    πάσας φωνὰς ἱέντων εἰς ἀπόφυξιν Ar.V. 562

    ;

    εἰς γράμματα παιδὶ δεκετεῖ ἐνιαυτοὶ τρεῖς Pl.Lg. 809e

    ; εἰς τὸ πρᾶγμα εἶναι to be pertinent, to the purpose, D.36.54; freq. of expenditure on an object, IG22.102.11, 116.41, al.;

    ἐς τὸ δέον Ar.Nu. 859

    , etc.; ἐς δᾷδα ib. 612.
    B POSITION: εἰς is sts. parted from its acc. by several words,

    εἰς ἀμφοτέρω Διομήδεος ἅρματα βήτην Il.8.115

    ;

    εἰς δὲ μονάρχου δῆμος ἀϊδρίῃ δουλοσύνην ἔπεσεν Sol.9

    : seldom (only in Poets) put after its case, Il.15.59, Od.3.137,15.541, S.OC 126(lyr.): after an Adv.,

    αὔριον ἔς· τῆμος δὲ.. Od.7.318

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰς

  • 2 πάλιν

    πάλιν adv. (Hom.+). On the spelling s. B-D-F §20, end; Mlt-H. 113).
    pert. to return to a position or state, back
    w. verbs of going, sending, turning, calling etc. πάλιν ἄγειν go back, return J 11:7. ἀναβαίνειν Gal 2:1. ἀναχωρεῖν J 6:15. ἀποστέλλειν send back Mk 11:3. διαπερᾶν 5:21. ἔρχεσθαι (Jos., Ant. 2, 106; 11, 243) Mt 26:43; Mk 11:27; J 4:46; 2 Cor 1:16. ἀπέρχεσθαι Mk 14:39; J 4:3. εἰσέρχεσθαι Mk 2:1 (ParJer 7:22). ἐξέρχεσθαι 7:31 (ParJer 9:12). ἐπιστρέφειν turn back Gal 4:9a. παραγίνεσθαι J 8:2, etc. πάλιν λαβεῖν take back (X., An. 4, 2, 13) 10:17f. παραλαβὼν πάλιν τοὺς δώδεκα he brought the twelve back (after he had been separated fr. them for a time, and had preceded them) Mk 10:32. ἀνεσπάσθη πάλιν ἅπαντα εἰς τ. οὐρανόν everything was drawn back into heaven Ac 11:10.—ἡ ἐμὴ παρουσία πάλιν πρὸς ὑμᾶς my return to you Phil 1:26.—Also pleonastically w. verbs that express the component ‘back’ (Eur., Ep. 1, 1 ἀναπέμπω πάλιν) πάλιν ἀνακάμπτειν (Bacchylides 17, 81f πάλιν ἀνεκάμπτετʼ; Synes., Kingship p. 29b) Ac 18:21. πάλιν ὑποστρέφειν Gal 1:17 (s. B-D-F §484; cp. Rob. 1205).
    in expressions that denote a falling back into a previous state or a return to a previous activity (TestAbr A 6 p. 89, 13 [Stone p. 14] ἠγέρθη πάλιν ὁ μόσχος; ApcMos 41 πάλιν τὴν ἀνάστασιν ἐπαγγέλομαί σοι; Just., A I, 18, 6; Tat. 11, 2). In Engl. mostly again. εἰ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ Gal 2:18. ἵνα πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἦτε 1 Cor 7:5. διψήσει πάλιν J 4:13. πάλιν εἰς φόβον Ro 8:15. Cp. 11:23; Gal 5:1; Phil 2:28; Hb 5:12; 6:6; 2 Pt 2:20.
    pert. to repetition in the same (or similar) manner, again, once more, anew of someth. a pers. has already done (TestAbr A 15 p. 96, 7 [Stone p. 40, 7]; TestJob 15:9; 44:2; JosAs 10:19; ParJer 9:21; Jos., Ant. 12, 109; Just., D. 3, 5 al.), of an event, or of a state or circumstance (Dicaearch., Fgm. 34 W. Pythagoras flees first to Καυλωνία … ἐκεῖθεν δὲ πάλιν εἰς Λοκρούς; ApcEsdr 4:13 κατήγαγόν με … καὶ πάλιν κατήγαγόν με βαθμοὺς τριάκοντα). πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος Mt 4:8 (cp. vs. 5). πάλιν ἐξελθών 20:5 (cp. vs. 3). πότε πάλιν ὄψονται αὐτόν when they would see (Paul) again AcPl Ha 6, 17. ἵνα παρά σου πάλιν ἀκούσωμεν AcPlCor 1:6.—Mt 21:36 (cp. vs. 34); 26:44 (cp. vs. 42), 72; 27:50; Mk 2:13; 3:1; 4:1. πάλιν πολλοῦ ὄχλου ὄντος 8:1 (cp. 6:34).—8:25; 10:1, 24; Lk 23:20 (cp. vs. 13); J 1:35 (cp. vs. 29); 8:8; 20:26; Ac 17:32; Gal 1:9; Phil 4:4; Js 5:18; Hv 3, 1, 5 al.; GJs 17:2; 23:2; AcPl Ha 4, 1.—Somet. w. additions which, in part, define πάλιν more exactly: πάλ. δεύτερον (cp. P. Argentor. Gr. 53, 5: Kl. T. 135 p. 47 τὸ δεύτερον πάλιν) J 21:16. πάλ. ἐκ δευτέρου (Ctesias: 688 Fgm. 14, 31 Jac.; 4 [6] Esdr [POxy 1010]; PCairMasp 24, 12) Mt 26:42; Ac 10:15. Also pleonastically πάλ. ἄνωθεν Gal 4:9b (s. ἄνωθεν 4). αὖ πάλιν Papias (2:9) (cp. Just., A I, 20, 2). πάλιν ἐξ ἀρχῆς (Mnesimachus Com. [IV B.C.] 4, 24; Diod S 17, 37, 5) B 16:8.—εἰς τὸ πάλιν= πάλιν 2 Cor 13:2 (on this s. WSchmid, Der Attizismus 1887–97, I 167; II 129; III 282; IV 455; 625).
    marker of a discourse or narrative item added to items of a related nature, also, again, furthermore, thereupon (Ps.-Pla., Eryx. 11, 397a καὶ π. with a series of examples): very oft. in a series of quotations fr. scripture (cp. Diod S 37, 30, 2 καὶ πάλιν … καὶ … followed both times by a poetic quotation; a third one had preceded these. All three deal with riches as the highest good and probably come from a collection of quotations; Ps.-Demetr. c. 184 καὶ πάλιν … καὶ π. with one quotation each. Cp. also Diod S 1, 96, 6; Diog. L. 2, 18; 3, 16; Athen. 4, 17, 140c; 14, 634d; Plut., Mor. 361a καὶ πάλιν … καὶ … ; a quotation follows both times; Just., A I, 35, 5; 38, 2 al.; Ath. 9, 1 al.) J 12:39; 19:37; Ro 15:10–12; 1 Cor 3:20; Hb 1:5; 2:13ab; 4:5; 10:30; 1 Cl 10:4; 15:3f; 16:15; 17:6; 26:3; B 2:7; B 3:1; B 6:2, B 4, B 6, B 14, B 16 and oft. In a series of parables (Simplicius, In Epict. p. 111, 13–34 connects by means of π. two stories that are along the same lines as the Good Samaritan and the Pharisee and the publican; Kephal. I 76, 34; 77, 8 [a series of proverbs]) Lk 13:20 (cp. vs. 18). Also a favorite expr. when a speaker takes up a formula previously used and continues: πάλιν ἠκούσατε Mt 5:33 (cp. vs. 27). πάλιν ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία 13:45 (cp. vs. 44), 47.—18:19 (cp. vs. 18); 19:24 (cp. vs. 23).
    marker of contrast or an alternative aspect, on the other hand, in turn (Pla., Gorg. 482d; Theocr. 12, 14; Polyb. 10, 9, 1; Diod S 4, 46, 3; Chariton 7, 6, 9; Wsd 13:8; 16:23; 2 Macc 15:39; TestJob 26:4; GrBar 4:15; Just., D. 41, 4 al.) πάλιν γέγραπται on the other hand, it is written Mt 4:7. πάλ. Ἀνδρέας Andrew in turn J 12:22 v.l.—1 Cor 12:21. τοῦτο λογιζέσθω πάλ. ἐφʼ ἐαυτοῦ let him remind himself, on the other hand 2 Cor 10:7; on the other hand Lk 6:43; 1J 2:8.
    A special difficulty is presented by Mk 15:13, where the first outcry of the crowd is reported w. the words οἱ δὲ πάλιν ἔκραξεν. Is it simply a connective (so δὲ πάλιν Ps.-Callisth. 2, 21, 22; POxy 1676, 20 ἀλλὰ καὶ λυποῦμαι πάλιν ὅτι ἐκτός μου εἶ)? Is it because a different source is here used? Or is the meaning they shouted back? (so Goodsp.); s. 1a. Or is this really a second outcry, and is the first one hidden behind vs. 8 or 11? Acc. to the parallel Mt 27:21f, which actually mentions several outcries, one after the other, the first one may have been: τὸν Βαραββᾶν. The πάλιν of J 18:40 is also hard to explain (Bultmann 502; 509, 3). Could there be a connection here betw. Mk and J?—Another possibility would be to classify Mk 15:13 and J 18:40 under 4 above, with the meaning in turn (Aristoph., Acharn. 342 et al.; s. L-S-J-M). On a poss. Aram. background s. JHudson, ET 53, ’41/42, 267f; Mlt-H. 446; Mlt-Turner 229; MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 112f.—B. 989. DELG. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πάλιν

  • 3 συσκευάζω

    A make ready by putting together, pack up baggage for another, X.Cyr.1.4.25.
    b in bad sense, contrive, concert, get up, D.24.206:—[voice] Pass., Id.18. 144, 19.76; ἅπαντα εἰς ἓν ψήφισμα ib.54;

    σ. λοιδορίας ψευδεῖς κατά τινων Hyp.Lyc.9

    ;

    τοιαῦτα κατά τινος Hdn.3.12.4

    .
    II [voice] Med., with [tense] pf. συνεσκεύασμαι, pack up one's own baggage, pack up, Th.7.74, X. Cyr.5.3.16, etc.;

    σ. ὡς εἰς στρατείαν Id.HG3.4.11

    ; εἰς τὸ ἀπιέναι ib. 5.2.28;

    πρὸς τὴν φυγήν Luc.Tim.4

    : esp. in [tense] aor. part. or [tense] pf. [voice] Med., all packed up, in marching order, ready for a start,

    παρεῖναι συνεσκευασμένος X.Cyr.3.2.3

    ; πορεύεσθαι συσκευασάμενοι ib.6.2.3, cf. PTeb. 765.11 (ii B.C.), etc.
    2 c. acc.,

    οἷον στρωματόδεσμον συσκευάσασθαι Pl.Tht. 175e

    ; συσκευασάμενος τὰ ἑαυτοῦ ἐνθένδε with all his goods packed up and brought thence, Lys.31.9, cf. Lycurg.17, Din.1.80, X.Smp.1.11, etc.; prepare, make ready,

    τὴν πορείαν Id.Cyr.8.5.1

    ;

    τὸν ὄνον PSI4.359.6

    (iii B.C.).
    b in bad sense, like [voice] Act. (1.2b), contrive, organize,

    τόλμαν καὶ κραυγὴν καὶ ψευδεῖς αἰτίας καὶ συκοφαντίαν καὶ ἀναισχυντίαν.. συνεσκευασμένοι D.25.9

    ;

    φαρμακείαν κατά τινος Plu.Art.18

    ;

    ἐπί τινα Luc.Pisc.25

    ;

    εἰς ἡδονὴν σ. τὸν βίον Plu.Cat.Ma.11

    .
    3 arrange or organize for one's own interests, seize control of,

    τὴν Ἑλλάδα D.19.303

    ;

    σ. πάντας ἀνθρώπους ἐφ' ἡμᾶς Id.8.5

    ;

    Ἔρως πέφυκε συσκευάζεσθαι ἄνθρωπον X.Cyr.5.1.16

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συσκευάζω

  • 4 συντίθημι

    συντίθημι, used by Hom. only in [voice] Med., v. infr.:—[voice] Pass. (v. infr.), but σύγκειμαι is more freq. as [voice] Pass.:—
    A place or put together,

    τὴν οὐρὴν καὶ τὸν σπλῆνα.. συνθεὶς ὁμοῦ Hdt.2.47

    , cf. 4.67;

    ὅπλα ἐν τῷ ναῷ X.HG2.3.20

    ;

    ἅπαντα εἰς ἕν E.IT 1016

    ;

    ἐν ὀλίγῳ πάντα Id.Supp. 1126

    (lyr.);

    ὁ πρῶτος συνθεὶς εἰς ταὐτὸν τὰ δύο ταῦτα βιβλίδια Gal.15.109

    ; σ. ἱμάτια, opp. ἀνασείειν, fold them together, X. Oec.10.11; σ. σκέλη, opp. ἐκτείνειν, Id.Cyn.5.10; opp. διαιρεῖσθαι, Pl.Sph. 252b; σ. ἄρθρα στόματος close the lips, E.Cyc. 625; εἰς τὸ οὖλον ( αυλον cod.) σ. τὴν κόμην, = calamistrat, Gloss.:—[voice] Pass., τὸ συντίθεσθαι καθ' ὁντινοῦν τρόπον ῥῖγος οὐκ ἀγαθόν ἐστι any sort of combination of shivering (with other symptoms), Gal.16.746.
    2 technical uses,
    a Math., add together, of numbers, Hdt.3.95 ([voice] Pass.); τό τε ἀρχαῖον καὶ τὸ ἔργον principal and interest, D.27.17, cf. 29.30: Geom., of lines and figures, Archim.Spir.Praef., Papp.70.4.
    b Math. also, of the transformation of a ratio componendo, Arist. EN 1131b8 ([voice] Pass.), Euc.5.18,24 ([voice] Pass.).
    c Logic, combine the terms of a proposition, Arist.Metaph. 1012a4, 1024b19 ([voice] Pass.); also, use the fallacy of composition (cf.

    σύνθεσις 1.2e

    ), Id.Rh. 1401a24.
    e σ. λόγον make up an account, PHib.1.48.15 (iii B.C.).
    II put together constructively, so as to make a whole, πεντηκοντέρους καὶ τριήρεας (as a bridge) Hdt.7.36; λίθους, of builders, Th.4.4, IG42(1).103.59 (Epid., iv B.C.); πλίνθους, ξύλα, X.Mem.3.1.7, etc.;

    τὰ ὄστρακα IG42(1).121.82

    (Epid., iv B.C.);

    τὰ κομισθέντα Sor. 2.64

    ;

    ἐκ τούτων τὰ μέγιστα.. συνθεὶς τοῦτον.. τὸν λόγον ποιήσομαι Hippias Eleus 6

    D.;

    συλλαβάς Pl.Cra. 424e

    .
    2 construct, frame,

    τὸ θνητὸν γένος Pl.Ti. 69d

    ; ὁ συνθείς the creator, ib. 33d:—[voice] Pass., to be constructed, of the material universe, opp. διαλύεσθαι, Arist.Cael. 304b30.
    3 construct or frame a story,

    συνθέντες λόγον Id.Ba. 297

    , cf. Ar.Ra. 1052 (anap.), Pl.Phdr. 260b;

    οἱ τὰς τέχνας τῶν λόγων συντιθέντες Arist.Rh. 1354a12

    ; narrate in writing,

    τὰ Ἑλληνικά Th.1.97

    , cf. 21; compose, σ. μύθους, ποίησιν, μελῳδίαν, ὄρχησιν, Pl.R. 377d, Phdr. 278c, Lg. 812d, 816c;

    αἴνιγμα Id.Ap. 27a

    ;

    ὁ τὴν ἐνθάδε συνθεὶς ἀνατομήν Gal.15.147

    :—[voice] Pass., [tense] pf. συντέθειται ib.797;

    περὶ ὀλίγας οἰκίας αἱ.. τραγῳδίαι συντίθενται Arist.Po. 1453a19

    .
    4 Math., of the synthesis of a geometrical problem, opp. ἀναλύω, Id.SE 175a28, Papp.648.13; συντεθήσεται τὸ πρόβλημα οὕτως the synthesis of the problem will proceed thus, Archim.Sph.Cyl.2.1, cf. Apollon. Perg.Con.1 Praef., 2.44, al.
    5 frame, devise, contrive, ὁ συνθεὶς τάδε the framer of this plot, S.OT 401, cf. Th.8.68;

    ἐξ ἐπιβουλῆς σ. ταῦτα Antipho 5.25

    ;

    σ. λόγους ψευδεῖς Id.6.9

    ;

    ψευδεῖς αἰτίας D.25.28

    ;

    τὴν κατηγορίαν And.1.6

    , etc.; rarely in good sense,

    εὖ πρᾶγμα συντεθὲν ὄψεσθε D.18.144

    .
    6 put together, take in, comprehend,

    παιδὸς μόρον A.Supp.65

    (lyr.);

    ὄμνυ.. θεῶν συντιθεὶς ἅπαν γένος E.Med. 747

    ;

    πάσας συντιθεὶς ψέγει γυναῖκας Id.Fr. 657

    , cf. Hec. 1184: ἐν βραχεῖ ξυνθεὶς λέγω putting things shortly together, speaking briefly, S.El. 673.
    III commit to a person's care, deliver to him for his own use or that of others, PMich.Zen.2.3,14 (iii B.C.), PCair.Zen.4.23, 6.11,64, 299.9, al. (iii B.C.);

    γνώριζε οὐχ ὑπάρχον παρ' ἡμῖν ἀργύριον τοσοῦτο ὥστε ἱκανὸν συνθεῖναι Πυρρίχῳ PMich.Zen.28.18

    , cf. 32.7, PSI4.392.7, 5.524.3, 6.613.8, 7.862.1, PLille 15.3 (all iii B.C.); τινὶ ὀστᾶ, ἐπιστολάς, πλῆθος χρυσίου, etc., Plb.5.10.4, 8.17.4, 15.25.16, cf. 27.7.1, 28.22.3, IG12(5).590.12 (Ceos, ii B.C.), 11(4).1056.4 (Delos, ii B.C., cf. Jahresh.24.171), OGI345.11 (Delph., i B.C.).
    IV collect, conclude, infer, Plb. 28.17.14, Arr.Ind.34.
    B [voice] Med. συντίθεμαι, used by Hom. only in [tense] aor. 2 and in signf. 1:
    II agree on, conclude (cf. συνθήκη)

    , ἄνδρεσσι κακοῖς συνθέμενοι φιλίην Thgn.306

    ; συντίθεσθαι συμμαχίην, ὁμαιχμίην τισί, Hdt.2.181, 8.140.á;

    τὰς ξυνθήκας ἂς ξυνέθεντο IG12.117.4

    , cf. 116.27, al.;

    εἰρήνην Isoc. 15.109

    ; σ. ναῦλον agree upon the fare, X. An.5.1.12; ταῦτα συνθέμενοι having agreed on these points, Th.3.114, cf. Ar.Lys. 178, Plu.Alc.31;

    ξυνέθεσθε κοινῇ τάδε E.Ba. 807

    , cf. 808; so

    τάπερ τῷ Δαρείῳ συνεθήκατο

    with

    D.

    , Hdt.3.157;

    σ. Ἴωσι ξεινίην Id.1.27

    ;

    μισθόν τινι Pl.Grg. 520c

    ;

    σ. τι πρός τινα Hdt.7.145

    , etc.:—[voice] Pass., τοῦ συντεθέντος χρόνου agreed upon, Pl.Phdr. 254d.
    2 c. inf., covenant, agree to do,

    συνέθευ παρέχειν φωνάν Pi.P.11.41

    (dub. l.);

    σ. ἀλλήλοις μήτ' ἀδικεῖν μήτ' ἀδικεῖσθαι Pl.R. 359a

    , cf. And. 4.18, Arist.Pol. 1257a35: c. inf. [tense] fut.,

    ξυνέθεντο ἥξειν Th.6.65

    ; σ. τινί folld. by inf. [tense] fut.,

    συνθέμενοι ἡμῖν.. ἀντιώσεσθαι Hdt.9.7

    .β, cf. And.1.42: an inf. must be supplied in the phrases, κατὰ (i.e. καθ' ἃ) συνεθήκαντο, καθ' ὅτι ἂν συνθῶνται, etc., Hdt.3.86, Foed. ap. Th.5.18: also

    σ. ὡς.. Hdt.6.84

    ;

    ὡς δεῖ ἕκαστα γίγνεσθαι X.HG5.4.2

    .
    3 abs., make a covenant,

    ἔβαν συνθέμενος Pi.N.4.75

    (constr. uncertain in Alc.Supp.5.11): c. dat., Hdt.6.115, X.An.1.9.7, POxy.1668.12 (iii A.D.);

    αὐτὸς σαυτῷ συνέθου Pl.Cra. 435a

    ; συνθέσθαι πρός τινα come to terms with him, Decr. ap. D.18.187, POxy.908.18 (ii/iii A.D.);

    περί τινος πρὸς ἀλλήλους D.S.1.98

    ; also, bet, wager, Thphr. HP9.17.2, Men.Epit. 288;

    πρός τινας Plu.Alc.8

    .
    4 vote with, support,

    τούτοις Lys.Fr.68

    , cf. Call.Epigr.1.14, D.H.Isoc.18, Paus. 4.15.2;

    τοῖς ἀπὸ Ἡροφίλου Sor.2.53

    ; assent to,

    πᾶσι τοῖς προκειμένοις PFay.34.20

    (ii A.D.);

    ἵνα μὴ δόξω συνθέσθαι τῇ τοῦ πραγματικοῦ ἀγνοίᾳ POxy.78.23

    (iii A.D.).
    5 conclude, infer (cf. A. IV), Stoic.2.63, Phld.Sign.2, al.:—[voice] Pass., τὰ ὕστερον -τεθησόμενα ib.28.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συντίθημι

  • 5 αἰών

    αἰών, ῶνος, ὁ (Hom.+; gener. ‘an extended period of time’, in var. senses)
    a long period of time, without ref. to beginning or end,
    of time gone by, the past, earliest times, readily suggesting a venerable or awesome eld οἱ ἅγιοι ἀπʼ αἰῶνος προφῆται the holy prophets fr. time immemorial (cp. Hes., Theog. 609; Περὶ ὕψους 34, 4 τοὺς ἀπʼ αἰ. ῥήτορας; Cass. Dio 63, 20 τῶν ἀπὸ τοῦ αἰ. Ῥωμαίων; IMagnMai 180, 4; SIG index; Gen 6:4; Tob 4:12; Sir 14:17; 51:8; En 14:1; 99:14; Jos., Bell. 1, 12; Just., D. 11, 1) Lk 1:70; Ac 3:21; make known from of old Ac 15:18; πρὸ παντὸς τ. αἰ. before time began Jd 25a (for the combination with πᾶς cp. Sallust. 20 p. 36, 5 τὸν πάντα αἰῶνα=through all eternity); pl. πρὸ τῶν αἰ. 1 Cor 2:7 (cp. Ps 54:20 θεὸς ὁ ὑπάρχων πρὸ τῶν αἰ. [PGM 4, 3067 ἀπὸ τ. ἱερῶν αἰώνων]); ἐξ αἰ. since the beginning D 16:4 (Diod S 1, 6, 3; 3, 20, 2; 4, 83, 3; 5, 2, 3; Sext. Emp., Math. 9, 62; OGI 669, 61; Philo, Somn. 1, 19; Jos., Bell. 5, 442; Sir 1:4; SibOr Fgm. 1, 16 of God μόνος εἰς αἰῶνα κ. ἐξ αἰῶνος). W. neg. foll. ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη never has it been heard J 9:32.
    of time to come which, if it has no end, is also known as eternity (so commonly in Gk. lit. Pla. et al.); εἰς τὸν αἰῶνα (since Isocr. 10, 62, also Diod S 1, 56, 1 εἰς τ. αἰ.=εἰς ἅπαντα τ. χρόνον; 4, 1, 4; SIG 814, 49 and OGI index VIII; POxy 41, 30=‘Long live the Caesars’; PGM 8, 33; 4, 1051 [εἰς αἰ.]; LXX; En 12:6; 102:3; PsSol 2:34, 37; ParJer 8:5; JosAs 15:3 εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον 4:10 al. Jos., Ant. 7, 356 [εἰς αἰ.]) to eternity, eternally, in perpetuity: live J 6:51, 58; B 6:3; remain J 8:35ab; 12:34; 2 Cor 9:9 (Ps. 111:9); 1 Pt 1:23 v.l., 25 (Is 40:8); 1J 2:17; 2J 2; be with someone J 14:16. Be priest Hb 5:6; 6:20; 7:17, 21, 24, 28 (each Ps 109:4). Darkness reserved Jd 13. W. neg.=never, not at all, never again (Ps 124:1; Ezk 27:36 al.) Mt 21:19; Mk 3:29; 11:14; 1 Cor 8:13. ἕως αἰῶνος (LXX) 1 Cl 10:4 (Gen 13:15); Hv 2, 3, 3; Hs 9, 24, 4. In Johannine usage the term is used formulaically without emphasis on eternity (Lackeit [s. 4 below] 32f): never again thirst J 4:14; never see death 8:51f; cp. 11:26; never be lost 10:28; never (= by no means) 13:8. εἰς τὸν αἰ. τοῦ αἰῶνος (Ps 44:18; 82:18 al.) Hb 1:8 (Ps 44:7). ἕως αἰῶνος (LXX; PsSol 18:11) Lk 1:55 v.l. (for εἰς τὸν αἰ.); εἰς ἡμέραν αἰῶνος 2 Pt 3:18.—The pl. is also used (Emped., Fgm. 129, 6 αἰῶνες=generations; Theocr. 16, 43 μακροὺς αἰῶνας=long periods of time; Philod. περὶ θεῶν 3 Fgm. 84; Sext. Emp., Phys. 1, 62 εἰς αἰῶνας διαμένει; SibOr 3, 767; LXX, En; TestAbr B 7 p. 112, 3 [Stone p. 72].—B-D-F §141, 1), esp. in doxologies: εἰς τοὺς αἰῶνας (Ps 60:5; 76:8) Mt 6:13 v.l.; Lk 1:33 (cp. Wsd 3:8); Hb 13:8. εἰς πάντας τοὺς αἰ. (Tob 13:4; Da 3:52b; En 9:4; SibOr 3, 50) Jd 25b. εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας to all eternity (cp. Ps 88:53) Ro 1:25; 9:5; 2 Cor 11:31. αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰ. Ro 11:36; ᾧ κτλ. 16:27 (v.l. αὐτῷ). τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰ. 1 Pt 5:11; more fully εἰς τοὺς αἰ. τῶν αἰώνων (Ps 83:5; GrBar 17:4; PGM 4, 1038; 22b, 15) for evermore in doxologies Ro 16:27 v.l.; Gal 1:5; Phil 4:20; 1 Ti 1:17; 2 Ti 4:18; Hb 13:21; 1 Pt 4:11; 5:11 v.l.; Rv 1:6, 18; 5:13; 7:12; 11:15 al. 1 Cl 20:12; 32:4; 38:4; 43:6; εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰ. Eph 3:21 (cp. Tob 1:4; 13:12; En 103:4; 104:5). Of God ὁ ζῶν εἰς τοὺς αἰ. (cp. Tob 13:2; Sir 18:1; Da 6:27 Theod.) Rv 4:9f; 10:6; 15:7; formulaically= eternal 14:11; 19:3; 20:10; 22:5.—κατὰ πρόθεσιν τῶν αἰώνων according to the eternal purpose Eph 3:11. All-inclusive ἀπὸ αἰώνων καὶ εἰς τ. αἰῶνας from (past) eternity to (future) eternity B 18:2 (cp. Ps 40:14 and Ps.-Aristot., De Mundo 7, 401a, 16 ἐξ αἰῶνος ἀτέρμονος εἰς ἕτερον αἰῶνα; M. Ant. 9, 28, 1 ἐξ αἰῶνος εἰς αἰῶνα; SibOr Fgm. 1, 16 of God μόνος εἰς αἰῶνα κ. ἐξ αἰῶνος).
    a segment of time as a particular unit of history, age
    ὁ αἰὼν οὗτος (הָעוֹלָם הַזֶּה) the present age (nearing its end) (Orig., C. Cels. 1, 13, 15, in ref. to 1 Cor 3:18; s. Bousset, Rel. 243ff; Dalman, Worte 120ff; Schürer II 537f; NMessel, D. Einheitlichkeit d. jüd. Eschatol. 1915, 44–60) contrasted w. the age to come (Philo and Joseph. do not have the two aeons) Mt 12:32. A time of sin and misery Hv 1, 1, 8; Hs 3:1ff; ending of Mk in the Freer ms. 2; ἡ μέριμνα τοῦ αἰ. (v.l. + τούτου) the cares of the present age Mt 13:22; pl. cp. Mk 4:19. πλοῦτος earthly riches Hv 3, 6, 5. ματαιώματα vain, futile things Hm 9:4; Hs 5, 3, 6. πραγματεῖαι m 10, 1, 4. ἐπιθυμία m 11:8; Hs 6, 2, 3; 7:2; 8, 11, 3. πονηρία Hs 6, 1, 4. ἀπάται Hs 6, 3, 3 v.l. οἱ υἱοὶ τοῦ αἰ. τούτου the children of this age, the people of the world (opp. children of light, enlightened ones) Lk 16:8; 20:34.—The earthly kingdoms βασιλεῖαι τοῦ αἰ. τούτου IRo 6:1. συσχηματίζεσθαι τῷ αἰ. τούτῳ be conformed to this world Ro 12:2. As well as everything non-Christian, it includes the striving after worldly wisdom: συζητητὴς τοῦ αἰ. τούτου searcher after the wisdom of this world 1 Cor 1:20. σοφία τοῦ αἰ. τούτου 2:6. ἐν τῷ αἰ. τούτῳ 3:18 prob. belongs to what precedes=those who consider themselves wise in this age must become fools (in the estimation of this age). The ruler of this age is the devil: ὁ θεὸς τοῦ αἰ. τούτου 2 Cor 4:4 (θεός 5). ἄρχων τοῦ αἰ. τούτου IEph 17:1; 19:1; IMg 1:3; ITr 4:2; IRo 7:1; IPhld 6:2; his subordinate spirits are the ἄρχοντες τοῦ αἰ. τούτου 1 Cor 2:6, 8 (ἄρχων 1c).—Also ὁ νῦν αἰών (Did., Gen. 148, 21): πλούσιοι ἐν τῷ νῦν αἰ. 1 Ti 6:17; ἀγαπᾶν τὸν νῦν αἰ. 2 Ti 4:10; Pol 9:2. Cp. Tit 2:12. Or (Orig., C. Cels. 2, 42, 30) ὁ αἰ. ὁ ἐνεστώς the present age Gal 1:4 (cp. SIG 797, 9 [37 A.D.] αἰῶνος νῦν ἐνεστῶτος). The end of this period (cp. SibOr 3, 756 μέχρι τέρματος αἰῶνος) συντέλεια (τοῦ) αἰ. Mt 13:39f, 49; 24:3; 28:20 (cp. TestJob 4:6; TestBenj 11:3; JRobinson, Texts and Studies V introd. 86). συντέλεια τῶν αἰ. Hb 9:26; on GMary 463, 1 s. καιρός end.
    ὁ αἰὼν μέλλων (הָעוֹלָם הַבָּא) the age to come, the Messianic period (on the expr. cp. Demosth. 18, 199; Hippocr., Ep. 10, 6 ὁ μ. αἰ.=the future, all future time; Ael. Aristid. 46 p. 310 D.: ἡ τοῦ παρελθόντος χρόνου μνεία κ. ὁ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος λόγος; Jos., Ant. 18, 287; Ar. 15, 3; Orig., C. Cels. 8, 24, 20; Did., Gen. 164, 2) in 2 Cl 6:3, cp. Hs 4:2ff, opposed to the αἰὼν οὗτος both in time and quality, cp. Mt 12:32; Eph 1:21; δυνάμεις μέλλοντος αἰ. Hb 6:5. Also αἰ. ἐκεῖνος: τοῦ αἰ. ἐκείνου τυχεῖν take part in the age to come Lk 20:35. ὁ αἰ. ὁ ἐρχόμενος Mk 10:30; Lk 18:30; Hs 4:2, 8. ὁ αἰ. ὁ ἐπερχόμενος Hv 4, 3, 5: pl. ἐν τοῖς αἰῶσιν τοῖς ἐπερχομένοις in the ages to come Eph 2:7. As a holy age ὁ ἅγιος αἰ. (opp. οὗτος ὁ κόσμος; cp. εἰς τὸν μείζονα αἰ. TestJob 47:3) B 10:11 and as a time of perfection αἰ. ἀλύπητος an age free from sorrow 2 Cl 19:4 (cp. αἰ. … τοῦ ἀπαραλλάκτου TestJob 33:5), while the present αἰών is an ‘aeon of pain’ (Slav. Enoch 65, 8).—The plurals 1 Cor 10:11 have been explained by some as referring to both ages, i.e. the end-point of the first and beginning of the second; this view urges that the earliest Christians believed that the two ages came together during their own lifetimes: we, upon whom the ends of the ages have come (JWeiss. A Greek would not refer to the beginning as τέλος. The Gordian knot has οὔτε τέλος οὔτε ἀρχή: Arrian, Anab. 2, 3, 7). But since τὰ τέλη can also mean ‘end’ in the singular (Ael. Aristid. 44, 17 K.=17 p. 406 D.: σώματος ἀρχαὶ κ. τέλη=‘beginning and end’; 39 p. 737 D.: τὰ τέλη … δράματος; Longus 1, 23, 1 ms. ἦρος τέλη; Vi. Thu. 2, 2 [=OxfT ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΒΙΟΣ 2] τέλη τοῦ πολέμου; Aëtius, Eye Diseases p. 120, 25 Hirschb. after Galen: τὰ τέλη τ. λόγου=the close of the section; Philo, Virt. 182) and, on the other hand, the pl. αἰῶνες is often purely formal (s. above 1a and b, 2a at end) τὰ τέλη τῶν αἰ. can perh. be regarded as equal to τέλος αἰώνων (SibOr 8, 311)=the end of the age(s). Cp. TestLevi 14:1 ἐπὶ τὰ τέλη τῶν αἰώνων.—For the essential equivalence of sing. and pl. cp. Maximus Tyr. 14, 8b τὰ τῆς κολακείας τέλη beside τέλος τῆς σπουδῆς. Cp. also τέλος 5.
    the world as a spatial concept, the world (αἰ. in sg. and pl. [B-D-F §141, 1]: Hippocr., Ep. 17, 34; Diod S 1, 1, 3 God rules ἅπαντα τὸν αἰῶνα; Ael. Aristid. 20, 13 K.=21 p. 434 D.: ἐκ τοῦ παντὸς αἰῶνος; Maximus Tyr. 11, 5e; IAndrosIsis, Cyrene 4 [103 A.D.] P. p. 129]; Ps 65:7; Ex 15:18 [cp. Philo, Plant. 47; 51]; Wsd 13:9; 14:6; 18:4; αἰῶνες οἱ κρείττονε Tat. 20:2) ApcPt 4:14. Created by God through the Son Hb 1:2; through God’s word 11:3. Hence God is βασιλεὺς τῶν αἰ. 1 Ti 1:17; Rv 15:3 (v.l. for ἐθνῶν); 1 Cl 61:2 (cp. PGM 12, 247 αἰώνων βασιλεῦ; Tob 13:7, 11, cp. AcPh 2 and 11 [Aa II/2, 2, 20 and 6, 9]); πατὴρ τῶν αἰ. 35:3 (cp. Just., A I, 41, 2; AcPh 144 [Aa II/2, 84, 9]); θεὸς τῶν αἰ. 55:6 (cp. Sir 36:17; ὁ θεὸς τοῦ αἰ.; En 1:4; PGM 4, 1163; TSchermann, Griech. Zauber-pap 1909, 23; AcJ 82 [Aa II/1, 191, 24f]). But many of these pass. may belong under 2.
    the Aeon as a person, the Aeon (Rtzst., Erlösungsmyst. 268 index under Aion, Taufe 391 index; Epict. 2, 5, 13 οὐ γάρ εἰμι αἰών, ἀλλʼ ἄνθρωπος=I am not a being that lasts forever, but a human being [and therefore I know that whatever is must pass away]; Mesomedes 1, 17=Coll. Alex. p. 197, 17; Simplicius in Epict. p. 81, 15 οἱ αἰῶνες beside the μήτηρ τῆς ζωῆς and the δημιουργός; En 9:4 κύριος τ. κυρίων καὶ θεὸς τ. θεῶν κ. βασιλεὺς τ. αἰώνων; PGM 4, 520; 1169; 2198; 2314; 3168; 5, 468; AcPh 132 [Aa II/2, 63, 5]; Kephal. I p. 24, 6; 45, 7) ὁ αἰ. τοῦ κόσμου τούτου Eph 2:2. The secret hidden from the Aeons Col 1:26; Eph 3:9 (Rtzst., Erlösungsmyst. 235f); IEph 19:2 (Rtzst. 86, 3); cp. 8:1 (Rtzst. 236, 2). Various other meanings have been suggested for these passages.—CLackeit, Aion I, diss. Königsbg. 1916; EBurton, ICC Gal 1921, 426–32; HJunker, Iran. Quellen d. hellenist. Aionvorstellung: Vortr. d. Bibl. Warburg I 1923, 125ff; ENorden, D. Geburt des Kindes 1924; MZepf, D. Gott Αιων in d. hellenist. Theologie: ARW 25, 1927, 225–44; ANock, HTR 27, 1934, 78–99=Essays I, ’72, 377–96; RLöwe, Kosmos u. Aion ’35; EOwen, αἰών and αἰώνιος: JTS 37, ’36, 265–83; 390–404; EJenni, Das Wort ˓ōlām im AT: ZAW 64, ’52, 197–248; 65, ’53, 1–35; KDeichgräber, RGG I3 193–95; HSasse, RAC I 193–204; MNilsson, Die Rel. in den gr. Zauberpapyri, K. humanist. Vetenskapssamfundets Lund II ’47/48, 81f; GJennings, A Survey of αιων and αιωνιος and their meaning in the NT, ’48; GStadtmüller, Aion: Saeculum 2, ’51, 315–20 (lit.); EDegani, ΑΙΩΝ da Omero ad Aristotele ’61 (s. Classen, Gnomon 34, ’62, 366–70; D.’s reply in RivFil 91, ’63, 104–10); MTreu, Griech. Ewigkeitswörter, Glotta 43, ’65, 1–24; JBarr, Biblical Words for Time2 ’69; OCullman, Christus u. die Zeit3 ’62.—B. 13. EDNT. DDD s.v. Aion. DELG. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > αἰών

  • 6 αἰών

    αἰών, ῶνος, , [dialect] Ion. and [dialect] Ep. also , as in Pi.P.4.186, E.Ph. 1484: apocop. acc. αἰῶ,
    A like Ποσειδῶ, restored by Ahrens (from AB 363) in A.Ch. 350: (properly αἰϝών, cf. aevum, v. αἰεί):— period of existence (

    τὸ τέλος τὸ περιέχον τὸν τῆς ἑκάστου ζωῆς χρόνον.. αἰὼν ἑκάστου κέκληται Arist.Cael. 279a25

    ):
    I lifetime, life,

    ψυχή τε καὶ αἰών Il.16.453

    ;

    ἐκ δ' αἰ. πέφαται Il.19.27

    ;

    μηδέ τοι αἰ. φθινέτω Od.5.160

    ;

    λείπει τινά Il.5.685

    ; ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο (Zenod. νέον) 24.725;

    τελευτᾶν τὸν αἰῶνα Hdt.1.32

    , etc.;

    αἰῶνος στερεῖν τινά A.Pr. 862

    ;

    αἰῶνα διοιχνεῖν Id.Eu. 315

    ;

    συνδιατρίβειν Cratin. 1

    ; αἰ. Αἰακιδᾶν, periphr. for the Aeacidae, S.Aj. 645 s. v. l.;

    ἀπέπνευσεν αἰῶνα E.Fr. 801

    ;

    ἐμὸν κατ' αἰῶνα A.Th. 219

    .
    2 age, generation, αἰ. ἐς τρίτον ib. 744; ὁ μέλλων αἰών posterity, D.18.199, cf. Pl.Ax. 370c.
    3 one's life, destiny, lot, S.Tr.34, E.Andr. 1215, Fr.30, etc.
    II long space of time, age, αἰὼν γίγνεται 'tis an age, Men.536.5; esp. with Preps., ἀπ' αἰῶνος of old, Hes.Th. 609, Ev.Luc.1.70;

    οἱ ἀπὸ τοῦ αἰ. Ῥωμαῖοι D.C. 63.20

    ; δι' αἰῶνος perpetually, A.Ch.26, Eu. 563; all one's life long, S. El. 1024; δι' αἰῶνος μακροῦ, ἀπαύστου, A.Supp. 582, 574; τὸν δι' αἰ. χρόνον for ever, Id.Ag. 554; εἰς ἅπαντα τὸν αἰ. Lycurg.106, Isoc.10.62; εἰς τὸν αἰ. LXX Ge.3.23, al., D.S.21.17, Ev.Jo.8.35, Ps.-Luc. Philopatr.17;

    εἰς αἰῶνα αἰῶνος LXX Ps.131(132).14

    ; ἐξ αἰῶνος καὶ ἕως αἰῶνος ib.Je.7.7; ἐπ' αἰ. ib.Ex.15.18; ἕως αἰῶνος ib.1 Ki.1.22, al.:— without a Prep., τὸν ἅπαντα αἰ. Arist. Cael. 279a22;

    τὸν αἰῶνα Lycurg. 62

    , Epicur.Ep.1p.8U.; eternity, opp. χρόνος, Pl.Ti. 37d, cf. Metrod. Fr.37, Ph.1.496, 619, Plot.3.7.5, etc.;

    τοὺς ὑπὲρ τοῦ αἰῶνος φόβους Epicur.Sent.20

    .
    2 space of time clearly defined and marked out, epoch, age, ὁ αἰὼν οὗτος this present world, opp. ὁ μέλλων, Ev.Matt.13.22, cf. Ep.Rom.12.2; ὁ νῦν αἰ. 1 Ep.Tim.6.17, 2 Ep.Tim.4.10:—hence in pl., the ages, i.e. eternity, Phld.D.3 Fr.84;

    εἰς πάντας τοὺς αἰ. LXX To.13.4

    ; εἰς τοὺς αἰ.ib.Si.45.24, al., Ep.Rom.1.25, etc.;

    εἰς τοὺς αἰ. τῶν αἰώνων LXX 4 Ma.18.24

    , Ep.Phil.4.20, etc.; ἀπὸ τῶν αἰ., πρὸ τῶν αἰ., Ep.Eph.3.9, 1Cor.2.7; τὰ τέλη τῶν αἰ. ib.10.11.
    3 Αἰών, , personified,

    Αἰὼν Χρόνου παῖς E.Heracl. 900

    (lyr.), cf. Corp.Herm.11, etc.; as title of various divine beings, Dam.Pr. 151, al.; esp.=Persian Zervan, Suid. s.v. Ἡρασκος.
    4 Pythag., = 10, Theol.Ar.59.
    B spinal marrow (perh. regarded as seat of life), h.Merc 42, 119, Pi.Fr. 111, Hp.Epid.7.122; perh. also Il.19.27.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αἰών

  • 7 παραδίδωμι

    παραδίδωμι (Pind., Hdt.+) pres. 3 sg. παραδίδει (-δίδη cod. [ApcEsdr 3:12 p. 27, 23 Tdf.]), subj. 3 sg. παραδιδῷ and παραδιδοῖ 1 Cor 15:24 (B-D-F §95, 2; W-S. §14, 12; Mlt-H. 204), ptc. παραδιδούς; impf. 3 sg. παρεδίδου Ac 8:3 and 1 Pt 2:23, pl. παρεδίδουν Ac 16:4 v.l.; 27:1 and παρεδίδοσαν 16:4 (B-D-F §94, 1; Mlt-H. 202); fut. παραδώσω; 1 aor. παρέδωκα; 2 aor. indic. παρέδοσαν Lk 1:2; 2 aor. subj. 3 sg. παραδῷ and παραδοῖ Mk 4:29; 14:10, 11; J 13:2 (B-D-F §95, 2; Mlt-H. 210f), impv. παράδος, ptc. παραδούς; pf. παραδέδωκα, ptc. παραδεδωκώς (Ac 15:26); plpf. 3 pl. παραδεδώκεισαν Mk 15:10 (on the absence of augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.; impf. 3 sg. παρεδίδετο 1 Cor 11:23b (-δίδοτο is also attested; B-D-F §94, 1; Mlt-H. 206); 1 fut. παραδοθήσομαι; 1 aor. παρεδόθην; perf. 3 sg. παραδέδοται Lk 4:6, ptc. παραδεδομένος (Ac 14:26).
    to convey someth. in which one has a relatively strong personal interest, hand over, give (over), deliver, entrust
    a thing τινί τι (Jos., Ant 4, 83; Mel., P. 42, 290; 292; 294) τάλαντά μοι Mt 25:20, 22. αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ vs. 14. ὑμῖν τὴν γῆν 1 Cl 12:5. τινὶ τὴν κτίσιν Hv 3, 4, 1; λίθους Hs 9, 7, 1; ἀμπελῶνα 5, 6, 2. Also in the sense give back, restore, give up (X., Hell. 2, 3, 7 τινί τι) αὐτῷ τὴν παρακαταθήκην ἣν ἔλαβον Hm 3:2.—Pass., w. the thing easily supplied fr. the context ἐμοὶ παραδέδοται Lk 4:6.—παρέδωκεν τὸ πνεῦμα J 19:30 (ApcMos 42; cp. TestAbr B 12 p. 117, 4f [Stone p. 82] Σαρρα … παρέδωκε τὴν ψυχήν; ParJer 9:8; ApcEsdr 7:14) needs no dat.: he gave up his spirit voluntarily. ἄνθρωποι παραδεδωκότες τὰς ψυχὰς αὐτῶν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ κυρίου men who have risked ( pledged Field, Notes 124) their lives for the name of the Lord Ac 15:26. καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσομαι and if I give up my body to be burned 1 Cor 13:3 (Maximus Tyr. 1, 9i τῇ Αἴτνῃ αὐτοῦ παραδοὺς σῶμα; Syntipas p. 60, 11 πυρὶ σεαυτὴν παραδίδως). ὅταν παραδιδοῖ τ. βασιλείαν τῷ θεῷ when (Christ) delivers the kingship to God 15:24.
    hand over, turn over, give up a person ([Lat. trado] as a t.t. of police and courts ‘hand over into [the] custody [of]’ OGI 669, 15; PHib 92, 11; 17; PLille 3, 59 [both pap III B.C.]; PTebt 38, 6 [II B.C.] al.—As Military term ‘surrender’: Paus. 1, 2, 1; X., Cyr. 5, 1, 28; 5, 4, 51.) τινά someone Mt 10:19; 24:10; 27:18; Mk 13:11; Ac 3:13. Pass. Mt 4:12; Mk 1:14; Lk 21:16. τινά τινι Mt 5:25 (fr. one official to another, as UPZ 124, 19f [II B.C.]; TestAbr B 10 p. 115, 11 [Stone p. 78]); 18:34; 27:2; Mk 10:33b; cp. 15:1; Lk 12:58; 20:20; J 18:30, 35; Ac 27:1; 28:16 v.l.; Hs 7:5; 9, 10, 6; Pass. Lk 18:32; J 18:36; Hv 5:3f; m 4, 4, 3; Hs 6, 3, 6b; 9, 11, 2; 9, 13, 9; 9, 20, 4; 9, 21, 4. τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν τῷ θελήματι αὐτῶν Lk 23:25.—Esp. of Judas (s. Brown, Death I 211f on tendency of translators to blur the parallelism of Judas’ action to the agency of others in the passion narrative), whose information and action leads to the arrest of Jesus, w. acc. and dat. ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν Mt 26:15. Cp. Mk 14:10; Lk 22:4, 6; J 19:11. Pass. Mt 20:18; Mk 10:33a. Without a dat. Mt 10:4; 26:16, 21, 23; Mk 3:19; 14:11, 18; Lk 22:48; J 6:64, 71; 12:4; 13:21. Pass. Mt 26:24; Mk 14:21; Lk 22:22; 1 Cor 11:23b (NRSV et al. render ‘betrayed’, but it is not certain that when Paul refers to ‘handing over’, ‘delivering up’, ‘arresting’ [so clearly Posidon.: 87 Fgm. 36, 50 Jac. παραδοθείς ‘surrendered’] he is even thinking of the action taken against Jesus by Judas much less interpreting it as betrayal; cp. Ac 3:13 παρεδώκατε). ὁ παραδιδοὺς αὐτόν (παραδιδούς με) his (my) informer (on the role of a מסוֹר in Israelite piety s. WKlassen, Judas ’96, 62–66; but Ac 1:18 the action of Judas as ἀδικία) Mt 26:25, 46, 48; Mk 14:42, 44; Lk 22:21; J 13:11; 18:2, 5. Cp. Mt 27:3, 4; J 21:20. The article w. pres. ptc. connotes the notoriety (cp. the use of traditor in Tacitus, Histories 4, 24) of Judas in early tradition. His act is appraised as betrayal Lk 6:16, s. προδότης.—τινὰ εἰς χεῖράς τινος deliver someone/someth. into someone’s hands (a Semitic construction, but paralleled in Lat., cp. Livy 26, 12, 11; Dt 1:27; Jer 33:24; Jdth 6:10; 1 Macc 4:30; 1 Esdr 1:50. Pass. Jer 39:4, 36, 43; Sir 11:6; Da 7:25, 11:11; TestJob 20:3; ParJer 2:7 τὴν πόλιν; AscIs 2:14; cp. Jos., Ant. 2, 20) Ac 21:11. Pass. Mt 17:22; 26:45; Mk 9:31; 14:41; Lk 9:44; 24:7 (NPerrin, JJeremias Festschr., ’70, 204–12); Ac 28:17. ἡ γῆ παραδοθήσεται εἰς χεῖρας αὐτοῦ D 16:4b. Also ἐν χειρί τινος (Judg 7:9; 2 Esdr 9:7; cp. 2 Ch 36:17; 1 Macc 5:50; Just., D. 40, 2 ὁ τόπος τοῖς ἐχθροῖς ὑμῶν παραδοθήσεται) 1 Cl 55:5b.—W. indication of the goal, or of the purpose for which someone is handed over: in the inf. (Jos., Bell. 1, 655) παραδιδόναι τινά τινι φυλάσσειν αὐτόν hand someone over to someone to guard him (X., An. 4, 6, 1) Ac 12:4. W. local εἰς (OGI 669, 15 εἰς τὸ πρακτόρειόν τινας παρέδοσαν; PGiss 84 II, 18 [II A.D.] εἰς τ. φυλακήν): εἰς συνέδρια hand over to the local courts Mt 10:17; Mk 13:9. εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς hand someone over to the synagogues and prisons Lk 21:12. εἰς φυλακήν put in prison Ac 8:3; cp. 22:4. Also εἰς δεσμωτήριον (of a transcendent place of punishment: cp. PGM 4, 1245ff ἔξελθε, δαῖμον, … παραδίδωμί σε εἰς τὸ μέλαν χάος ἐν ταῖς ἀπωλείαις) Hs 9, 28, 7. ἑαυτοὺς εἰς δεσμά give oneself up to imprisonment 1 Cl 55:2a. W. final εἰς (cp. En 97:10 εἰς κατάραν μεγάλην παρα[δο]θήσεσθε): ἑαυτοὺς εἰς δουλείαν give oneself up to slavery 55:2b (cp. Just., D. 139, 4). εἰς τὸ σταυρωθῆναι hand over to be crucified Mt 26:2. εἰς τὸ ἐμπαῖξαι κτλ. 20:19. εἰς θλῖψιν 24:9. εἰς κρίμα θανάτου Lk 24:20. εἰς κρίσιν 2 Pt 2:4. εἰς θάνατον hand over to death (POxy 471, 107 [II A.D.]): Mt 10:21 (Unknown Sayings, 68 n. 3: by informing on the other); Mk 13:12; Hm 12, 1, 2f; pass.: ending of Mk in the Freer ms.; 2 Cor 4:11; 1 Cl 16:13 (Is 53:12); B 12:2; Hs 9, 23, 5. π. ἑαυτὸν εἰς θάνατον give oneself up to death 1 Cl 55:1; fig. hand oneself over to death Hs 6, 5, 4. εἰς θλῖψιν θανάτου παραδίδοσθαι be handed over to the affliction of death B 12:5. π. τὴν σάρκα εἰς καταφθοράν give up his flesh to corruption 5:1.—ἵνα stands for final εἰς: τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ he handed Jesus over to be crucified Mt 27:26; Mk 15:15; cp. J 19:16.—π. alone w. the mng. hand over to suffering, death, punishment, esp. in relation to Christ: κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν 1 Cl 16:7 (cp. Is 53:6).—Ro 8:32. Pass. 4:25; cp. B 16:5. π. ἑαυτὸν ὑπέρ τινος Gal 2:20 (GBerényi, Biblica 65, ’84, 490–537); Eph 5:25. παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ θεῷ he gave himself to God for us as a sacrifice and an offering vs. 2.—π. τινὰ τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός hand someone over to Satan for destruction of his physical body 1 Cor 5:5. οὓς παρέδωκα τῷ σατανᾷ, ἵνα whom I have turned over to Satan, in order that 1 Ti 1:20 (cp. INikaia I, 87, 4f of someone handed over to the gods of the netherworld for tomb violation [New Docs 4, 165]; also the exorcism PGM 5, 334ff νεκυδαίμων, … παραδίδωμί σοι τὸν δεῖνα, ὅπως … ; s. the lit. s.v. ὄλεθρος 2; also CBruston, L’abandon du pécheur à Satan: RTQR 21, 1912, 450–58; KLatte, Heiliges Recht 1920; LBrun, Segen u. Fluch im Urchr. ’32, 106ff). The angel of repentance says: ἐμοὶ παραδίδονται εἰς ἀγαθὴν παιδείαν they are turned over to me for good instruction Hs 6, 3, 6a (Demetr. Phaler. [IV/III B.C.] Fgm. 164 FWehrli ’49: Demosthenes παραδίδωσι ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ to be initiated into dramatic art).—ἑαυτοὺς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ they gave themselves over to debauchery Eph 4:19. ταῖς ἐπιθυμίαις τ. αἰῶνος τούτου Hs 6, 2, 3. ταῖς τρυφαῖς καὶ ἀπάταις 6, 2, 4. παρεδώκατε ἑαυτοὺς εἰς τὰς ἀκηδίας Hv 3, 11, 3 (s. ἀκηδία). Of God, who punishes evil-doers: παρέδωκεν αὐτοὺς εἰς ἀκαθαρσίαν he abandoned them to impurity Ro 1:24 (for the thought cp. 1QH 2:16–19. See also EKlostermann, ZNW 32, ’33, 1–6 [retribution]). εἰς πάθη ἀτιμίας to disgraceful passions vs. 26. εἰς ἀδόκιμον νοῦν vs. 28. παρέδωκεν αὐτοὺς λατρεύειν τῇ στρατιᾷ τοῦ οὐρανοῦ Ac 7:42. God, the All-Gracious One, is the subject of the extraordinary (s. lit. διδαχή 2) expression εἰς ὸ̔ν παρεδόθητε τύπον διδαχῆς = τῷ τύπῳ δ. εἰς ὸ̔ν π. (obedient) to the form of teaching, for the learning of which you were given over i.e. by God Ro 6:17 (cp. the ins. fr. Transjordania in Nabataean times NGG Phil.-Hist. Kl. Fachgr. V n.s. I, 1, ’36, p. 3, 1 Abedrapsas thanks his paternal god: παρεδόθην εἰς μάθησιν τέχνης=‘I was apprenticed to learn a trade’. AFridrichsen, ConNeot 7, ’42, 6–8; FBeare, NTS 5, ’59, 206–10; UBorse, BZ 12, ’68, 95–103; FDanker, Gingrich Festschr., ’72, 94).
    to entrust for care or preservation, give over, commend, commit w. dat. (cp. PFlor 309, 5 σιωπῇ παραδ. ‘hand over to forgetfulness’; Just., A II, 5, 2 τὴν … τῶν ἀνθρώπων … πρόνοιαν ἀγγέλοις … παρέδωκεν ‘[God] entrusted angels with concern for humans’; Tat. 7, 3 τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ παρεδόθησαν ‘they were handed over to their own stupidity’) παραδίδοσθαι τῇ χάριτι τοῦ κυρίου ὑπό τινος be commended by someone to the grace of the Lord Ac 15:40. Ἀντιόχεια, ὅθεν ἦσαν παραδεδομένοι τῇ χάριτι τοῦ θεοῦ εἰς τὸ ἔργον Antioch, from which (city they had gone out) commended to the grace of God for the work 14:26.—παρεδίδου τῷ κρίνοντι he committed his cause to the one who judges 1 Pt 2:23.
    to pass on to another what one knows, of oral or written tradition, hand down, pass on, transmit, relate, teach (Theognis 1, 28f passes on what he himself learned as παῖς, ἀπὸ τῶν ἀγαθῶν; Pla., Phil. 16c, Ep. 12, 359d μῦθον; Demosth. 23, 65; Polyb. 7, 1, 1; 10, 28, 3; Diod S 12, 13, 2 π. τινί τι pass on someth. to future generations εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα; Plut., Nic. 524 [1, 5]; Herm. Wr. 13, 15; Jos., C. Ap. 1, 60 τὴν κατὰ νόμους παραδεδομένην εὐσέβειαν; PMagd 33, 5 of a report to the police concerning the facts in a case; Just.; A I, 54, 1 τὰ μυθοποιηθέντα) Lk 1:2. παραδόσεις Mk 7:13 (of the tradition of the Pharisees, as Jos., Ant. 13, 297; cp. the rabbinic term מָסַר); 1 Cor 11:2. ἔθη Ac 6:14. ὁ ἡμῖν παραδοθεὶς λόγος the teaching handed down to us Pol 7:2 (Just., D. 53, 6). ἡ παραδοθεῖσα αὐτοῖς ἁγία ἐντολή 2 Pt 2:21 (ApcMos 23 τὴν ἐντολήν μου ἣν παρέδωκά σοι). ἡ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστις Jd 3. τὰ παραδοθέντα (Philo, Fuga 200) Dg 11:1. παρεδίδοσαν αὐτοῖς φυλάσσειν τὰ δόγματα they handed down to them the decisions to observe Ac 16:4.—(In contrast to παραλαμβάνειν [the same contrast in Diod S 1, 91, 4; 3, 65, 6; 5, 2, 3; PHerm 119 III, 22; BGU 1018, 24; PThéad 8, 25]) pass on 1 Cor 11:23a; 15:3; AcPlCor 2:4; EpilMosq 2. W. a connotation of wonder and mystery (of mysteries and ceremonies: Theon Smyrn., Expos. Rer. Math. p. 14 Hiller τελετὰς παραδιδόναι; Diod S 5, 48, 4 μυστηρίων τελετὴ παραδοθεῖσα; Strabo 10, 3, 7; Wsd 14:15 μυστήρια καὶ τελετάς. ParJer 9:29 τὰ μυστήρια … τῷ Βαρούχ; Just., D. 70, 1 τὰ τοῦ Μίθρου μυστήρια παραδιδόντες; cp. 78, 6. Cp. Herm. Wr. 13, 1 παλιγγενεσίαν; PGM 4, 475) πάντα (πᾶς 1dβ) μοι παρεδόθη ὑπὸ τ. πατρός μου Mt 11:27; Lk 10:22 (cp. Herm. Wr. 1, 32 πάτερ … παρέδωκας αὐτῷ [ὁ σὸς ἄνθρωπος is meant] τὴν πᾶσαν ἐξουσίαν; in Vett. Val. 221, 23 astrology is ὑπὸ θεοῦ παραδεδομένη τ. ἀνθρώποις.—For lit. on the saying of Jesus s. under υἱός 2dβ).—S. παράδοσις, end.
    to make it possible for someth. to happen, allow, permit (Hdt. 5, 67; 7, 18 [subj. ὁ θεός]; X., An. 6, 6, 34 [οἱ θεοί]; Isocr. 5, 118 [οἱ καιροί]; Polyb. 22, 24, 9 τῆς ὥρας παραδιδούσης) ὅταν παραδοῖ ὁ καρπός when the (condition of the) crop permits Mk 4:29.—On the whole word: WPopkes, Christus Traditus, ’67.—M-M. EDNT. TW. Spicq. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > παραδίδωμι

  • 8 πιστεύω

    πιστεύω (Trag.+) impf. ἐπίστευον; 1 aor. ἐπίστευσα; pf. πεπίστευκα; plpf. πεπιστεύκειν Ac 14:23 (on the omission of the augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.: fut. 3 pl. πιστευθήσονται Gen 42, 20; 1 aor. ἐπιστεύθην; pf. πεπίστευμαι (the word does not occur in Phlm, 2 Pt, 2 and 3J, Rv, MPol, or D. But it is a special favorite of J and 1J, where it is found 96 times and 9 times respectively; πίστις is not found in the gospel at all, and occurs in 1J only once, 5:4. Our lit. uses it quite predominantly in a transcendent sense, or at least w. transcendent coloring).
    to consider someth. to be true and therefore worthy of one’s trust, believe
    believe (in) someth., be convinced of someth., w. that which one believes (in) indicated
    α. by acc. of thing (Soph., Oed. Rex 646 τάδε; Aristot., Analyt. Pr. 2, 23, 68b, 13 ἅπαντα; PSI 494, 14 μηθέν; UPZ 70, 29 [152/151 B.C.] π. τὰ ἐνύπνια; ApcEsdr 7:12 p. 32, 26 τὸ βιβλίον τοῦτο) ἡ ἀγάπη πάντα πιστεύει 1 Cor 13:7. πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην we believe in the love 1J 4:16. πιστεύεις τοῦτο; J 11:26b. Cp. Ac 13:41 (Hab 1:5). Pass. ἐπιστεύθη τὸ μαρτύριον ἡμῶν our testimony was believed 2 Th 1:10b (cp. Aristot., EN 10, 2 p. 1172b, 15 ἐπιστεύοντο οἱ λόγοι; Gen 42:20).
    β. by means of a ὅτι-clause believe that (Plut., Mor. 210d; Aelian, VH 1, 16 p. 8, 9; Herm. Wr. 4, 4: Porphyr., Ad Marcellam 24; PLond III, 897, 12 p. 207 [I A.D.]; Tob 10:8 S; Job 9:16; 15:31; 39:12; La 4:12; 4 Macc 7:19; TestAbr A 18 p. 100, 18 [Stone p. 48]; ParJer 6:7; Just., A I, 18, 2 al.; Orig., C. Cels. 4, 89, 16) μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις Lk 1:45 (ὅτι here may=for: s. ὅτι 4b).—Mk 11:23; cp. vs. 24; J 8:24 (ὅτι ἐγώ εἰμι as Is 43:10); 11:27, 42; 13:19; 14:10; 16:27, 30; 17:8, 21; 20:31a; Ac 9:26; Ro 6:8; 10:9; 1 Th 4:14; Hb 11:6; Js 2:19a; 1J 5:1, 5; Hv 3, 8, 4; 4, 2, 4; m 1:1; 6, 2, 10b; Hs 2:5.—[ὅτι εἷς θεός] καὶ εἷς χριστός AcPl Ha 1, 17; AcPlCor 1:8. π. περί τινος ὅτι believe concerning someone that J 9:18 (M. Ant. 1, 15, 5 πιστεύειν περὶ ὧν λέγοι ὅτι οὕτως φρονεῖ=believe concerning whatever he might say, that it was what he actually thought; Just., D. 10, 1 π. ἡμῶν• ὅτι ἐσθίομεν ἀνθρώπους.—π. περί τινος as Plut., Lyc. 19, 4; Jos., Ant. 14, 267).
    γ. by the acc. and inf. (pres. Pla., Gorg. 524a; PTebt 314, 3 [II A.D.]; 4 Macc 5:25; Jos., C. Ap. 2, 160; Just., A I, 8, 2 al.; Ath. 20, 3) πιστεύω τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ εἶναι τὸν Ἰησοῦν Ac 8:37b.—GMary 463, 8.—IRo 10:2.—By the inf. (Thu 2, 22, 1; Job 15:22; AscIs 2:10 εἰς οὐρανὸν ἀναβῆναι) πιστεύομεν σωθῆναι Ac 15:11 (difft. JNolland, NTS 27, ’80, 112f [inf. of result: ‘we believe (in order) to be saved’]).—By the acc. and ptc. ἐν σαρκὶ αὐτὸν πιστεύω ὄντα I believe that he was in the flesh ISm 3:1.
    δ. by means of the dat. of thing give credence to, believe (Aeschyl., Pers. 786 θεῶν θεσφάτοισιν; Soph., Phil. 1374 τοῖς ἐμοῖς λόγοις, El. 886; Pla., Phd. 88c, Leg. 7, 798d; Polyb. 5, 42, 9; 9, 33, 1; Herodian 7, 5, 5 ἐλπίδι κρείττονι; BGU 674, 6 τῷ λόγῳ; 2 Ch 9:6 τοῖς λόγοις; Ps 105:24; Pr 14:15; Sir 19:15; En 104:13 ταῖς βίβλοις; Philo, Leg. All. 3, 229 τοῖς κενοῖς λογισμοῖς, Virt. 68 the sayings of God; Jos., C. Ap. 2, 286, Ant. 10, 39 τ. λόγοις; Tat. 18, 2 ὕλης οἰκονομία; Ath. 30, 2 ταῖς γοναῖς τοῦ Διό; Iren. 1, 10, 2 [Harv. I 92, 4] ἡ ἐκκλησία … π. τούτοις [sc. κήρυγμα and πίστις]) οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου Lk 1:20 (cp. Iambl., ViPyth. 28, 148 περὶ θεῶν μηδὲν θαυμαστὸν ἀπιστεῖν ‘concerning the gods nothing is so marvelous that it should occasion unbelief’). τῇ γραφῇ καὶ τῷ λόγῳ J 2:22. Cp. 4:50; 5:47ab. τοῖς γεγραμμένοις Ac 24:14 (Diod S 16, 52, 7 πιστεύσαντες τοῖς γεγραμμένοις). τῇ ἐπαγγελίᾳ τοῦ θεοῦ 2 Cl 11:1 (Diod S 1, 53, 10 τῇ τοῦ προρρήσει πιστεύειν; 19, 90, 3). τῷ ψεύδει, τῇ ἀληθείᾳ 2 Th 2:11, 12. τῇ καταλαλιᾷ Hm 2:2. τῇ ἀκοῇ ἡμῶν (Is 53:1; cp. Jos., C. Ap. 2, 14 π. ἀκοῇ πρεσβυτέρων) J 12:38; Ro 10:16; 1 Cl 16:3. τοῖς ἔργοις J 10:38b (=their testimony); Hm 6, 2, 10a (that they are good and must be followed).—Pass. ἐπιστεύθη τῷ λόγῳ μου they believed my word Hm 3:3.
    ε. w. prepositional expressions: εἰς Ro 4:18, if εἰς τὸ γενέσθαι αὐτόν here is dependent on ἐπίστευσεν. πιστεύειν εἰς τὴν μαρτυρίαν believe in the witness 1J 5:10c. ὁ Χριστιανισμὸς οὐκ εἰς Ἰουδαϊσμὸν ἐπίστευσεν the Christian way of life/Christianity did not commit itself to the Judean way/Judaism (s. Hdb. ad loc.) I Mg 10:3a; cp. b (Χριστιανισμόν, εἰς ὸ̔ν πᾶσα γλῶσσα πιστεύσασα). On πιστεύειν εἰς τὸ ὄνομά τινος s. 2aβ below. πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ believe in the gospel (so Ps 105:12 ἐπίστευσαν ἐν τοῖς λόγοις αὐτοῦ. Rather in the sense ‘put one’s trust in’ Sir 32:21 μὴ πιστεύσῃς ἐν ὁδῷ ἀπροσκόπῳ. See B-D-F §187, 6; Rob. 540. ALoisy, Les Évangiles synopt. I 1907, 430; 434; comm.) Mk 1:15 (Hofmann understands it as ‘on the basis of’, Wohlenberg ‘bei’; Lohmeyer is undecided; Dssm. and Mlt. 67f ‘in the sphere of’; s. p. 235). ἐν τῷ εὐαγγελίῳ οὐ πιστεύω IPhld 8:2 (s. Bihlmeyer ad loc.).—ἐπί τινι: πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται Lk 24:25; Ro 9:33 (Is 28:16).
    w. the pers. to whom one gives credence or whom one believes, in the dat. (Demosth. 18, 10; Aristot., Rhet. 2, 14 p. 1390a, 32; Polyb. 15, 26, 6 τοῖς εἰδόσι τὴν ἀλήθειαν; Herodian 2, 1, 10; PHib 72, 18; POxy 898, 29; PTebt 418, 15; Ex 4:1, 5; 3 Km 10:7; 2 Ch 32:15; Tob 2:14; Jer 47:14; JosAs 13:10; Philo, Praem. 49; Just., A I, 33, 5, D 7, 2 al.) τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν they did not believe those who saw him after he was raised from the dead Mk 16:14. Cp. Mt 21:25, 32abc; Mk 11:31; 16:13; Lk 20:5; J 5:46a; Ac 8:12; 26:27a (τ. προφήταις as Jos., Ant. 11, 96); 1J 4:1; Hm 6, 1, 2ab.—Also of Jesus and God whom one believes, in that one accepts their disclosures without doubt or contradiction: Jesus: Mt 27:42 v.l.; J 5:38, 46b; 6:30; 8:45, 46; 10:37, 38a. God: J 5:24; Ro 4:3 (Gen 15:6), 17 κατέναντι οὗ ἐπίστευσεν θεοῦ (= κατέναντι θεοῦ ᾧ ἐπίστευσεν); Gal 3:6; Js 2:23; 1 Cl 10:6 (all three Gen 15:6). ὁ μὴ πιστεύων τῷ θεῷ ψεύστην πεποίηκεν αὐτόν 1J 5:10b. AcPl Ha 3, 7.
    w. pers. and thing added π. τινί τι believe someone with regard to someth. (X., Apol. 15 μηδὲ ταῦτα εἰκῇ πιστεύσητε τῷ θεῷ) Hm 6, 2, 6.—W. dat. of pers. and ὅτι foll. (ApcEsdr 4:35 p. 29, 12 Tdf.): πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρί J 14:11a. Cp. 4:21; Ac 27:25.
    abs. (in which case the context supplies the obj., etc.; cp. ParJer 7:19 γέγονε δὲ τοῦτο, ἵνα πιστεύσωσιν) ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ• ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός, μὴ πιστεύσητε do not believe (him or it [the statement]) Mt 24:23; cp. vs. 26; Mk 13:21; Lk 22:67; J 3:12ab; 10:25f; 12:47 v.l.; 14:29; 16:31; 19:35; 20:8, 25; cp. GJs 19:3. J 20:29ab πιστεύσαντες those who have nevertheless believed (it=the fact of the Resurrection); Ac 4:4; 26:27b; 1 Cor 11:18 πιστεύω I believe (it=that there are divisions among you); 15:11; Js 2:19b even the daemons believe this; Jd 5. Pass. καρδίᾳ πιστεύεται with (or in) the heart men believe (it=that Jesus was raised fr. the dead) Ro 10:10.
    believe = let oneself be influenced κατά τινος against someone Pol 6:1.
    πιστεύομαι I am believed, I enjoy confidence (X., An. 7, 6, 33; Diod S 5, 80, 4 τοῖς μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν; 17, 32, 1; 1 Km 27:12; Jos., Ant. 10, 114; PGM 12, 279 πιστευθήσῃ=you will be believed) of Eve παρθένος πιστεύεται people believe that she is a virgin Dg 12:8, or perh. a virgin is entrusted (to someone without fear). S. 3 below.
    to entrust oneself to an entity in complete confidence, believe (in), trust, w. implication of total commitment to the one who is trusted. In our lit. God and Christ are objects of this type of faith that relies on their power and nearness to help, in addition to being convinced that their revelations or disclosures are true. The obj. is
    given
    α. in the dat. (cp. Soph., Philoct. 1374 θεοῖς πιστ.; X., Mem. 1, 1, 5; Ps.-Pla., Epinom. 980c πιστεύσας τοῖς θεοῖς εὔχου; Ptolem. Lagi [300 B.C.]: 138 Fgm. 8 Jac.; Maximus Tyr. 3, 8k τῷ Ἀπόλλωνι; Epict., app. E, 10 p. 488 Sch. θεῷ; Himerius, Or. 8 [=23], 18 πῶς Διονύσῳ πιστεύσω; how can I trust D.?; UPZ 144, 12 [164 B.C.] τ. θεοῖς; Jdth 14:10; Wsd 16:26; 4 Macc 7:21 al. in LXX; Philo, Leg. All. 3, 229 πιστεύειν θεῷ, Rer. Div. Her. 92 μόνῳ θεῷ, Op. M. 45, Sacr. Abel. 70 τῷ σωτήρι θεῷ, Abr. 269, Mos. 1, 225, Virt. 216 [on faith in Philo s. Bousset, Rel.3 446ff; EHatch, Essays in Biblical Gk. 1889, 83ff; ASchlatter, D. Glaube im NT4 1927; EBréhier, Les idées philosophiques et religieuses de Philon d’Alexandrie 1908, 21925; HWindisch, Die Frömmigkeit Philos 1909, 23ff; HWolfson, Philo ’47 I, 143–56, esp. II, 215–18; WPeisker, D. Glaubensbegriff bei Philon, diss. ’36]; Jos., Ant. 2, 117; 333; 3, 309; 20, 48, Bell. 3, 387 [s. ASchlatter, D. Theol. d. Judentums nach d. Bericht des Jos. ’32, 104ff]; Just., A I, 18, 6 al.). Some of the passages referred to in 1b above, end, are repeated, since they may be classified here or there w. equal justification. Of God: π. τῷ θεῷ (Orig., C. Cels. 4, 89, 15) Ac 16:34; 13:12 D; Tit 3:8; PtK 4 p. 16, 2; B 16:7; Hm 12, 6, 2; Hs 5, 1, 5. Cp. m 1:2; AcPl Ha 10, 13f. τῷ κυρίῳ (Sir 11:21; 2:8) Hv 4, 2, 6. οἱ πιστεύσαντες τῷ κυρίῳ διὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Hs 9, 13, 5. τῷ θεῷ w. ὅτι foll. m 9:7; cp. Hs 1:7.—Of Christ: Mt 27:42 v.l. (for ἐπʼ αὐτόν); J 6:30 (σοί=vs. 29 εἰς ὸ̔ν ἀπέστειλεν ἐκεῖνος); J 8:31 (αὐτῷ=vs. 30 εἰς αὐτόν, but see Mlt. 67f; JSwetnam argues for a plpf. sense here: Biblica 61, ’80, 106–9); Ac 5:14; 18:8a (both τῷ κυρίῳ); Ro 10:14b (οὗ οὐκ ἤκουσαν = τούτῳ [about equivalent to εἰς τοῦτον; cp. vs. 14a] οὗ οὐκ ἤκ.); 2 Ti 1:12; ITr 9:2; Hs 8, 3, 2.—Pass. be believed in (X., Cyr. 4, 2, 8; 6, 1, 39; Pla., Lach. 181b; Ps.-Demosth. 58, 44 al.; 1 Km 27:12; Just., D. 7, 3; Tat. 10, 2. S. B-D-F §312, 1; also s. Rob. 815f) ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ 1 Ti 3:16.—π. τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ believe in the name of the Son, i.e. believe in the Son and accept what his name proclaims him to be 1J 3:23.
    β. w. εἰς (cp. Hippol., Elench. 6, 19, 7 W. οἱ εἰς τὸν Σίμωνα καὶ τὴν Ἑλένην πεπιστευκότες; Just., D. 35, 8 al.) God (BGU 874, 11 π. εἰς τὸν θεόν): J 12:44b; 14:1a (cp. ET 21, 1910, 53–57; 68–70; 138f); 1 Pt 1:21 v.l.=Pol 2:1.—Christ: Mt 18:6; Mk 9:42; J 2:11; 3:15 v.l., 16, 18a, 36; 4:39; 6:29, 35, 40, 47 v.l.; 7:5, 31, 38f, 48; 8:30; 9:35f; 10:42; 11:25, 26a, 45, 48; 12:11, 36 (εἰς τὸ φῶς), 37, 42, 44a, 46; 14:1b, 12; 16:9; 17:20; Ac 10:43; 14:23; 18:8 D; 19:4; Ro 10:14a; Gal 2:16; Phil 1:29; 1 Pt 1:8; 1J 5:10a; AcPlCor 2:31; Hs 8, 3, 2.—εἰς τὸ ὄνομα Ἰησοῦ (or αὐτοῦ, etc.) J 1:12; 2:23; 3:18c; 1J 5:13 (s. ὄνομα 1dβ and s. 2aα above, end). π. εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ITr 2:1. π. εἰς τὸ αἷμα Χριστοῦ ISm 6:1.
    γ. w. ἐπί and dat., of God Ac 11:17 D. Of Christ: Mt 27:42 v.l.; J 3:15 v.l.; Ro 9:33; 10:11; 1 Pt 2:6 (the last three Is 28:16); 1 Ti 1:16.
    δ. w. ἐπί and acc. (Wsd 12:2; Just., D. 46, 1 al.) of God: Ac 16:34 D; Ro 4:5, 24; PtK 3 p. 15, 12. Of Christ: Mt 27:42; J 3:15 v.l.; Ac 9:42; 11:17; 16:31; 22:19.
    ε. π. ἔν τινι believe in someone (Jer 12:6; Da 6:24 Theod.; Ps 77:22) is questionable in our lit.: in J 3:15 the best rdg. is ἐν αὐτῷ and is prob. to be construed w. ἔχῃ (in J πιστεύω usually takes the prep. εἰς when expressing the obj. of belief, as in 3:16); in Eph 1:13 both occurrences of ἐν ᾧ are prob. to be construed w. ἐσφραγίσθητε (=‘in connection with whom you have been sealed’ [cp. 4:30]); the acts of hearing and believing are coordinate, and πιστεύσαντες, along w. ἀκούσαντες, is used abs. (so REB; less clearly NRSV). But s. 1aε above: π. ἐν τῷ εὐαγγελίῳ Mk 1:15; IPhld 8:2.
    not expressed at all (the abs. πιστεύειν in a transcendent sense: Aeschin., In Ctesiph. 1 ἐγὼ πεπιστευκὼς ἥκω πρῶτον τοῖς θεοῖς; Aristot., Rhet. 2, 17, 1391b, 1ff; Plut., Mor. 170f; Porphyr., Ad Marcellam 24 πιστεῦσαι δεῖ, ὅτι [=because] μόνη σωτηρία ἡ πρὸς τὸν θεὸν ἐπιστροφή; Herm. Wr. 9, 10ab ἐπίστευσε καὶ ἐν τῇ καλῇ πίστει ἐπανεπαύσατο; cp. 1, 32 πιστεύω καὶ μαρτυρῶ=PapBerl 9795 [RReitzenstein, Studien z. antiken Synkretismus 1926, p. 161, 2]; Num 20:12; Ps 115:1; Is 7:9; Sir 2:13; 1 Macc 2:59; Philo, Rer. Div. Her. 14; 101, Deus Imm. 4, Mut. Nom. 178; τότε πιστεύσεις θέλων καὶ μὴ θέλων Theoph. Ant. 1, 8 [p. 74, 7]) Mk 15:32; 16:16f; Lk 8:12f; J 1:7, 50; 3:15, 18b; 4:41f, 48, 53; 5:44; 6:36, 47, 64ab, perh. 69 (MEnslin, The Perf. Tense in the Fourth Gosp.: JBL 55, ’36, 121–31, esp. 128); 9:38; 10:26; 11:15, 40; 12:39; 20:31b; Ac 4:4; 8:13, 37a; 11:21; 13:12, 39, 48; 14:1; 15:5, 7; 17:12, 34; 18:8b, 27; 19:2; 21:25; Ro 1:16; 3:22; 4:11; 10:4; 13:11; 15:13; 1 Cor 1:21; 3:5; 15:2; Gal 3:22; Eph 1:13, 19; 1 Th 2:10, 13; Hb 4:3; 1 Pt 2:7; 1 Cl 12:7; 2 Cl 17:3; 20:2; B 9:3; B 11:11; ISm 3:2; Hs 8, 10, 3; 9, 17, 4; 9, 22, 3. τὸ πιστεύειν faith IMg 9:2. ἐν ἀγάπῃ πιστεύειν IPhld 9:2 (ἐν ἀγάπῃ is here used adv.).—Participles in the var. tenses are also used almost subst.: (οἱ) πιστεύοντες (the) believers, (the) Christians (Orig., C. Cels. 1, 13, 34; Did., Gen. 106, 6) Ac 2:44; Ro 3:22; 1 Cor 14:22ab (opp. οἱ ἄπιστοι); 1 Th 1:7; Hs 8, 3, 3. (οἱ) πιστεύσαντες (those) who made their commitment = (those) who became believers, (the) Christians, Ac 2:44 v.l.; 4:32; 2 Th 1:10a; 2 Cl 2:3; Hs 9, 19, 1. οἱ πεπιστευκότες those who became (and remained) believers Ac 19:18; 21:20 (Just., D. 122, 2).—οἱ μέλλοντες πιστεύειν future believers 1 Cl 42:4; Hm 4, 3, 3a. οἱ νῦν πιστεύσαντες those who have just come to believe ibid. 4, 3, 3b.
    A special kind of this faith is the confidence that God or Christ is in a position to help suppliants out of their distress, have confidence (some of the passages already mentioned might just as well be classified here) abs. ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι may it be done to you in accordance with the confidence you have Mt 8:13. ὅσα ἂν αἰτήσητε πιστεύοντες whatever you pray for with confidence 21:22. Cp. Mk 5:36; 9:23f; Lk 8:50; 2 Cor 4:13a (Ps 115:1), b. W. ὅτι foll.: πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; do you have confidence that I am able to do this? Mt 9:28.—Mk 11:23.
    entrust τινί τι someth. to someone (X., Mem. 4, 4, 17; Plut., Mor. 519e; Athen. 8, 341a; Lucian, Dial. Deor. 25, 1; SIG2 845, 7, see for numerous other examples index VI p. 384b. Cp. Wsd 14:5; 1 Macc 8:16; 4 Macc 4:7; TestJob 11:11; Jos., Bell. 4, 492; Hippol., Ref. 9, 12, 6) τὸ ἀληθινὸν τίς ὑμῖν πιστεύσει; Lk 16:11. αὐτῷ τοσούτων πιστευο̣μ̣έ̣ν̣ω̣ν̣ since so many (or so much) were ( was) entrusted to him AcPl Ha 7, 21 (connection uncertain). αὐτόν (so N. and Tdf.; v.l. ἑαυτόν) τινι trust oneself to someone (Brutus, Ep. 25; Plut., Mor. 181d ἀνδρὶ μᾶλλον ἀγαθῷ πιστεύσας ἑαυτὸν ἢ ὀχυρῷ τόπῳ=entrusting himself to a good man rather than to a stronghold; EpArist 270; Jos., Ant. 12, 396) J 2:24 (EStauffer, CDodd Festschr., ’56, 281–99.—Diod S 34 + 35 Fgm. 39a οὐ τοῖς τυχοῦσι φίλοις ἑαυτὸν ἐπίστευσεν=he did not trust himself to casual friends).—Pass. πιστεύομαί τι (B-D-F §159, 4) I am entrusted with someth. (Pla., Ep. 1, 309a; Polyb. 8, 17, 5; 31, 26, 7; Diod S 20, 19, 2; Appian, Bell. Civ. 2, 136 §568 ἃ ἐπιστεύθην; ins; pap [e.g. PLond I, 121, 608 p. 203]; Jos., Bell. 5, 567, Vi. 137; Ath. 24, 3. Cp. Esth 8:12e.—Dssm., LO 320f [LAE 379]). ἐπιστεύθησαν τὰ λόγια τοῦ θεοῦ Ro 3:2. πεπίστευμαι τὸ εὐαγγέλιον Gal 2:7 (PGM 13, 140 ὁ ὑπό σου πάντα πιστευθείς; 446); cp. 1 Th 2:4; 1 Ti 1:11.—Tit 1:3. οἰκονομίαν πεπίστευμαι 1 Cor 9:17; cp. Dg 7:1. S. also 7:2; IMg 6:1; IPhld 9:1ab. πιστεύομαί τι παρά τινος I am entrusted by someone with someth. (Polyb. 3, 69, 1; Jos., Bell. 1, 667): οἱ πιστευθέντες παρὰ θεοῦ ἔργον τοιοῦτο 1 Cl 43:1.
    be confident about, a unique use found in ὸ̔ς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, someth. like the one is confident about eating anything Ro 14:2 (a combination of two ideas: ‘the pers. is so strong in the faith’ and: ‘the pers. is convinced that it is permissible to eat anything’; in brief: not cultically fussy. See Ltzm., Hdb. ad loc.; but also B-D-F §397, 2). Another probability is the sense
    think/consider (possible), in Ro 14:2 perh. holds everything possible; cp. J 9:18 οὐκ ἐπίστευσαν they refused to entertain the possibility, and Ac 9:26. S. 4 above.—For lit. s. πίστις, end. DELG s.v. πείθομαι. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πιστεύω

  • 9

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 10

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 11 τίθημι

    τίθημι [pron. full] [τῐ], [ per.] 2sg.
    A

    τιθεῖς Pi.P.8.11

    , S.Ph. 992 cod. B ( τιθείς LA rec.), E.Cyc. 545 codd. Lp (- θείς P,

    τίθης

    l), Alc.

    890

    codd. pler., corrupted to

    τιθείς Pl.R. 376e

    Stob., Arr.Epict.3.22.76, Pl.Euthd. 301e ([etym.] ἐπι-), Lib. Or.46.28 ([etym.] προς-) ; ἐν-τιθεῖς (v.l. -εὶς) Ar.Eq. 717;

    περι-τιθεῖς BGU 1141.19

    (i B.C.); but τίθης is found in Pl.R.l.c. codd. AD, Ar. l.c. cod. A, Lib.Or.27.11 ([etym.] προς-), etc., and is taught by Choerob. in Theod. 2.328 H.; [dialect] Ep.

    τίθησθα Od.9.404

    , 24.476, and so in [dialect] Aeol., Alc.Supp.4.27 (

    τίθεισθα Hsch.

    ); [ per.] 3sg.

    τίθησι Il.4.83

    , al., and [dialect] Att.; [dialect] Dor.

    τίθητι SIG 331.13

    (Megara, iv B.C.), Theoc.3.48; [ per.] 3pl.

    τιθέασι Th.5.96

    , Alex.128; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    τιθεῖσι Il.16.262

    , Hes.Th. 597, Hdt.2.91 (also A.Ag. 466 (lyr.)); [dialect] Aeol. τίθεισι ([etym.] προ-) Schwyzer 631 A 2 (ii B.C.); [dialect] Dor.

    τίθεντι IG12(3).103.10

    ([place name] Nisvrus); [dialect] Ion. [ per.] 3sg.

    τιθεῖ Il.13.732

    , Mimn.1.6, Hdt. 1.113, also Arc., SIG559.16 (Megalop., iii B.C. ) (

    τιθῶ Luc.Ocyp.43

    ,81, διατιθῶ cited by A.D.Synt.290.6): [tense] impf.

    ἐτίθην Pl.Grg. 500b

    ;

    ἐτίθεις Id.R. 528d

    , Ar.Nu.59 ([etym.] ἐν-), etc.;

    ἐτίθει Il.18.541

    , al., Ar.Ach. 532, Nu. 63 ([etym.] προς-), etc., [dialect] Ep.

    τίθει Il.1.441

    , al.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    τίθεσαν Od.22.456

    ;

    τίθεν Pi.P.3.65

    ;

    πρό-τιθεν Od.1.112

    (Aristarch.); late

    ἐτίθουν Act.Ap.4.35

    ; [dialect] Ion. [tense] impf. τίθεσκον Hes Fr.112; ἐτίθεα ([etym.] ὑπερ-) Hdt.3.155: imper.

    τίθει Il.1.509

    , etc.; inf. τιθέναι, not in Hom. or Hes.; [dialect] Ep.

    τιθήμεναι Il.23.83

    ;

    τιθέμεν Hes.Op. 744

    , Pi.P.1.40;

    τιθεῖν Thgn.286

    , IG12(9).189.5 ([place name] Eretria); written

    τιθῖν Byzantion 8.50

    (Phrygia, iv A.D.); part. τιθείς, but [dialect] Ion. pl. τιθεῦντες v.l. in Hdt.2.91: [tense] fut. θήσω, [dialect] Ep. inf.

    θησέμεναι Il.12.35

    ,

    θησέμεν Pi.P.10.58

    : [tense] aor.1 ἔθηκα, only used in indic., and mostly in sg., for though [ per.] 3pl. is common, the 1 and [ per.] 2pl. are rare, X.Mem.4.2.15, ([etym.] ἀν-) Hyp.Eux.9; even ἔθηκαν is very rare in early Attic,

    ἀνέθηκαν IG2.1620d

    , 22.2971 (both iv B.C.), but is found in Plb.8.4.4, etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    θῆκαν Il.24.795

    , etc.: [tense] aor. 2 ἔθην, not used in indic. sg., whereas pl. is very common, ἔθεμεν, ἔθετε, ἔθεσαν, [dialect] Ep.

    θέσαν 12.29

    , etc.; imper.

    θές Ar.Lys. 185

    , etc.; [dialect] Lacon. [ per.] 3sg. σέτω ib. 1081; subj. θῶ, [dialect] Aeol. and [dialect] Ion.

    θέω Sapph.12

    , ([etym.] προς-) Hdt.1.108, [dialect] Ep.

    θείω Il.16.83

    , al. (for Θή-ω); [dialect] Ep. 2 and [ per.] 3sg. θήῃς, θήῃ, 6.432, 16.96, Od.10.301, 341 (sts. with the opt. forms θείης, θείη as v.l.); [dialect] Ep. [ per.] 1pl. θέωμεν (disyll.) 24.485, θείομεν (for Θήο-μεν, short-vowel subjunctive) Il.23.244, Od.13.364; opt. θείην, [ per.] 1pl.

    θεῖμεν 12.347

    , Pl.Prt. 343e ( θείημεν codd. BT),

    προς-θεῖμεν Id.R. 370d

    , and

    κατα-θεῖτε D.14.27

    ; [ per.] 3pl.

    θεῖεν S.OC 865

    ; inf. θεῖναι, [dialect] Ep.

    θέμεναι Il.2.285

    ,

    θέμεν Od.21.3

    , Hes.Op.61,67; [dialect] Dor.

    θέμειν IG 12(1).677.13

    (Rhodes, iv B.C.); part.

    θείς Il.23.254

    , etc.: [tense] pf. τέθηκα [dialect] Att. Inscrr., IG22.2490.7 (iv B.C.), ([etym.] ἀνα-) ib.839.38, 1299.44, 1534.76, also at Delos, ib.11(2).161 A6 (iii B.C.), etc., and in Papyri, POxy. 1087.42 (i B.C.);

    τέθεικα PCair.Zen. 324

    (iii B.C.), ([etym.] ὑπο-) PPetr.3p.53 (iii B.C.), ([etym.] ἐκ-) UPZ62.4 (ii B.C.), ([etym.] ἀνα-) IG22.1011.71,80 (ii B.C.), ([etym.] προς-) Str.1.2.23; hence some editors restore τέθηκα for τέθεικα in Attic authors, as X.Mem.4.4.19, D.20.55, 22.16, 27.36, Alex.15.13; Phocian [ per.] 3pl.

    ἀνα-τεθέκαντι BCH59.202

    ([place name] Daulis):—[voice] Med. τίθεμαι, [ per.] 2sg.

    τίθεσαι Pl.Tht. 202c

    ; τίθη or τίθῃ dub. in PTeb.768.9 (ii B.C.); as [voice] Pass., AP11.300 (Pall.); imper.

    τίθεσο Ar. Pax 1039

    , Pl. Sph. 237b,

    τίθου A.Eu. 226

    , [dialect] Dor. τίθευσο cj. in AP9.564 (Nic., τιθεύσω cod., τίθεσσο Plan., cf. ἀφίκευσο); [dialect] Ep. part.

    τιθήμενος Il.10.34

    : [tense] fut.

    θήσομαι 24.402

    , etc.: [tense] aor. 1 ἒθηκάμην, only in indic. and part., and never in [dialect] Att.; [ per.] 2sg.

    ἐθήκαο Theoc.29.18

    ; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    θήκατο Il.10.31

    , Hes.Sc. 128; part.

    θηκάμενος Thgn.1150

    , Pi.P.4.29: [tense] aor. 2

    ἐθέμην Il.2.750

    , etc.; [dialect] Ep. and Lyr. [ per.] 3sg.

    θέτο 10.149

    , Pi.N.10.89; imper.

    θέο Od. 10.333

    ,

    θοῦ S.OC 466

    ; subj.

    θῶμαι E.HF 486

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 2sg.

    θῆαι Od. 19.403

    ; opt.

    θείμην S.Ant. 188

    , etc.; [ per.] 3sg.

    θεῖτο Od.17.225

    , A.Pr. 527 (lyr.), Pl.Tht. 195c, etc. (πρός-θοιτο, -θοισθε, ἔν-θοιτο are found in D. 11.6, 21.188, 34.17, but

    προς-θεῖτο Id.6.12

    codd.; ἐπιθοίμεθα, -θοιντο, Th.6.34,11; cf.

    τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    ): [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass.

    τίθεμαι SIG57.25

    (Milet., v B.C.), Pl.Lg. 705e, 744a: [tense] fut.

    τεθήσομαι E.El. 1268

    , Pl.Lg. 730b, D.24.17: [tense] aor.

    ἐτέθην E.HF 1245

    , Lys.31.28, etc. (

    ἐθέθην IG14.862

    (Cumae, vi B.C.)): [tense] pf. τέθειμαι, rare in early Gr., LXX 1 Ki.9.24, Ev.Marc.15.47, ([etym.] προς-) Arist.Mech. 853a35; inf.

    τεθεῖσθαι Ar.Fr. 327

    codd. (but f.l.); part.

    τεθειμένος Demad.12

    , ([etym.] προ-) X.Hier.9.11, ([etym.] δια-) Men.591; also used in med. sense, D.21.49, SIG705.17 (Delph., ii B.C.), BGU1735.11 (i B.C.), Luc.Somn.9, ([etym.] ἐν-) D.34.16, ([etym.] προ-) Supp.Epigr.7.62.6 (Seleucia Pieria, ii B.C.), ([etym.] συν-) OGI229.62 (Smyrna, iii B.C.); ὑπεκ-τεθημένος (sic) BCH54.269 (Rhamnus, iii B.C.); ἀνα-τέθηται (pass. sense) Phld.Mus.p.81 K.; Phocian [tense] pf. part. (med. sense)

    ἀνα-τεθεμένος BCH59.202

    ([place name] Daulis):— the [voice] Pass. never occurs in Hom., and is generally rare, κεῖμαι being used instead.
    A in local sense, set, put, place,

    λίθον Il.21.405

    , cf. IG12.373.10, al.;

    θεμείλια Il.12.29

    ; τέρματα τ. Od.8.193; κλισίην, θρόνον τ. τινί, set a stool or chair for him, 4.123, 8.65 (so in [voice] Med., set for oneself,

    δίφρον 20.387

    );

    ἐκελήσατο θέμεν τὰν κλίναν, ἐφ' ἇς τὰν Σωστράταν ἔφερον

    lay down,

    IG42(1).122.31

    (Epid., iv B.C.); πόδα τ. plant the foot, i.e. walk, run, A.Eu. 294, E.IT32: so in [voice] Med., τετράποδος βάσιν θηρὸς τιθέμενος, i.e. going on all fours, Id.Hec. 1059 (lyr.): the mode is expressed by Advbs. or Preps.,
    a with Advbs., τ. τι πυρὸς ἐγγύς, ἀπάνευθε πυρός, Od.14.518, Il.18.412;

    προπάροιθε ποδῶν 20.324

    ;

    χαμαὶ τ. τὸν πόδα A.Ag. 906

    ; τὰ ἄνω κάτω and τὰ κάτω ἄνω τ. Hdt.3.3, cf. A.Eu. 651, etc.: with Advbs. implying motion,

    ἄλλοσε θῆκε Od.23.184

    , 204;

    ἔχεις.. ὅποι θήσεις Pl.R. 479c

    :—[voice] Med.,

    ὅποι.. τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    .
    b with Preps. of local sense,

    θεῖσα στέφανον ἀμφὶ βοστρύχοις E.Med. 1160

    ([voice] Med.,

    ἀμφ' ὤμοισι τιθήμενον ἔντεα Il.10.34

    ); ἀνά τινι or τι, as

    ἂμ βωμοῖσι Il.8.441

    ;

    ἀνὰ μυρίκην 10.466

    ; ἐπί τινος, τινι, or τι, as

    εἵματα ἐπ' ἀπήνης Od.6.252

    , cf. Il.16.223, etc.;

    ἐπὶ κρατὶ κυνέην 15.480

    ;

    πέπλον Ἀθηναίης ἐπὶ γούνασι 6.92

    (v. infr.111.2); ἐπὶ [θρόνον τὰ ἱμάτια] Hdt.1.9, cf. A.Supp. 483, etc.; τὴν ἀρχὴν (sc. τοῦ ἐπιδέσμου) κατὰ μεσοφρύου, ἐπὶ ἰνίον, etc., Sor.Fasc.1,2, al.; ὑπό τινι or τι, as

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ Il.24.644

    ;

    ἀμβροσίην ὑπὸ ῥῖνά τινι Od.4.445

    : most freq. with the Preps. ἐν or εἰς, put in or put into.., as

    θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ ἄκμονα Il.18.476

    ;

    τόξα ἐν πυρί 5.215

    ;

    ἐν κίστῃ ἐδωδήν Od.6.76

    ; ἐν λεχέεσσι θ. [τινά] Il.18.352 (so in [voice] Med., ἐς δίφρον ἄρνας θέτο put into the car, 3.310;

    ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἐν τῷ σώματι 1 Ep.Cor.12.18

    ); ἐς λάρνακα, ἐς κάπετον, Il.24.795, 797;

    ἐς ταφάς S.Aj. 1110

    ([voice] Med.,

    ἐν τάφοισι θέσθε Id.OC 1410

    ), cf. Ant. 504, Tr. 1254.
    c in Poets also with dat. only,

    χρήματα μυχῷ ἄντρου Od.13.364

    (so in [voice] Med.,

    κολεῷ ἄορ θέο 10.333

    ), cf. S.Tr. 691, E.Hel. 1064.--The same constructions will be found under many of the following heads.
    II Special phrases:
    1 θεῖναί τινί τι ἐν χερσίν, ἐν χειρί, put it in his hands, Il.1.441, 585, etc.; ἐν χερσί or

    χείρεσσί τινος 6.482

    , 23.597;

    οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσι Od.14.448

    ; ἐς χεῖρά τινος into his hand, S.Aj. 751.
    2 of women, θέσθαι παῖδα, υἱὸν ὑπὸ ζώνῃ, to have a child put under her girdle, i.e. to conceive, h.Ven. 255, 282.
    3 ἐν ὄμμασι θέσθαι set before one's eyes, Pi.N.8.43.
    4 set a plant, X.Oec.19.7,9.
    b lay a mosaic, PCair.Zen.665.10,15 (iii B.C.).
    5 θέσθαι τὴν ψῆφον lay one's voting-pebble on the altar, put it into the urn,

    ἐς τεῦχος οὐ διχορρόπως ψήφους ἔθεντο A.Ag. 816

    : hence simply, give one's vote, ἐπὶ φόνῳ for death, E.Or. 756 (troch.); ἑωυτῷ in one's own favour, Hdt.8.123;

    σὺν τῷ νόμῳ X.Cyr.1.3.17

    ; εὔφρονα, δικαίαν τὴν ψῆφον τ., A.Supp. 640 (lyr.), Lycurg.128, etc.; and in [voice] Pass.,

    ἔστω δὴ φανερὰ ἡ ψῆφος τιθεμένη Pl.Lg. 855d

    : also γνώμην θέσθαι, c. inf., give one's opinion, Hdt.7.82;

    περὶ ἡμῶν And.3.21

    : τίθεσθαι abs., vote,

    γνώμῃ S.Ph. 1448

    codd. (anap., γνώμην Lambinus), Hld.2.29;

    μετά τινος A.Supp. 644

    (lyr.);

    ἐναντία τινί Pl.Phlb. 58b

    ; τινι S.E.P.2.37 codd., Lib.Decl.1.65.
    6 in Hom., θεῖναί τινί τι ἐν στήθεσσι, ἐν φρεσί, etc., put or plant it in his heart,

    ἐν στήθεσσι τιθεῖ νόον Il.13.732

    ; βουλὴν ἐν στήθεσσι τ. 17.470;

    ἔπος ἐν φρεσί 19.121

    , al.; also

    μένος δέ οἱ ἐν φρεσὶ θῆκε 21.145

    :—[voice] Med., ἄγριον ἐν στήθεσσι θέτο θυμόν laid up wrath in his heart, treasured it there, 9.629;

    ἐν φρεσὶ θέσθε αἰδῶ καὶ νέμεσιν 13.121

    ; τοῖσιν κότον αἰνὸν ἔθεσθε harboured enmity against them, 8.449;

    καθαρὸν θέμενος νόον Thgn.89

    ;

    θέμενος ἄγναμπτον νόον A.Pr. 164

    (lyr.); ἐνὶ φρεσὶ θέσθαι, c. inf., bear in mind, think of doing a thing, Od.4.729;

    θ. [τι] ἐν καρδίᾳ Ev.Luc. 1.66

    .
    7 deposit, as in a bank,

    τὰ πρυτανεῖα πρὸς τοὺς ἄρχοντας IG12.22.33

    ;

    θεὶς ἐπὶ τὴν τράπεζαν τὰς τετταράκοντα μνᾶς Hyp.Ath.5

    ;

    ἐνέχυρον τιθέναι τι Ar.Pl. 451

    , cf. Ec. 755, D.41.11, PEnteux.32.7 (iii B.C.), etc.:—[voice] Med.,

    τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης θέσθαι παρά τινα Hdt.6.86

    .ά, cf. Od.13.207;

    τὴν τιμὴν θήσονται ἐπὶ τὴν τράπεζαν, ἕως.. PCair.Zen.723.11

    (iii B.C.);

    ἐγγύην θέσθαι A.Eu. 898

    ;

    συνθήκας παρά τινι Lycurg.23

    :—[voice] Pass.,

    τὰ ληφθέντα καὶ τὰ τεθεντα D.49.5

    (but [voice] Act. and [voice] Med. are sts. distd., ὁ θείς the mortgagor, ὁ θέμενος the mortgagee,

    τοὺς θέντας ἡμᾶς ἢ καὶ τοὺς θεμένους ὑμᾶς Pl.Lg. 820e

    , cf. Hyp.Fr. 169, D.53.10; τίθεσθαι seems to have the same meaning as ὑποτίθεσθαι in IG22.43.41, 2758.4, 12(7).55.12 (Arcesine, iv/iii B.C.), but the two are distd. in Supp.Epigr.3.760 (Euboea, iv B.C.)): metaph., χάριν or χάριτα θέσθαι τινί deposit a claim for favour with one, lay an obligation on one, Hdt.9.60, 107, cf. A.Pr. 783, etc.
    8 pay down, pay, τόκον, εἰσφοράν, μετοίκιον, D.41.9, 22.43, 29.3;

    τὸ γιγνόμενον Id.18.104

    ;

    τὸν πριάμενον ἑκατοστὴν τιθέναι τῆς τιμῆς Thphr.Fr.97.1

    ;

    τὴν τιμήν PRev.Laws 18.13

    (iii B.C.);

    τὰ μέρη PCair.Zen.218.33

    (iii B.C.); [τὰς δραχμὰς] εἰς ἀνήλωμα τοῦ πλοίου ib.753.64 (iii B.C.):—[voice] Med.,

    θέμενος ἀρραβῶνα PFlor.303.3

    (vi A.D.).
    10 in military language, τίθεσθαι or θέσθαι τὰ ὅπλα has four senses,
    a rest arms, i.e. halt, with arms in an easy position but ready for action, Th.4.44,93, 7.3; θέμενοι ἐς τὴν ἀγορὰν τὰ ὅπλα advancing to the market-place and resting arms there, Id.2.2, cf. Hdt.9.52, X.An.1.5.14, 17, 1.6.4, etc.; εἰς τάξιν τὰ ὅπλα τ. ib.2.2.21, 5.4.11; so ἐν τάξει ib.2.2.8; ἀντία τισί over against them, Hdt.5.74 (in 1.62 ἀντία ἔθεντο τὰ ὅπλα over against it (the temple)); poet., πάτρας ἕνεκα εἰς δῆριν ἔθεντο ὅπλα Inscr. ap. D.18.289.
    b bear arms, fight,

    τὸ θυμοειδὲς.. ἐν τῇ τῆς ψυχῆς στάσει τίθεσθαι τὰ ὅπλα πρὸς τὸ λογιστικόν Pl.R. 440e

    ;

    τοῦ δήμου.. παρακαλοῦντος τοὺς στρατιώτας τίθεσθαι πρὸς τὴν πόλιν IG22.666.10

    ;

    ὃς ἂν μὴ θῆται τὰ ὅπλα μηδὲ μεθ' ἑτέρων Arist.Ath.8.5

    , cf. Lys.31.14, D.21.145; so ὁπόσοιπερ ἂν ὅπλα ἱππικὰ ἢ πεζικὰ τιθῶνται who serve on horseback or on foot, Pl.Lg. 753b, cf. 756a;

    ἐν ταῖς ναυσὶ τὰ ὅπλα θέσθαι Plu.Cim.5

    .
    c lay down one's arms, surrender, D.S.20.31,45; so, without the idea of surrender, θέσθαι τὰς ἀσπίδας X.HG2.4.12 (but [voice] Act.,

    τὰ ὅπλα θείς Plu.2.759a

    ).
    II lay in the grave, bury,

    ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέα 23.83

    (freq. with words added, ἐν τάφοισι, ἐς ταφάς, etc., v. supr. 1 b); ποῦ σφε θήσομεν χθονός; A.Th. 1006 (lyr.):— [voice] Pass.,

    τὰ δὲ ὀστᾶ φασι.. τεθῆναι.. ἐν τῇ Ἀττικῇ Th.1.138

    , cf. Pl.Mx. 242c, Lg. 947e;

    ἄλλῳ δὲ μηδενὶ ἐξεῖναι ἐν τῷ πυργίσκῳ τεθῆναι μετὰ τὸ ἐνταφῆναι αὐτήν· ἐπεὶ ὁ θείς τινα ἀσεβὴς ἔστω θεοῖς καταχθονίοις TAM 2(1).51

    ([place name] Telmessus), cf. 55, al., AJP48.30 ([place name] Apamea), Supp.Epigr. 6.221 ([place name] Phrygia), etc.
    12

    τιθέναι τὰ γόνατα

    kneel down,

    Ev.Marc. 15.19

    , Ev.Luc.22.41, al.
    III set up, of the prizes in games,

    ἄεθλα Il.23.263

    , etc.; ἀέθλιον ib. 748;

    νικητήρια S.Fr. 537

    (so in [voice] Pass., τὰ τιθέμενα the prizes, D.61.25); also with the object offered as the prize, τ. δέπας, βοῦν, σόλον, etc., Il.23.656, 750, 826, al., cf. Hdt. 1.144, S.Aj. 573:—this is more fully expressed by ἐς μέσσον τ., Il.23.704: after Hom. more generally, lay before people as common property,

    βούλομαι ὑμῖν εἰς τὸ μέσον αὐτὸ θεῖναι Pl.Lg. 719a

    ;

    ἐς μέσον ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω Hdt.3.142

    ; so also

    τ. τι εἰς τὸ κοινὸν X.Mem.3.14.1

    ; reading and sense are doubtful in A.Ch. 145.
    2 set up in a temple, dedicate,

    ἀγάλματα Od.12.347

    ;

    τάσδε.. θεοῖς ἀσπίδας ἔθηκε E.Ph. 576

    ; so perh. Il.6.92 (v. supr. 1b).
    IV assign, award,

    τιμήν τινι Il.24.57

    ;

    ὄνομά τινι Pl.Sph. 244d

    : esp. in [voice] Med., ὄνομα (or οὔνομα) θέσθαι τινί give a child a name at one's own discretion, Od.18.5, 19.406 (in 19.403 with v.l. θείης), Hdt.1.107, 113, cf. E.Ph.13: ellipt., without

    ὄνομα, ᾧ δὴ ἀθροίς ματι ἄνθρωπόν τε τίθενται καὶ λίθον Pl.Tht. 157b

    , cf. Cra. 402b: pleonast.,

    Ἴωνα δ' αὐτὸν ὄνομα κεκλῆσθαι θήσεται E. Ion75

    .
    V τιθέναι νόμον down or give a law, of a legislator, S.El. 580, E.Alc.57, Ar.Ach. 532, Pl.R. 339c, D.24.99, etc.:—so in [voice] Med., of Solon, Hdt.1.29; of a people, state, or legislature, give oneself a law, make a law, Pl.R. 338e, Isoc.3.6, Arist. Pol. 1289a14 ([voice] Pass.,

    τίθεται νόμος Ar.Nu. 1425

    , Pl.Lg. 705e, 744a; τιμωρίαι.. ἐτέθησαν ib. 943d); also

    θήσω θεσμόν A.Eu. 484

    ;

    κήρυγμα θεῖναι S.Ant.8

    ; σκῆψιν τιθέναι allege an excuse, Id.El. 584: c. acc. et inf., order matters so that.., [

    ὁ Λυκοῦργος] ἔθηκε θύειν βασιλέα πρὸ τῆς πόλεως τὰ δημόσια ἅπαντα X.Lac.15.2

    , cf. 1.5, 2.11; without inf.,

    καλῶς ἔθεντο ταῦτα πατέρες οἱ πάλαι E.Or. 512

    : c. dat. et inf.,

    γυναιξὶ σωφρονεῖν.. θήσει Id.Tr. 1057

    .
    2 [voice] Med., agree upon,

    ἡμέραν θέσθαι D.42.1

    ,13; so θ. συγγραφήν, ὁμολογίαν, σύμβολόν τινι, etc., PEleph. 2.16 (iii B.C.), PGoodsp.Cair. 6ii 2 (ii B.C.), PRein.11.9 (ii B.C.), etc.
    3 execute a document. τ. διαθήκην make a will, Stud.Pal.1.6.3 (v A.D.): so in [voice] Med., PSI10.1119.16 (ii A.D.); θέσθαι τινὸς ἀπαρχήν make out a person's birth-certificate, ib.9.1067.15 (iii B.C.), etc.
    VI establish, institute,

    ἀγῶνας A.Ag. 845

    , cf. X.An.1.2.10; ἐν τοῖς ἀγώνοις οἷς ἁ πόλις τίφητι (sic) Delph.3(3).120.17 (ii B.C.);

    πενταετηρίδα Pi.O.3.21

    .
    VII dispose, order, ordain, bring to pass, of gods,

    οὕτω νῦν Ζεὺς θείη Od.8.465

    , 15.180;

    ὣς ἄο' ἔμελλον θησέμεναι Il.12.35

    ; [

    Ζεὺς] τίθησ' ὅπῃ θέλει Semon.1.2

    ; τὰ δ' ἄλλα πάντ' ἄνω τε καὶ κάτω στρέφων τίθησιν (sc. Ζεύς) A.Eu. 651; πάντα παγκάκως θεοὶ θέσαν cj. in Id.Pers. 283 (lyr.);

    τέλος δ' ἔθηκε Ζεὺς.. καλῶς S.Tr. 26

    ; κόσμῳ θέντες, as etym. of θεοί, Hdt.2.52; of human beings, administer, manage, [τι] κακῶς θέμεν, εὖ θέμεν, Thgn.845, 846;

    τὰ δ' ἄλλα φροντὶς.. θήσει δικαίως A.Ag. 913

    ; ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς ib. 1673 (troch.);

    ταῦτ' ἐγὼ θήσω καλῶς E.Hipp. 521

    , cf. Andr. 737;

    τὰ παρ' ὑμῶν εὖ τίθει Ar.Lys. 243

    ;

    τ. τὰ τῶν φίλων ἀσφαλῶς X.Ages.11.12

    ;

    τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ πράξει καλῶς E.Fr. 287

    :—[voice] Med., administer for oneself,

    οἶκον εὖ θέσθαι Hes.Op.23

    ;

    ἄνδρας σοφοὺς χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι Cratin. 172

    (lyr.), cf. D.23.134, Anon.ap Suid.s.v. τίθεσθαι, Hsch.s.v.

    τὸ παρὸν εὖ τίθεσο; ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο θέσθαι τὸ παρόν Th.1.25

    ; τὸ παρὸν εὖ θέσθαι make the best of one's resources or situation, Luc.Nec.21, M. Ant.6.2, cf. Aristid.2.35 J.;

    εὐτυχίαν τὴν παροῦσαν ἔξεστι καλῶς θέσθαι Th.4.17

    ;

    τὰ παρόντα θέσθαι καλῶς Ach.Tat.5.11

    ;

    τὰ σεωυτοῦ τιθέμενος εὖ Hdt.7.236

    ;

    τὰ οἰκεῖα εὖ θέμενον Pl.R. 443d

    ;

    τὰ ἴδια ἕκαστοι εὖ βουλόμενοι δὴ θέσθαι Th.4.59

    ;

    τὰ πάντα ὅπως ἂν αὐτῇ ἡδὺ ᾖ οὕτως τίθεσθαι X.Mem.1.4.17

    ;

    εἰ μὴ θήσομαι τἄμ' ὡς ἄριστα E.Andr. 378

    ;

    τὸ σαυτοῦ θέμενος εὖ Id.IT 1003

    , cf. Ba.49, HF 605, 938, Hipp. 709, Dionys.Eleg.1.5;

    τὰ πρὶν εὖ θέμενος S.El. 1434

    ; συνετῶν ἀνδρῶν (sc. εἶναι)

    , πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι Pittac.

    ap. D.L.1.78; τὸ κοινῶς φοβερὸν ἅπαντας εὖ θέσθαι that all should face the common danger, Th.4.61; of wars, quarrels, etc., bring them to a successful issue, but sts. put a good face on them, patch them up,

    ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται Id.8.84

    ;

    θήσονται τὸν πόλεμον ᾗ βούλονται Id.1.31

    ; πόλεμον ἀραμένους οὐ ῥᾴδιον εὐπρεπῶς θέσθαι ib.82;

    ὅτῳ τρόπῳ.. τὸ σφέτερον ἀπρεπὲς εὖ θήσονται Id.6.11

    ;

    μεθ' ἧς τὸ νῦν παρεστὸς νεῖκος εὖ θέσθαι χρεών S. OT 633

    ;

    τὸν τρὸς τοὺς Ἐλευσῖνι πόλεμον ὡς μετρίως ἔθεντο Pl.Mx. 243e

    ; ἄμεινον ἢ τότε ἐθέμεθα τὸν πόλεμον ib. 245e;

    τὰς γενομένας συμφορὰς πρὸς ἀλλήλους θέσθαι καλῶς And.1.140

    : abs.,

    θέσθαι καλῶς S.Fr. 350

    :—pass.,

    εἰ τεθήσεται κατὰ νοῦν τὰ πράγματα Th.4.120

    .
    2 in the game of πεττεία, κυβεία, Lat. tesserae (cf. Ter.Adelph.739), to place as skilfully as possible the pieces which have been assigned to one by the luck of the dice,

    πεττείᾳ τινὶ ἔοικεν ὁ βίος, καὶ δεῖ ὥσπερ ψῆφόν τινα τίθεσθαι τὸ συμβαῖνον Socr.

    ap. Stob.4.56.39;

    ὥσπερ ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτωκότα τίθεσθαι τὰ αὑτοῦ πράγματα ὅπῃ ὁ λόγος αἱρεῖ βέλτιστ' ἂν ἔχειν Pl.R. 604c

    , cf. Plu.Pyrrh.26;

    στέργειν δὲ τἀκπεσόντα καὶ θέσθαι πρέπει σοφὸν κυβευτήν S.Fr. 947

    ; τὰ δεσποτῶν γὰρ εὖ πεσόντα θήσομαι I will take advantage of my master's good luck, A.Ag.32: many of the passages cited in A. v11. I may be metaph. applications of this sense.
    B put in a certain state or condition, much the same as ποιεῖν, ποιεῖσθαι, and so often to be rendered by our make:
    I folld. by an attributive Subst., make one something, with the predicate in apposition, θεῖναί τινα αἰχμητήν, ἱέρειαν, μάντιν, etc., Il.1.290, 6.300, Od.15.253, etc.;

    θ. τινὰ ἀρχέπολιν Pi.P.9.54

    ; θεῖναί τινα ἄλοχόν τινος make her another's wife, of a third person who negotiates a marriage, Il.19.298 (for [voice] Med., v. infr. 3); ἥτε με τοῖον ἔθηκεν ὅπως ἐθέλει who has made me such as she will, Od.16.208; σῦς ἔθηκας ἑταίρους thou hast made my comrades swine, 10.338; so [

    νῆα] λᾶαν ἔθηκε 13.163

    , cf. Il.2.319, etc.;

    ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον LXX Ps.109(110).1

    ; but γέλων ἔθηκε συνδείπνοις caused them laughter, E. Ion 1172; λόγους εἰς μέτρα τ. put them into verse, Pl. Lg. 669d.
    2 with an Adj. for the attributive, θεῖναί τινα ἀθάνατον καὶ ἀγήρων make him undying and undecaying, Od.5.136; πηρόν, τυφλόν, ἀφνειὸν τ. τινά, Il.2.599, 6.139, 9.483;

    τὸν μὲν.. θῆκε μείζονά τ' εἰσιδέειν καὶ πάσσονα Od.6.229

    , cf. 18.195, Pl.Prt. 344d.
    b of things, ἅλιον πόνον, πόνον οὐκ ἀτέλεστον, πάντα μεταμώνια, Il.4.26,57, 363;

    ὄλεθρον ἀπευθέα θῆκε Κρονίων Od.3.88

    , cf. 11.274;

    ἀποίητον θέμεν ἔργων τέλος Pi.O.2.17

    ;

    ἀρὰν τ. ἀλαθῆ A.Th. 944

    (lyr.); ἀναστάτους οἴκους τ. S.Ant. 674;

    τ. λεῖον τὸν τραχὺν ἐχῖνον Ar. Pax 1086

    ; τὸ πραχθὲν ἀγένητον τ. Pl.Prt. 324b.
    3 freq. in [voice] Med., γυναῖκα or ἄκοιτιν θέσθαι τινά make her one's wife, Od.21.72, 316, B.5.169; παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν θ. take her own son as husband, A.Th. 929 (lyr.).
    b υἱὸν θέσθαι τινά, like ποιεῖσθαι, make one's son, adopt, Pl.Lg. 929c, etc.: abs., θέσθαι τινά adopt, Plu.Aem.5.
    4 c. inf., make one do so and so, τιθέναι τινὰ νικᾶσαι make him conquer, Pi.N.10.48 (dub.);

    μετατραπεῖν Id.Fr. 177

    ;

    τὸν πάθει μάθος θέντα κυρίως ἔχειν A.Ag. 178

    (lyr.), cf. 1036, 1174 (lyr.), E.Med. 718, Heracl. 990, etc.
    II in reference to mental action, when [voice] Med. is more freq. than [voice] Act., lay down. assume, hold, reckon or regard as.., τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε; Od.21.333;

    δαιμόνιον αὐτὸ τίθημ' ἐγώ S.El. 1270

    (lyr.);

    τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον Pl.R. 361b

    , cf. 430b ([voice] Med.); θὲς δή μοι.. now suppose so and so, Id.Tht. 191c;

    εὐεργέτημά τι θεῖναι D.1.10

    ; with

    ὡς, θέντες ὡς ὑπάρχον εἶναι ὃ βούλονται Pl.R. 458a

    , cf. Phd. 100a;

    μὴ τοῦτο ὡς ἀδίκημα θῇς D.18.193

    .
    2 folld. by Advbs., ποῦ χρὴ τίθεσθαι ταῦτα; in what light must we regard these things? S.Ph. 451; οὐδαμοῦ τιθέναι τι hold of no account, E.Andr. 210; πρόσθεν or ἐπίπροσθέν τινος τιθέναι τι, Id.Hec. 129 (anap.), Supp. 515; πόρρω τίθεσθαί τί τινων set far below.., D.18.299.
    3 folld. by Preps.,

    τ. τινὰ ἐν φιλοσόφοις Pl.R. 475d

    ;

    ἐν τοῖς φίλοις X.Mem.2.4.4

    ; also εἰς ὁποτέραν (of two classes) Pl.Sph. 264c; εἰς τὸν δῆμον, εἰς τοὺς πλουσίους, X.Mem.4.2.39; also

    οὐκ ἐν λόγῳ τίθεσθαί τινα Tyrt.12.1

    ;

    ἐν τιμῇ τίθεσθαί τινα Hdt.3.3

    ;

    ἐν αἰτίῃ τιθέναι τινά Id.8.99

    ; ἐν οἰωνῷ τινι τοῦ μέλλοντος, ἐν ἐπαίνῳ, ἐν γέλωτι τίθεσθαι, Plu.Alex.31, Cat.Ma.20, TG17; θέσθαι παρ' οὐδέν set at naught, A.Ag. 230 (lyr.), E.IT 732, cf. Pl.Phdr. 252a (but

    ἐν οὐδενί BGU1816.23

    (i B.C.), Supp.Epigr.7.1.6 (Susa, i A.D., Epist.Artabani));

    ἐν παρέργῳ θοῦ με S.Ph. 473

    ; πάντα ταῦτ' ἐν εὐχερεῖ ἔθου ib. 876;

    ταῦτ' ἐν αἰσχρῷ θέμενος E. Hec. 806

    ;

    ἐν ἀδικήματι θέσθαι τι Th.1.35

    ;

    ἐν ἀδικήματος μέρει τιθέναι τι D.23.148

    ; θέσθαι τὰ δίκαια ἔκ τινος estimate them by.., Id.8.8.
    5 c. inf., οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον I hold not that he lives, count him not as living, S.Ant. 1166: so in [voice] Med., Pl.Phd. 93c, D. 25.43,44: rarely c. part., θήσω ἀδικοῦντα [αὐτόν] Id.23.76, cf. Pl. Prt. 343e, Ap. 27c.
    6 elliptically, lay down, assume, θῶμεν δύο εἴδη (sc. εἶναι) Id.Phd. 79a, etc.; θήσω οὕτω (sc. εἶναί τι) D.23.85, cf. Arist.Pol. 1290a30.
    C without any attributive word following, make, work, execute, of an artist,

    ἐν δ' ἐτίθει νειόν Il.18.541

    , cf. 550, 561, 607; [

    δόρπον] θησέμεναι Od.20.394

    .
    2 make, cause, bring to pass,

    ἔργα Il.3.321

    ;

    τ. κέλαδον καὶ ἀϋτήν 9.547

    ;

    ὀρυμαγδόν Od.9.235

    ;

    ἔριν μετ' ἀμφοτέροισιν 3.136

    ; φιλότητα, ὅρκια μετ' ἀμφ., Il.4.83, Od.24.546: c. dat. pers.,

    σῆμα τιθεὶς Τρώεσσι Il.8.171

    ;

    Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκεν 1.2

    , etc.;

    πᾶσι δ' ἔθηκε πόνον 21.524

    , cf. 15.721, 16.262;

    φόως ἑτάροισιν 6

    6, etc.;

    χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν Pi.O.2.99

    ;

    πόλει κατασκαφὰς θέντες A. Th.47

    ;

    εἰρήνην φίλοις Id.Pers. 769

    ;

    αἷμα θήσεις E.Ba. 837

    (s. v.l.).
    3 freq. in [voice] Med., make or prepare for oneself, θέσθαι κέλευθον make oneself a road, open a way, Il.12.418;

    θέτο δῶμα Od.15.241

    ; τίθεντο δὲ δαῖτα, δόρπα, Il.7.475, 9.88 (but δαῖτα τίθενται are holding a feast, Od.17.269); μεγάλην ἐπιγουνίδα θέσθαι to make oneself, get a large thigh, Od.17.225; θέσθαι μάχην engage in.., Il.24.402;

    δυσμενέεσσι πόνον καὶ δῆριν ἔθεντο 17.158

    ; ἱδρῶτα τίθεσθαι have an access of perspiration, Hp.Decent.2; μαρτύρια θέσθαι produce as testimony, Hdt.8.55; ἀνδρὸς αἰδοίου πρόσοψιν θηκάμενος putting on the aspect of a reverend man, Pi.P.4.29, cf. Hsch. s.v. θήκατο; πόνον πλέω τίθου work thyself the more annoy, A.Eu. 226;

    εὐκλεᾶ θέσθαι βίον S.Ph. 1422

    , etc.
    4 periphr. for a single Verb. μνηστήρων σκέδασιν θεῖναι make a scattering, Od.1.116; θέμεν κρυφόν, νέμεσιν, αἶνον, for κρύπτειν, νεμεσῦν, αἰνεῖν, Pi.O.2.97, 8.86, N.1.5;

    μὴ σχολὴν τίθει A. Ag. 1059

    ; ὑμῖν ἔθηκε σὺν θεοῖς σωτηρίαν (v.l. προμηθίαν) E.Med. 915:— also in [voice] Med., θέσθαι μάχην, for μάχεσθαι, Il.24.402; θέσθαι θυσίαν, γάμον, for θύειν, γαμεῖσθαι, Pi.O.7.42, 13.53; σπουδήν, πρόνοιαν θέσθαι, S.Aj.13, 536, cf. Pi.P.4.276;

    θ. ἐπιστροφὴν πρό τινος S.OT 134

    ;

    περὶ τούτων οἰκονομίας PEnteux.22.6

    (iii B.C.); and c. gen., θ. λησμοσύναν, συγγνωμοσύνην τινῶν, S.Ant. 151 (lyr.), Tr. 1265 (anap.). (Cf. Lith. dēti 'lay (eggs, etc.)', Skt. dáti 'lay down, place', Lat. -do in con-do, etc., Engl. do, doom.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τίθημι

  • 12 κατακλείω

    κατα-κλείω, old [dialect] Att. [suff] κατα-κλῄω Th. (v. infr.): a rare [tense] fut. κατακλιῶ dub. in Eup.287, cf. HeroBel.107.13:—[voice] Med., [tense] aor.
    A

    - εκλεισάμην X. Cyr.7.2.5

    :—[voice] Pass., [tense] aor. -εκλῄσθην, -εκλείσθην (v. infr.); [dialect] Ion.

    - εκληΐσθην Hdt.2.128

    ; [dialect] Dor.

    - εκλᾴσθην Theoc.7.84

    : [tense] pf.

    - κέκλῃμαι Ar.Pl. 206

    .
    I c. acc. pers., shut in, enclose, e. g. a mummy in its case, Hdt.2.86: freq. of blockading, τοὺς Ἕλληνας ἐς τὴν νῆσον κ. Th.1.109;

    κ. ἑαυτοὺς εἰς ἔρυμα X.Cyr.4.1.18

    ;

    κατακλείειν τοὺς γυμνῆτας εἴσω τῶν ὅπλων Id.An.3.4.26

    ; κ. εἰς πολιορκίαν, εἰς δυσχωρίας, D.H. 6.74, 11.26;

    κ. τινὰ ἐν φυλακῇ Ev.Luc.3.20

    , cf. OGI669.17 (Egypt, i A. D.): metaph., κ. ἑαυτὸν εἰς πολιτείαν, i.e. not to be a cosmopolite, X.Mem.2.1.13:—[voice] Pass.,

    ἐς τὸ τεῖχος κατακλῄεσθαι Th.4.57

    ;

    ναυσὶ κατεκλῄσθησαν Id.1.117

    , cf. X.An.3.3.7; ὅταν ἐς [ νεφέλας]

    ἄνεμος κατακλῃσθῇ Ar.Nu. 404

    ;

    εἰς μικρὸν τόπον -κεκλῃμένοι Isoc.4.34

    ;

    διὰ τοῦ ζῆν.. κ. ἐν Ἀπόλλωνος ἢ Ἀθηνᾶς Phld.D.1.17

    :—[voice] Med., shut oneself up,

    ἐν τοῖς βασιλείοις X.Cyr.7.2.5

    ; also κατεκλᾴζετο shut up the bride with oneself [in the bridal-chamber], Theoc.18.5:—[voice] Pass.,

    κατεκλᾴσθης Id.7.84

    .
    2 metaph., νόμῳ κ. shut up, i.e. compel, oblige,

    ἂν.. πᾶσαν τὴν δύναμιν νόμῳ κατακλείσητε ἐπὶ τῷ πολέμῳ μένειν D.4.33

    , cf. And.3.7, Antiph.190.15.
    II c.acc.rei, shut up, close,

    τὰς πυλίδας Hdt.1.191

    ;

    τά ἱρά Id.2.124

    , cf. 128 ([voice] Pass.);

    τὸ ἐργαστήριον Id.4.14

    ;

    τὸν δίφρον X.Cyr.6.4.10

    ;

    εὑρὼν ἅπαντα κατακεκλῃμένα Ar.Pl. 206

    :—in [voice] Pass., of humours in the body, Hp.Loc.Hom. 27.
    2 clamp down, make fast, of stones in masonry, IG7.3073.158(Lebad.); also κ. [ τὴν δεξιάν] Luc.Prom.2.
    3 close a speech, conclude, D.L.10.138; εἰς ἀπειλὴν κ. τὸν λόγον with a threat, D.H. 7.14, cf. A.D.Synt.234.17; οὐ κ. διάνοιαν give no complete sense, Id.Adv.119.6 (δ. shd. be supplied, Id.Synt.179.13); conclude an argument or inference, Phld.Sign.15,33.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατακλείω

  • 13 συντελέω

    συντελ-έω, [tense] fut.
    A

    - έσω SIG1044.27

    (Halic.. iv/iii B.C.), [dialect] Att.

    συντελῶ BCH54.270

    (Rhamnus, iii B.C.):—bring to an end, complete, σ. τὴν δαπάνην make up the whole expense, D.14.20; σ. εἰς τὰ ἑκατὸν ἅρματα make up the number of the chariots to one hundred, X.Cyr.6.1.50; of a workman, σ. γεῖσον finish it off, Lys.Fr. 185 S. ([voice] Pass.), cf. IG12.372E14; στέφανον Test. ap. D.21.22;

    ναῦς Plb.1.21.3

    ([voice] Pass.); σ. ταχύ finish it in a hurry, Alex.149.12; σ. τὴν ἐπίνοιαν accomplish it, Plb.4.81.3;

    λόγον LXX Is.10.22

    , Gal.15.59:—[voice] Med.. Plb.1.9.6, PFay.12.8 (ii B.C.), D.S.1.59;

    ἵνα περὶ ὧν καταπέπλευκας συντετελεσμένος.. ἀναπλεύσῃς PSI6.614.9

    (iii B.C.), cf. Plb.5.100.9:— [voice] Pass., Inscr.Délos 502 A 15 (iii B.C.), PCair.Zen.124.7 (iii B.C.), D.S.12.26, Ev.Marc.13.4, etc.;

    λιθάρια συντετελεσμένα PHolm.5.4

    .
    b [voice] Act., c. inf., σ. καταφαγεῖν finish eating, LXX Ge.43.2, cf. Si.24.28: c. part., ib.Nu.4.15, 3 Ki.8.54.
    c perpetrate,

    βίαιόν τι BGU1818.21

    (i B.C.):—[voice] Med.,

    περὶ ὧν συντετέλεσται, τυχεῖν αὐτὸν.. τιμωρίας PEnteux.50.7

    (iii B.C.), cf. Klio 16.150 (Delph., ii B.C.):— [voice] Pass., SIG684.5 (Dyme, ii B.C.), BGU1762.7, al. (i B.C.).
    2 [voice] Pass., to be caused, brought about, freq. in Epicur., πλεοναχῶς ς., of a plurality of causes, Ep.2p.37U., cf. p.50 U.; simply, occur, happen,

    τὰς συντελουμένας.. φάσεις Ptol.Phas.p.10

    H.
    3 celebrate or hold sacred rites,

    ἁγιστείας Pl.Ax. 371d

    ;

    θυσίας SIG1044.27

    , al., Supp.Epigr.1.366.29 (Samos, iii B.C.);

    τὴν ἡμέραν Epicur.Fr. 217

    ; τὸν ἀγῶνα, τὴν πανήγυριν, D.S.11.29, 17.16;

    τὰ Ἴσθμια Plu.Ages.21

    ;

    τοὺς κός μους παρὰ τῇ Μητρί Michel 537

    (Cyzicus, i B.C.):—[voice] Pass., θυσία τῷ Διὶ ς. Arist.Mir. 844a35, cf. PEnteux.6.6 (iii B.C.).
    4 make an end of, destroy, LXX 2 Ch.20.23.
    II pay towards common expenses, contribute,

    σ. ἑξήκοντα τάλαντα Aeschin.3.95

    ; but mostly without the sum expressed, ἐν ταῖς εἰσφοραῖς σ. εἰς τὸν πόλεμον contribute by payment of the εἰσφοραί towards the war, D.20.28.
    2 generally, contribute, πρὸς or εἰς τὴν γένεσιν, Arist.GA 715a12, HA 509a29;

    πρὸς μίαν ἀρχήν Id.PA 669b19

    ; πρὸς ἓν ἅπαντα ς. Id.EN 1096b28;

    εἰς ἀνάδοσιν τροφῆς Gal.15.196

    : also c. dat., to be of service, be profitable, help,

    τῷ βίῳ Alex.271

    ;

    τῇ λεπτυνούσῃ διαίτῃ Gal.Vict.Att. 6

    ;

    τινὶ πρός τι Luc.Alex.36

    :—[voice] Pass., to be contributed,

    εἴς τι Arist. GA 725a5

    , al.
    3 ὧν οὐδὲν εἰς τὴν ἐξαλλαγὴν σ. τῆς ἐπιμελείας none of which make for (require) a change of treatment, Sor.2.17.
    III since at Athens all citizens were classed acc. to their rateable property, and the contributions to which they were liable, σ. εἰς.. meant to belong to a class, be counted in it (cf.

    τελέω 11.3

    ),

    σ. εἰς ἄνδρας Isoc.12.212

    ;

    εἰς τοὺς νόθους D.23.213

    ; ἐς τὸ μετοικικόν, ἐς τὸ συνέδριον, Luc.Bis Acc.9, Deor.Conc.15: c. dat.,

    σ. τῷ χορῷ Alciphr.3.71

    .
    2 σ. ἐς Ἀθήνας, ἐς Ὀρχομενόν, εἰς τὸ Ἀρκαδικόν, used of communities united in or to a state, Th.2.15, 4.76, X.HG7.4.12: c. dat.,

    σ. Θηβαίοις Isoc.14.8

    , cf. Plu.Arat.34: abs., Μακεδονίας καὶ τῶν συντελούντων the tributaries, ib.54: cf. sq. 111.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συντελέω

  • 14 λόγος

    λόγος, , verbal noun of λέγω (B), with senses corresponding to λέγω (B) II and III (on the various senses of the word v. Theo Sm.pp.72,73 H., An.Ox.4.327): common in all periods in Prose and Verse, exc. Epic, in which it is found in signf. derived from λέγω (B) 111, cf.infr. VI. 1 a:
    I computation, reckoning (cf. λέγω (B) II).
    1 account of money handled,

    σανίδες εἰς ἃς τὸν λ. ἀναγράφομεν IG12.374.191

    ; ἐδίδοσαν τὸν λ. ib.232.2;

    λ. δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων Hdt.3.142

    , cf. 143;

    οὔτε χρήματα διαχειρίσας τῆς πόλεως δίδωμι λ. αὐτῶν οὔτε ἀρχὴν ἄρξας οὐδεμίαν εὐθύνας ὑπέχω νῦν αὐτῆς Lys.24.26

    ;

    λ. ἀπενεγκεῖν Arist.Ath.54.1

    ;

    ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου λ. ὑπεχέτω Pl.Lg. 774b

    ;

    τὸν τῶν χρημάτων λ. παρὰ τούτων λαμβάνειν D.8.47

    ;

    ἀδικήματα εἰς ἀργυρίου λ. ἀνήκοντα Din.1.60

    ; συνᾶραι λόγον μετά τινος settle accounts with, Ev.Matt.18.23, etc.; δεύτεροι λ. a second audit, Cod.Just.1.4.26.1; ὁ τραπεζιτικὸς λ. banking account, Theo Sm.p.73 H.: metaph.,

    οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λ. βροτόν S.Aj. 477

    .
    b public accounts, i. e. branch of treasury, ἴδιος λ., in Egypt, OGI188.2, 189.3, 669.38; also as title of treasurer, ib.408.4, Str.17.1.12;

    ὁ ἐπὶ τῶν λ. IPE2.29

    A ([place name] Panticapaeum); δημόσιος λ., = Lat. fiscus, OGI669.21 (Egypt, i A.D.), etc. (but later, = aerarium, Cod.Just.1.5.15); also

    Καίσαρος λ. OGI669.30

    ; κυριακὸς λ. ib.18.
    2 generally, account, reckoning, μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λ. excels the whole account, i.e. is best of all, S.OC 1225 (lyr.); δόντας λ. τῶν ἐποίησαν accounting for, i.e. paying the penalty for their doings, Hdt.8.100;

    λ. αἰτεῖν Pl.Plt. 285e

    ;

    λ. δοῦναι καὶ δέξασθαι Id.Prt. 336c

    , al.;

    λαμβάνειν λ. καὶ ἐλέγχειν Id.Men. 75d

    ;

    παρασχεῖν τῶν εἰρημένων λ. Id.R. 344d

    ;

    λ. ἀπαιτεῖν D.30.15

    , cf. Arist. EN 1104a3; λ. ὑπέχειν, δοῦναι, D.19.95;

    λ. ἐγγράψαι Id.24.199

    , al.;

    λ. ἀποφέρειν τῇ πόλει Aeschin.3.22

    , cf. Eu. Luc.16.2, Ep.Hebr.13.17;

    τὸ παράδοξον τῶν συμβεβηκότων ὑπὸ λόγον ἄγειν Plb.15.34.2

    ; λ. ἡ ἐπιστήμη, πολλὰ δὲ ὁ λ. the account is manifold, Plot.6.9.4; ἔχων λόγον τοῦ διὰ τί an account of the cause, Arist.APo. 74b27; ἐς λ. τινός on account of,

    ἐς χρημάτων λ. Th.3.46

    , cf. Plb.5.89.6, LXX 2 Ma1.14, JRS 18.152 ([place name] Jerash); λόγῳ c. gen., by way of, Cod.Just.3.2.5. al.; κατὰ λόγον τοῦ μεγέθους if we take into account his size, Arist.HA 517b27;

    πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λ. Ep.Hebr.4.13

    , cf. D.Chr.31.123.
    3 measure, tale (cf. infr. 11.1),

    θάλασσα.. μετρέεται ἐς τὸν αὐτὸν λ. ὁκοῖος πρόσθεν Heraclit.31

    ;

    ψυχῆς ἐστι λ. ἑαυτὸν αὔξων Id.115

    ; ἐς τούτου (sc. γήραος) λ. οὐ πολλοί τινες ἀπικνέονται to the point of old age, Hdt.3.99, cf.7.9.β; ὁ ξύμπας λ. the full tale, Th.7.56, cf. Ep.Phil.4.15; κοινῷ λ. νομίσαντα common measure, Pl.Lg. 746e; sum, total of expenditure, IG42(1).103.151 (Epid., iv B.C.); ὁ τῆς οὐσίας λ., = Lat. patrimonii modus, Cod.Just.1.5.12.20.
    4 esteem, consideration, value put on a person or thing (cf. infr. VI. 2 d), οὗ πλείων λ. ἢ τῶν ἄλλων who is of more worth than all the rest, Heraclit.39; βροτῶν λ. οὐκ ἔσχεν οὐδέν' A.Pr. 233;

    οὐ σμικροῦ λ. S.OC 1163

    : freq. in Hdt.,

    Μαρδονίου λ. οὐδεὶς γίνεται 8.102

    ;

    τῶν ἦν ἐλάχιστος ἀπολλυμένων λ. 4.135

    , cf. E.Fr.94;

    περὶ ἐμοῦ οὐδεὶς λ. Ar.Ra.87

    ; λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι πρός τινος to be of no account, repute with.., Hdt.1.120, cf.4.138; λόγου ποιήσασθαί τινα make one of account, Id.1.33; ἐλαχίστου, πλείστου λ. εἶναι, to be highly, lowly esteemed, Id.1.143, 3.146; but also λόγον τινὸς ποιεῖσθαι, like Lat. rationem habere alicujus, make account of, set a value on, Democr.187, etc.: usu. in neg. statements,

    οὐδένα λ. ποιήσασθαί τινος Hdt.1.4

    , cf. 13, Plb.21.14.9, etc.;

    λ. ἔχειν Hdt.1.62

    , 115;

    λ. ἴσχειν περί τινος Pl.Ti. 87c

    ;

    λ. ἔχειν περὶ τοὺς ποιητάς Lycurg.107

    ;

    λ. ἔχειν τινός D.18.199

    , Arist.EN 1102b32, Plu.Phil.18 (but also, have the reputation of.., v. infr. VI. 2 e);

    ἐν οὐδενὶ λ. ποιήσασθαί τι Hdt.3.50

    ; ἐν οὐδενὶ λ. ἀπώλοντο without regard, Id.9.70;

    ἐν σμικρῷ λ. εἶναι Pl.R. 550a

    ; ὑμεῖς οὔτ' ἐν λ. οὔτ' ἐν ἀριθμῷ Orac. ap. Sch.Theoc.14.48; ἐν ἀνδρῶν λ. [εἶναι] to be reckoned, count as a man, Hdt.3.120; ἐν ἰδιώτεω λόγῳ καὶ ἀτίμου reckoned as.., Eus.Mynd.Fr. 59;

    σεμνὸς εἰς ἀρετῆς λ. καὶ δόξης D.19.142

    .
    II relation, correspondence, proportion,
    1 generally, ὑπερτερίης λ. relation (of gold to lead), Thgn.418 = 1164;

    πρὸς λόγον τοῦ σήματος A.Th. 519

    ; κατὰ λόγον προβαίνοντες τιμῶσι in inverse ratio, Hdt.1.134, cf. 7.36;

    κατὰ λ. τῆς ἀποφορῆς Id.2.109

    ; τἄλλα κατὰ λ. in like fashion, Hp.VM16, Prog.17: c. gen., κατὰ λ. τῶν πρόσθεν ib. 24;

    κατὰ λ. τῶν ἡμερῶν Ar. Nu. 619

    ;

    κατὰ λ. τῆς δυνάμεως X. Cyr.8.6.11

    ;

    ἐλάττω ἢ κατὰ λ. Arist. HA 508a2

    , cf. PA 671a18;

    ἐκ ταύτης ἐγένετο ἐκείνη κατὰ λ. Id.Pol. 1257a31

    ; cf. εὔλογος: sts. with ὁ αὐτός added, κατὰ τὸν αὐτὸν λ. τῷ τείχεϊ in fashion like to.., Hdt.1.186; περὶ τῶν νόσων ὁ αὐτὸς λ. analogously, Pl.Tht. 158d, cf. Prm. 136b, al.; εἰς τὸν αὐτὸν λ. similarly, Id.R. 353d; κατὰ τὸν αὐτὸν λ. in the same ratio, IG12.76.8; by parity of reasoning, Pl.Cra. 393c, R. 610a, al.; ἀνὰ λόγον τινός, τινί, Id.Ti. 29c, Alc.2.145d; τοῦτον ἔχει τὸν λ. πρὸς.. ὃν ἡ παιδεία πρὸς τὴν ἀρετήν is related to.. as.., Procl.in Euc.p.20 F., al.
    2 Math., ratio, proportion (ὁ κατ' ἀνάλογον λ., λ. τῆς ἀναλογίας, Theo Sm.p.73 H.), Pythag. 2;

    ἰσότης λόγων Arist.EN 113a31

    ;

    λ. ἐστὶ δύο μεγεθῶν ἡ κατὰ πηλικότητα ποιὰ σχέσις Euc.5

    Def.3;

    τῶν ἁρμονιῶν τοὺς λ. Arist.Metaph. 985b32

    , cf. 1092b14; λόγοι ἀριθμῶν numerical ratios, Aristox.Harm.p.32 M.; τοὺς φθόγγους ἀναγκαῖον ἐν ἀριθμοῦ λ. λέγεσθαι πρὸς ἀλλήλους to be expressed in numerical ratios, Euc.Sect.Can. Proëm.: in Metre, ratio between arsis and thesis, by which the rhythm is defined, Aristox.Harm.p.34 M.;

    ἐὰν ᾖ ἰσχυροτέρα τοῦ αἰσθητηρίου ἡ κίνησις, λύεται ὁ λ. Arist.de An. 424a31

    ; ἀνὰ λόγον analogically, Archyt.2; ἀνὰ λ. μερισθεῖσα [ἡ ψυχή] proportionally, Pl. Ti. 37a; so

    κατὰ λ. Men.319.6

    ; πρὸς λόγον in proportion, Plb.6.30.3, 9.15.3 (but πρὸς λόγον ἐπὶ στενὸν συνάγεται narrows uniformly, Sor. 1.9, cf. Diocl.Fr.171);

    ἐπὶ λόγον IG5(1).1428

    ([place name] Messene).
    3 Gramm., analogy, rule, τῷ λ. τῶν μετοχικῶν, τῆς συγκοπῆς, by the rule of the participles, of syncope, Choerob. in Theod.1.75 Gaisf., 1.377 H.;

    εἰπέ μοι τὸν λ. τοῦ Αἴας Αἴαντος, τουτέστι τὸν κανόνα An.Ox. 4.328

    .
    1 plea, pretext, ground, ἐκ τίνος λ.; A.Ch. 515;

    ἐξ οὐδενὸς λ. S.Ph. 731

    ;

    ἀπὸ παντὸς λ. Id.OC 762

    ;

    χὠ λ. καλὸς προσῆν Id.Ph. 352

    ;

    σὺν ἀφανεῖ λ. Id.OT 657

    (lyr., v.l. λόγων)

    ; ἐν ἀφανεῖ λ. Antipho 5.59

    ;

    ἐπὶ τοιούτῳ λ. Hdt.6.124

    ; κατὰ τίνα λ.; on what ground? Pl.R. 366b; οὐδὲ πρὸς ἕνα λ. to no purpose, Id.Prt. 343d; ἐπὶ τίνι λ.; for what reason? X.HG2.2.19; τὸν λ. τοῦτον this ground of complaint, Aeschin.3.228; τίνι δικαίῳ λ.; what just cause is there? Pl.Grg. 512c; τίνι λ.; on what account? Act.Ap.10.29; κατὰ λόγον ἂν ἠνεσχόμην ὑμῶν reason would that.., ib.18.14; λ. ἔχειν, with personal subject, εἶχον ἄν τινα λ. I (i.e. my conduct) would have admitted of an explanation, Pl.Ap. 31b; τὸν ὀρθὸν λ. the true explanation, ib. 34b.
    b plea, case, in Law or argument (cf. VIII. I), τὸν ἥττω λ. κρείττω ποιεῖν to make the weaker case prevail, ib. 18b, al., Arist.Rh. 1402a24, cf. Ar.Nu. 1042 (pl.); personified, ib. 886, al.;

    ἀμύνεις τῷ τῆς ἡδονῆς λ. Pl.Phlb. 38a

    ;

    ἀνοίσεις τοὺς λ. αὐτῶν πρὸς τὸν θεόν LXXEx.18.19

    ; ἐχειν λ. πρός τινα to have a case, ground of action against.., Act.Ap.19.38.
    2 statement of a theory, argument, οὐκ ἐμεῦ ἀλλὰ τοῦ λ. ἀκούσαντας prob. in Heraclit.50; λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης discourse and reflection on reality, Parm.8.50; δηλοῖ οὗτος ὁ λ. ὅτι .. Democr.7; οὐκ ἔχει λόγον it is not arguable, i.e. reasonable, S.El. 466, Pl.Phd. 62d, etc.;

    ἔχει λ. D.44.32

    ;

    οὐδεὶς αὐτὰ καταβαλεῖ λ. E.Ba. 202

    ;

    δίκασον.. τὸν λ. ἀκούσας Pl.Lg. 696b

    ; personified, φησὶ οὗτος ὁ λ. ib. 714d, cf. Sph. 238b, Phlb. 50a; ὡς ὁ λ. (sc. λέγει) Arist.EN 1115b12; ὡς ὁ λ. ὁ ὀρθὸς λέγει ib. 1138b20, cf. 29;

    ὁ λ. θέλει προσβιβάζειν Phld.Rh.1.41

    , cf.1.19 S.;

    οὐ γὰρ ἂν ἀκούσειε λόγου ἀποτρέποντος Arist.EN 1179b27

    ;

    λ. καθαίρων Aristo Stoic.1.88

    ; λόγου τυγχάνειν to be explained, Phld.Mus.p.77 K.; ὁ τὸν λ. μου ἀκούων my teaching, Ev.Jo.5.24; ὁ προφητικὸς λ., collect., of VT prophecy, 2 Ep.Pet.1.19: pl.,

    ὁκόσων λόγους ἤκουσα Heraclit.108

    ;

    οὐκ ἐπίθετο τοῖς ἐμοῖς λ. Ar.Nu.73

    ; of arguments leading to a conclusion ([etym.] ὁ λ.), Pl. Cri. 46b;

    τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία γέμει τούτων τῶν λ. Id.Ap. 26d

    ; λ. ἀπὸ τῶν ἀρχῶν, ἐπὶ τὰς ἀρχάς, Arist.EN 1095a31; συλλογισμός ἐστι λ. ἐν ᾧ τεθέντων τινῶν κτλ. Id.APr. 24b18; λ. ἀντίτυπός τε καὶ ἄπορος, of a self-contradictory theory, Plot.6.8.7.
    b ὁ περὶ θεῶν λ., title of a discourse by Protagoras, D.L.9.54; ὁ Ἀχιλλεὺς λ., name of an argument, ib.23;

    ὁ αὐξόμενος λ. Plu.2.559b

    ; καταβάλλοντες (sc. λόγοι), title of work by Protagoras, S.E.M.7.60;

    λ. σοφιστικοί Arist.SE 165a34

    , al.;

    οἱ μαθηματικοὶ λ. Id.Rh. 1417a19

    , etc.; οἱ ἐξωτερικοὶ λ., current outside the Lyceum, Id.Ph. 217b31, al.; Δισσοὶ λ., title of a philosophical treatise (= Dialex.); Λ. καὶ Λογίνα, name of play of Epicharmus, quibble, argument, personified, Ath.8.338d.
    c in Logic, proposition, whether as premiss or conclusion,

    πρότασίς ἐστι λ. καταφατικὸς ἢ ἀποφατικός τινος κατά τινος Arist.APr. 24a16

    .
    d rule, principle, law, as embodying the result of λογισμός, Pi.O.2.22, P.1.35, N.4.31;

    πείθεσθαι τῷ λ. ὃς ἄν μοι λογιζομένῳ βέλτιστος φαίνηται Pl.Cri. 46b

    , cf. c; ἡδονὰς τοῖς ὀρθοῖς λ. ἑπομένας obeying right principles, Id.Lg. 696c; προαιρέσεως [ἀρχὴ] ὄρεξις καὶ λ. ὁ ἕνεκά τινος principle directed to an end, Arist.EN 1139a32; of the final cause,

    ἀρχὴ ὁ λ. ἔν τε τοῖς κατὰ τέχνην καὶ ἐν τοῖς φύσει συνεστηκόσιν Id.PA 639b15

    ; ἀποδιδόασι τοὺς λ. καὶ τὰς αἰτίας οὗ ποιοῦσι ἑκάστου ib.18; [

    τέχνη] ἕξις μετὰ λ. ἀληθοῦς ποιητική Id.EN 1140a10

    ; ὀρθὸς λ. true principle, right rule, ib. 1144b27, 1147b3, al.; κατὰ λόγον by rule, consistently,

    ὁ κατὰ λ. ζῶν Pl.Lg. 689d

    , cf. Ti. 89d; τὸ κατὰ λ. ζῆν, opp. κατὰ πάθος, Arist.EN 1169a5; κατὰ λ. προχωρεῖν according to plan, Plb.1.20.3.
    3 law, rule of conduct,

    ᾧ μάλιστα διηνεκῶς ὁμιλοῦσι λόγῳ Heraclit.72

    ;

    πολλοὶ λόγον μὴ μαθόντες ζῶσι κατὰ λόγον Democr.53

    ; δεῖ ὑπάρχειν τὸν λ. τὸν καθόλου τοῖς ἄρχουσιν universal principle, Arist.Pol. 1286a17;

    ὁ νόμος.. λ. ὢν ἀπό τινος φρονήσεως καὶ νοῦ Id.EN 1180a21

    ; ὁ νόμος.. ἔμψυχος ὢν ἑαυτῷ λ. conscience, Plu. 2.780c; τὸν λ. πρόχειρον ἔχειν precept, Phld.Piet.30, cf. 102;

    ὁ προστακτικὸς τῶν ποιητέων ἢ μὴ λ. κοινός M.Ant.4.4

    .
    4 thesis, hypothesis, provisional ground, ὡς ἂν εἰ λέγοι λόγον maintain a thesis, Pl. Prt. 344b; ὑποθέμενος ἑκάστοτε λ. provisionally assuming a proposition, Id.Phd. 100a; τὸν τῆς ὁμοιότητος λ. hypothesis of equivalence, Arist.Cael. 296a20.
    5 reason, ground,

    πάντων γινομένων κατὰ τὸν λ. τόνδε Heraclit.1

    ;

    οὕτω βαθὺν λ. ἔχει Id.45

    ; ἐκ λόγου, opp. μάτην, Leucipp. 2;

    μέγιστον σημεῖον οὗτος ὁ λ. Meliss.8

    ; [ἐμπειρία] οὐκ ἔχει λ. οὐδένα ὧν προσφέρει has no grounds for.., Pl.Grg. 465a; μετὰ λόγου

    τε καὶ ἐπιστήμης θείας Id.Sph. 265c

    ; ἡ μετα λόγου ἀληθὴς δόξα ([etym.] ἐπιστήμη) Id.Tht. 201c; λόγον ζητοῦσιν ὧν οὐκ ἔστι λ. proof, Arist. Metaph. 1011a12;

    οἱ ἁπάντων ζητοῦντες λ. ἀναιροῦσι λ. Thphr.Metaph. 26

    .
    6 formula (wider than definition, but freq. equivalent thereto), term expressing reason,

    λ. τῆς πολιτείας Pl.R. 497c

    ; ψυχῆς οὐσία τε καὶ λ. essential definition, Id.Phdr. 245e;

    ὁ τοῦ δικαίου λ. Id.R. 343a

    ; τὸν λ. τῆς οὐσίας ib. 534b, cf. Phd. 78d;

    τὰς πολλὰς ἐπιστήμας ἑνὶ λ. προσειπεῖν Id.Tht. 148d

    ;

    ὁ τῆς οἰκοδομήσεως λ. ἔχει τὸν τῆς οἰκίας Arist. PA 646b3

    ;

    τεθείη ἂν ἴδιον ὄνομα καθ' ἕκαστον τῶν λ. Id.Metaph. 1006b5

    , cf. 1035b4;

    πᾶς ὁρισμὸς λ. τίς ἐστι Id.Top. 102a5

    ; ἐπὶ τῶν σχημάτων λ. κοινός generic definition, Id.de An. 414b23; ἀκριβέστατος λ. specific definition, Id.Pol. 1276b24;

    πηγῆς λ. ἔχον Ph.2.477

    ; τὸ ᾠὸν οὔτε ἀρχῆς ἔχει λ. fulfils the function of.., Plu.2.637d; λ. τῆς μίξεως formula, i. e. ratio (cf. supr. II) of combination, Arist.PA 642a22, cf. Metaph. 993a17.
    7 reason, law exhibited in the world-process, κατὰ λόγον by law,

    κόσμῳ πάντα καὶ κατὰ λ. ἔχοντα Pl.R. 500c

    ; κατ τὸν < αὐτὸν αὖ> λ. by the same law, Epich.170.18;

    ψυχῆς τὸ πᾶν τόδε διοικούσης κατὰ λ. Plot.2.3.13

    ; esp. in Stoic Philos., the divine order,

    τὸν τοῦ παντὸς λ. ὃν ἔνιοι εἱμαρμένην καλοῦσιν Zeno Stoic.1.24

    ; τὸ ποιοῦν τὸν ἐν [τῇ ὕλῃ] λ. τὸν θεόν ibid., cf. 42;

    ὁ τοῦ κόσμου λ. Chrysipp.Stoic.2.264

    ; λόγος, = φύσει νόμος, Stoic.2.169;

    κατὰ τὸν κοινὸν θεοῖς καὶ ἀνθρώποις λ. M.Ant.7.53

    ;

    ὁ ὀρθὸς λ. διὰ πάντων ἐρχόμενος Chrysipp.Stoic.3.4

    : so in Plot.,

    τὴν φύσιν εἶναι λόγον, ὃς ποιεῖ λ. ἄλλον γέννημα αὑτοῦ 3.8.2

    .
    b σπερματικὸς λ. generative principle in organisms,

    ὁ θεὸς σπ. λ. τοῦ κόσμου Zeno Stoic.1.28

    : usu. in pl., Stoic. 2.205,314,al.;

    γίνεται τὰ ἐν τῷ παντὶ οὐ κατὰ σπερματικούς, ἀλλὰ κατὰ λ. περιληπτικούς Plot.3.1.7

    , cf.4.4.39: so without

    σπερματικός, ὥσπερ τινὲς λ. τῶν μερῶν Cleanth.Stoic.1.111

    ;

    οἱ λ. τῶν ὅλων Ph.1.9

    .
    c in Neo-Platonic Philos., of regulative and formative forces, derived from the intelligible and operative in the sensible universe,

    ὄντων μειζόνων λ. καὶ θεωρούντων αὑτοὺς ἐγὼ γεγέννημαι Plot.3.8.4

    ;

    οἱ ἐν σπέρματι λ. πλάττουσι.. τὰ ζῷα οἷον μικρούς τινας κόσμους Id.4.3.10

    , cf.3.2.16,3.5.7; opp. ὅρος, Id.6.7.4;

    ἀφανεῖς λ. τῆς φύσεως Procl.

    in R.1.18 K.; τεχνικοὶ λ. ib.142 K., al.
    IV inward debate of the soul (cf.

    λ. ὃν αὐτὴ πρὸς αὑτὴν ἡ ψυχὴ διεξέρχεται Pl.Tht. 189e

    ( διάλογος in Sph. 263e); ὁ ἐν τῇ ψυχῇ, ὁ ἔσω λ. (opp. ὁ ἔξω λ.), Arist.APo. 76b25, 27; ὁ ἐνδιάθετος, opp. ὁ προφορικὸς λ., Stoic.2.43, Ph.2.154),
    1 thinking, reasoning, τοῦ λ. ἐόντος ξυνοῦ, opp. ἰδία φρόνησις, Heraclit. 2; κρῖναι δὲ λόγῳ.. ἔλεγχον test by reflection, Parm.1.36; reflection, deliberation (cf. VI.3),

    ἐδίδου λόγον ἑωυτῷ περὶ τῆς ὄψιος Hdt.1.209

    , cf. 34, S.OT 583, D.45.7; μὴ εἰδέναι.. μήτε λόγῳ μήτε ἔργῳ neither by reasoning nor by experience, Anaxag.7;

    ἃ δὴ λόγῳ μὲν καὶ διανοίᾳ ληπτά, ὄψει δ' οὔ Pl.R. 529d

    , cf. Prm. 135e;

    ὁ λ. ἢ ἡ αἴσθησις Arist.EN 1149a35

    ,al.; αὐτῷ μόνον τῷ λ. πιστεύειν (opp. αἰσθήσεις), of Parmenides and his school, Aristocl. ap. Eus.PE14.17: hence λόγῳ or τῷ λ. in idea, in thought,

    τῷ λ. τέμνειν Pl.R. 525e

    ; τῷ λ. δύο ἐστίν, ἀχώριστα πεφυκότα two in idea, though indistinguishable in fact, Arist. EN 1102a30, cf. GC 320b14, al.; λόγῳ θεωρητά mentally conceived, opp. sensibly perceived, Placit.1.3.5, cf. Demetr.Lac.Herc.1055.20;

    τοὺς λ. θεωρητοὺς χρόνους Epicur.Ep.1p.19U.

    ; διὰ λόγου θ. χ. ib.p.10 U.;

    λόγῳ καταληπτός Phld.Po.5.20

    , etc.; ὁ λ. οὕτω αἱρέει analogy proves, Hdt.2.33; ὁ λ. or λ. αἱρέει reasoning convinces, Id.3.45,6.124, cf. Pl.Cri. 48c (but, our argument shows, Lg. 663d): also c. acc. pers., χρᾶται ὅ τι μιν λ. αἱρέει as the whim took him, Hdt.1.132; ἢν μὴ ἡμέας λ. αἱρῇ unless we see fit, Id.4.127, cf. Pl.R. 607b; later ὁ αἱρῶν λ. ordaining reason, Zeno Stoic.1.50, M.Ant.2.5, cf. 4.24, Arr.Epict. 2.2.20, etc.: coupled or contrasted with other functions, καθ' ὕπνον ἐπειδὴ λόγου καὶ φρονήσεως οὐ μετεῖχε since reason and understanding are in abeyance, Pl.Ti. 71d; μετὰ λόγου τε καὶ ἐπιστήμης, opp. αἰτία αὐτομάτη, of Nature's processes of production, Id.Sph. 265c; τὸ μὲν δὴ νοήσει μετὰ λόγου περιληπτόν embraced by thought with reflection, opp. μετ' αἰσθήσεως ἀλόγου, Id.Ti. 28a; τὸ μὲν ἀεὶ μετ' ἀληθοῦς λ., opp. τὸ δὲ ἄλογον, ib. 51e, cf. 70d, al.;

    λ. ἔχων ἑπόμενον τῷ νοεῖν Id.Phlb. 62a

    ; ἐπιστήμη ἐνοῦσα καὶ ὀρθὸς λ. scientific knowledge and right process of thought, Id.Phd. 73a;

    πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἐπιστήμη τῶν καθόλου Arist.Metaph. 1059b26

    ;

    τὸ λόγον ἔχον Id.EN 1102b15

    , 1138b9, al.: in sg. and pl., contrasted by Pl. and Arist. as theory, abstract reasoning with outward experience, sts. with depreciatory emphasis on the former,

    εἰς τοὺς λ. καταφυγόντα Pl.Phd. 99e

    ; τὸν ἐν λόγοις σκοπούμενον τὰ ὄντα, opp. τὸν ἐν ἔργοις (realities), ib. 100a;

    τῇ αἰσθήσει μᾶλλον τῶν λ. πιστευτέον Arist.GA 760b31

    ; γνωριμώτερα κατὰ τὸν λ., opp. κατὰ τὴν αἴσθησιν, Id.Ph. 189a4; ἐκ τῶν λ. δῆλον, opp. ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς, Id.Mete. 378b20; ἡ τῶν λ. πίστις, opp. ἐκ τῶν ἔργων φανερόν, Id.Pol. 1326a29;

    ἡ πίστις οὐ μόνον ἐπὶ τῆς αἰσθήσεως ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ λ. Id.Ph. 262a19

    ;

    μαρτυρεῖ τὰ γιγνόμενα τοῖς λ. Id.Pol. 1334a6

    ; ὁ μὲν λ. τοῦ καθόλου, ἡ δὲ αἴσθησις τοῦ κατὰ μέρος explanation, opp. perception, Id.Ph. 189a7; ἔσονται τοῖς λ. αἱ πράξεις ἀκόλουθοι theory, opp. practice, Epicur.Sent.25; in Logic, of discursive reasoning, opp. intuition, Arist.EN 1142a26, 1143b1; reasoning in general, ib. 1149a26; πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἀπόδειξις all reasoning and demonstration, Id.Metaph. 1063b10;

    λ. καὶ φρόνησιν Phld.Mus.p.105

    K.; ὁ λ. ἢ λογισμός ibid.; τὸ ἰδεῖν οὐκέτι λ., ἀλλὰ μεῖζον λόγου καὶ πρὸ λόγου, of mystical vision, opp. reasoning, Plot.6.9.10.—Phrases, κατὰ λ. τὸν εἰκότα by probable reasoning, Pl.Ti. 30b;

    οὔκουν τόν γ' εἰκότα λ. ἂν ἔχοι Id.Lg. 647d

    ; παρὰ λόγον, opp. κατὰ λ., Arist.Rh.Al. 1429a29, cf. EN 1167b19; cf. παράλογος (but παρὰ λ. unexpectedly, E.Ba. 940).
    2 reason as a faculty, ὁ λ. ἀνθρώπους κυβερνᾷ [Epich.] 256; [

    θυμοειδὲς] τοῦ λ. κατήκοον Pl.Ti. 70a

    ; [

    θυμὸς] ὑπὸ τοῦ λ. ἀνακληθείς Id.R. 440d

    ; σύμμαχον τῷ λ. τὸν θυμόν ib. b;

    πειθαρχεῖ τῷ λ. τὸ τοῦ ἐγκρατοῦς Arist. EN 1102b26

    ; ἄλλο τι παρὰ τὸν λ. πεφυκός, ὃ μάχεται τῷ λ. ib.17;

    ἐναντίωσις λόγου πρὸς ἐπιθυμίας Plot.4.7.13(8)

    ;

    οὐ θυμός, οὐκ ἐπιθυμία, οὐδὲ λ. οὐδέ τις νόησις Id.6.9.11

    : freq. in Stoic. Philos. of human Reason, opp. φαντασία, Zeno Stoic.1.39; opp. φύσις, Stoic.2.206; οὐ σοφία οὐδὲ λ. ἐστὶν ἐν [τοῖς ζῴοις] ibid.;

    τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ὡς λ. ἔχων λ. μὴ ἔχουσι χρῶ M.Ant.6.23

    ;

    ὁ λ. κοινὸν πρὸς τοὺς θεούς Arr.Epict. 1.3.3

    ;

    οἷον [εἰκὼν] λ. ὁ ἐν προφορᾷ λόγου τοῦ ἐν ψυχῇ, οὕτω καὶ αὐτὴ λ. νοῦ Plot.5.1.3

    ; τὸ τὸν λ. σχεῖν τὴν οἰκείαν ἀρετήν (sc. εὐδαιμονίαν) Procl.in Ti.3.334 D.; also of the reason which pervades the universe, θεῖος λ. [Epich.] 257;

    τὸν θεῖον λ. καθ' Ἡράκλειτον δι' ἀναπνοῆς σπάσαντες νοεροὶ γινόμεθα S.E.M.7.129

    (cf. infr. x).
    b creative reason,

    ἀδύνατον ἦν λόγον μὴ οὐκ ἐπὶ πάντα ἐλθεῖν Plot.3.2.14

    ;

    ἀρχὴ οὖν λ. καὶ πάντα λ. καὶ τὰ γινόμενα κατ' αὐτόν Id.3.2.15

    ;

    οἱ λ. πάντες ψυχαί Id.3.2.18

    .
    V continuous statement, narrative (whether fact or fiction), oration, etc. (cf. λέγω (B) 11.2),
    1 fable, Hdt.1.141;

    Αἰσώπου λόγοι Pl.Phd. 60d

    , cf. Arist.Rh. 1393b8;

    ὁ τοῦ κυνὸς λ. X.Mem. 2.7.13

    .
    2 legend,

    ἱρὸς λ. Hdt.2.62

    , cf. 47, Pi.P.3.80 (pl.);

    συνθέντες λ. E.Ba. 297

    ;

    λ. θεῖος Pl.Phd. 85d

    ; ἱεροὶ λ., of Orphic rhapsodies, Suid. S.V. Ὀρφεύς.
    3 tale, story,

    ἄλλον ἔπειμι λ. Xenoph. 7.1

    , cf. Th.1.97, etc.;

    συνθέτους λ. A.Pr. 686

    ; σπουδὴν λόγου urgent tidings, E.Ba. 663; ἄλλος λ. 'another story', Pl.Ap. 34e; ὁμολογούμενος ὁ λ. ἐστίν the story is consistent, Isoc.3.27: pl., histories,

    ἐν τοῖσι Ἀσσυρίοισι λ. Hdt.1.184

    , cf. 106, 2.99; so in sg., a historical work, Id.2.123, 6.19,7.152: also in sg., one section of such a work (like later βίβλος), Id.2.38,6.39, cf. VI.3d; so in pl.,

    ἐν τοῖσι Λιβυκοῖσι λ. Id.2.161

    , cf. 1.75,5.22,7.93, 213;

    ἐν τῷ πρώτῳ τῶν λ. Id.5.36

    ; ὁ πρῶτος λ., of St. Luke's gospel, Act.Ap.1.1: in Pl., opp. μῦθος, as history to legend, Ti. 26e;

    ποιεῖν μύθους ἀλλ' οὐ λόγους Phd. 61b

    , cf. Grg. 523a (but μῦθον λέγειν, opp. λόγῳ ( argument)

    διεξελθεῖν Prt. 320c

    , cf. 324d);

    περὶ λόγων καὶ μύθων Arist.Pol. 1336a30

    ;

    ὁ λ... μῦθός ἐστι Ael.NA4.34

    .
    4 speech, delivered in court, assembly, etc.,

    χρήσομαι τῇ τοῦ λ. τάξει ταύτῃ Aeschin.3.57

    , cf. Arist.Rh. 1358a38;

    δικανικοὶ λ. Id.EN 1181a4

    ;

    τρία γένη τῶν λ. τῶν ῥητορικῶν, συμβουλευτικόν, δικανικόν, ἐπιδεικτικόν Id.Rh. 1358b7

    ;

    τῷ γράψαντι τὸν λ. Thphr. Char.17.8

    , cf.

    λογογράφος 11

    ; ἐπιτάφιος λ. funeral oration, Pl.Mx. 236b; esp. of the body of a speech, opp. ἐπίλογος, Arist.Rh. 1420b3; opp. προοίμιον, ib. 1415a12; body of a law, opp. proem, Pl.Lg. 723b; spoken, opp. written word,

    τὸν τοῦ εἰδότος λ. ζῶντα καὶ ἔμψυχον οὗ ὁ γεγραμμένος εἴδωλόν τι Id.Phdr. 276a

    ; ὁ ἐκ τοῦ βιβλίου ῥηθεὶς [λ.] speech read from a roll, ib. 243c; published speech, D.C.40.54; rarely of the speeches in Tragedy ([etym.] ῥήσεις), Arist.Po. 1450b6,9.
    VI verbal expression or utterance (cf. λέγω (B) 111), rarely a single word, v. infr. b, never in Gramm. signf. of vocable ([etym.] ἔπος, λέξις, ὄνομα, ῥῆμα), usu. of a phrase, cf. IX. 3 (the only sense found in [dialect] Ep.).
    a pl., without Art., talk,

    τὸν ἔτερπε λόγοις Il.15.393

    ;

    αἱμύλιοι λ. Od.1.56

    , h.Merc. 317, Hes.Th. 890, Op.78, 789, Thgn.704, A.R.3.1141; ψευδεῖς Λ., personified, Hes.Th. 229;

    ἀφροδίσιοι λ. Semon.7.91

    ;

    ἀγανοῖσι λ. Pi.P. 4.101

    ; ὄψον δὲ λ. φθονεροῖσιν tales, Id.N.8.21; σμικροὶ λ. brief words, S.Aj. 1268 (s.v.l.), El. 415; δόκησις ἀγνὼς λόγων bred of talk, Id.OT 681 (lyr.): also in sg., λέγ' εἴ σοι τῷ λ. τις ἡδονή speak if thou delightest in talking, Id.El. 891.
    b sg., expression, phrase,

    πρὶν εἰπεῖν ἐσθλὸν ἢ κακὸν λ. Id.Ant. 1245

    , cf. E.Hipp. 514;

    μυρίας ὡς εἰπεῖν λόγῳ Hdt.2.37

    ; μακρὸς λ. rigmarole, Simon.189, Arist.Metaph. 1091a8; λ. ἠρέμα λεχθεὶς διέθηκε τὸ πόρρω a whispered message, Plot.4.9.3; ἑνὶ λόγῳ to sum up, in brief phrase, Pl.Phdr. 241e, Phd. 65d; concisely, Arist. EN 1103b21 (but also, = ἁπλῶς, περὶ πάντων ἑνὶ λ. Id.GC 325a1): pl., λ. θελκτήριοι magic words, E.Hipp. 478; rarely of single words,

    λ. εὐσύνθετος οἷον τὸ χρονοτριβεῖν Arist.Rh. 1406a36

    ; οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λ. answered her not a word, Ev.Matt.15.23.
    c coupled or contrasted with words expressed or understood signifying act, fact, truth, etc., mostly in a depreciatory sense,

    λ. ἔργου σκιή Democr. 145

    ;

    ὥσπερ μικρὸν παῖδα λόγοις μ' ἀπατᾷς Thgn.254

    ; λόγῳ, opp. ἔργῳ, Democr.82, etc.;

    νηπίοισι οὐ λ. ἀλλὰ ξυμφορὴ διδάσκαλος Id.76

    ;

    ἔργῳ κοὐ λόγῳ τεκμαίρομαι A.Pr. 338

    , cf. S.El.59, OC 782;

    λόγῳ μὲν λέγουσι.. ἔργῳ δὲ οὐκ ἀποδεικνῦσι Hdt.4.8

    ;

    οὐ λόγων, φασίν, ἡ ἀγορὴ δεῖται, χαλκῶν δέ Herod.7.49

    ;

    οὔτε λ. οὔτε ἔργῳ Lys.9.14

    ; λόγοις, opp. ψήφῳ, Aeschin.2.33; opp. νόῳ, Hdt.2.100;

    οὐ λόγῳ μαθών E.Heracl.5

    ;

    ἐκ λόγων, κούφου πράγματος Pl.Lg. 935a

    ; λόγοισι εἰς τὸ πιθανὸν περιπεπεμμένα ib. 886e, cf. Luc.Anach.19;

    ἵνα μὴ λ. οἴησθε εἶναι, ἀλλ' εἰδῆτε τὴν ἀλήθειαν Lycurg.23

    , cf. D.30.34; opp. πρᾶγμα, Arist.Top. 146a4; opp. βία, Id.EN 1179b29, cf. 1180a5; opp. ὄντα, Pl.Phd. 100a; opp. γνῶσις, 2 Ep.Cor.11.6; λόγῳ in pretence, Hdt.1.205, Pl.R. 361b, 376d, Ti. 27a, al.; λόγου ἕνεκα merely as a matter of words,

    ἄλλως ἕνεκα λ. ἐλέγετο Id.Cri. 46d

    ; λόγου χάριν, opp. ὡς ἀληθῶς, Arist.Pol. 1280b8; but also, let us say, for instance, Id.EN 1144a33, Plb.10.46.4, Phld. Sign.29, M.Ant.4.32; λόγου ἕνεκα let us suppose, Pl.Tht. 191c; ἕως λόγου, μέχρι λ., = Lat. verbo tenus, Plb.10.24.7, Epict.Ench.16: sts. without depreciatory force, the antithesis or parallelism being verbal (cf. 'word and deed'),

    λόγῳ τε καὶ σθένει S.OC68

    ;

    ἔν τε ἔργῳ καὶ λ. Pl.R. 382e

    , cf. D.S.13.101, Ev.Luc.24.19, Act.Ap.7.22, Paus.2.16.2; ὅσα μὲν λόγῳ εἶπον, opp. τὰ ἔργα τῶν πραχθέντων, Th. 1.22.
    2 common talk, report, tradition,

    ὡς λ. ἐν θνητοῖσιν ἔην Batr. 8

    ;

    λ. ἐκ πατέρων Alc.71

    ;

    οὐκ ἔστ' ἔτυμος λ. οὗτος Stesich.32

    ;

    διξὸς λέγεται λ. Hdt.3.32

    ;

    λ. ὑπ' Αἰγυπτίων λεγόμενος Id.2.47

    ; νέον [λ.] tidings, S.Ant. 1289 (lyr.); τὰ μὲν αὐτοὶ ὡρῶμεν, τὰ δὲ λόγοισι ἐπυνθανόμεθα by hearsay, Hdt.2.148: also in pl., ἐν γράμμασιν λόγοι κείμενοι traditions, Pl.Lg. 886b.
    b rumour,

    ἐπὶ παντὶ λ. ἐπτοῆσθαι Heraclit. 87

    ; αὐδάεις λ. voice of rumour, B.14.44; περὶ θεῶν διῆλθεν ὁ λ. ὅτι .. Th.6.46; λ. παρεῖχεν ὡς .. Plb.3.89.3; ἐξῆλθεν ὁ λ. οὗτος εῖς τινας ὅτι .. Ev.Jo.21.23, cf. Act.Ap.11.22; fiction, Ev.Matt.28.15.
    c mention, notice, description, οὐκ ὕει λόγου ἄξιον οὐδέν worth mentioning, Hdt.4.28, cf. Plb.1.24.8, etc.; ἔργα λόγου μέζω beyond expression, Hdt.2.35; κρεῖσσον λόγου τὸ εἶδος τῆς νόσου beyond description, Th. 2.50;

    μείζω ἔργα ἢ ὡς τῷ λ. τις ἂν εἴποι D.6.11

    .
    d the talk one occasions, repute, mostly in good sense, good report, praise, honour (cf. supr. 1.4),

    πολλὰ φέρειν εἴωθε λ... πταίσματα Thgn.1221

    ;

    λ. ἐσλὸν ἀκοῦσαι Pi.I.5(4).13

    ;

    πλέονα.. λ. Ὀδυσσέος ἢ πάθαν Id.N.7.21

    ;

    ἵνα λ. σε ἔχῃ πρὸς ἀνθρώπων ἀγαθός Hdt.7.5

    , cf. 9.78; Τροίαν.. ἧς ἁπανταχοῦ λ. whose fame, story fills the world, E.IT 517;

    οὐκ ἂν ἦν λ. σέθεν Id.Med. 541

    : less freq. in bad sense, evil report, λ. κακόθρους, κακός, S. Aj. 138 (anap.), E.Heracl. 165: pl., λόγους ψιθύρους πλάσσων slanders, S.Aj. 148 (anap.).
    e λ. ἐστί, ἔχει, κατέχει, the story goes, c. acc. et inf.,

    ἔστ τις λ. τὰν Ἀρετὰν ναίειν Simon.58.1

    , cf. S.El. 417; λ. μὲν ἔστ' ἀρχαῖος ὡς .. Id.Tr.1; λ. alone, E.Heracl.35;

    ὡς λ. A.Supp. 230

    , Pl. Phlb. 65c, etc.;

    λ. ἐστί Hdt.7.129

    ,9.26, al.;

    λ. αἰὲν ἔχει S.OC 1573

    (lyr.); ὅσον ὁ λ. κατέχει tradition prevails, Th.1.10: also with a personal subject in the reverse construction. Κλεισθένης λ. ἔχει τὴν Πυθίην ἀναπεῖσαι has the credit of.., Hdt.5.66, cf. Pl.Epin. 987b, 988b;

    λ. ἔχοντα σοφίας Ep.Col.2.23

    , v.supr.1.4.
    3 discussion, debate, deliberation,

    πολλὸς ἦν ἐν τοῖσι λ. Hdt.8.59

    ;

    συνελέχθησαν οἱ Μῆδοι ἐς τὠυτὸ καὶ ἐδίδοσαν σφίσι λόγον, λέγοντες περὶ τῶν κατηκόντων Id.1.97

    ;

    οἱ Πελασγοὶ ἑωυτοῖσι λόγους ἐδίδοσαν Id.6.138

    ;

    πολέμῳ μᾶλλον ἢ λόγοις τὰ ἐγκλήματα διαλύεσθαι Th.1.140

    ;

    οἱ περὶ τῆς εἰρήνης λ. Aeschin.2.74

    ; τοῖς ἔξωθεν λ. πεπλήρωκε τὸν λ. [Plato] has filled his dialogue with extraneous discussions, Arist.Pol. 1264b39;

    τὸ μῆκος τῶν λ. D.Chr.7.131

    ; μεταβαίνων ὁ λ. εἰς ταὐτὸν ἀφῖκται our debate, Arist.EN 1097a24; ὁ παρὼν λ. ib. 1104a11; θεῶν ὧν νῦν ὁ λ. ἐστί discussion, Pl.Ap. 26b, cf. Tht. 184a, M.Ant.8.32; τῷ λ. διελθεῖν, διϊέναι, Pl.Prt. 329c, Grg. 506a, etc.; τὸν λ. διεξελθεῖν conduct the debate, Id.Lg. 893a; ξυνελθεῖν ἐς λόγον confer, Ar.Eq. 1300: freq. in pl., ἐς λόγους συνελθόντες parley, Hdt. 1.82; ἐς λ. ἐλθεῖν τινι have speech with, ib.86;

    ἐς λ. ἀπικέσθαι τινί Id.2.32

    ;

    διὰ λόγων ἰέναι E.Tr. 916

    ;

    ἐμαυτῇ διὰ λ. ἀφικόμην Id.Med. 872

    ;

    ἐς λ. ἄγειν τινά X.HG4.1.2

    ;

    κοινωνεῖν λόγων καὶ διανοίας Arist.EN 1170b12

    .
    b right of discussion or speech, ἢ 'πὶ τῷ πλήθει λ.; S.OC 66; λ. αἰτήσασθαι ask leave to speak, Th.3.53;

    λ. διδόναι X.HG5.2.20

    ; οὐ προυτέθη σφίσιν λ. κατὰ τὸν νόμον ib.1.7.5;

    λόγου τυχεῖν D.18.13

    , cf. Arist.EN 1095b21, Plb.18.52.1;

    οἱ λόγου τοὺς δούλους ἀποστεροῦντες Arist.Pol. 1260b5

    ;

    δοῦλος πέφυκας, οὐ μέτεστί σοι λόγου Trag.Adesp.304

    ;

    διδόντας λ. καὶ δεχομένους ἐν τῷ μέρει Luc.Pisc.8

    : hence, time allowed for a speech,

    ἐν τῷ ἐμῷ λ. And.1.26

    ,al.;

    ἐν τῷ ἑαυτοῦ λ. Pl.Ap. 34a

    ;

    οὐκ ἐλάττω λ. ἀνήλωκε D.18.9

    .
    c dialogue, as a form of philosophical debate,

    ἵνα μὴ μαχώμεθα ἐν τοῖς λ. ἐγώ τε καὶ σύ Pl. Cra. 430d

    ;

    πρὸς ἀλλήλους τοὺς λ. ποιεῖσθαι Id.Prt. 348a

    : hence, dialogue as a form of literature,

    οἱ Σωκρατικοὶ λ. Arist.Po. 1447b11

    , Rh. 1417a20; cf. διάλογος.
    d section, division of a dialogue or treatise (cf. v. 3),

    ὁ πρῶτος λ. Pl.Prm. 127d

    ; ὁ πρόσθεν, ὁ παρελθὼν λ., Id.Phlb. 18e, 19b;

    ἐν τοῖς πρώτοις λ. Arist.PA 682a3

    ; ἐν τοῖς περὶ κινήσεως λ. in the discussion of motion (i. e. Ph.bk.8), Id.GC 318a4;

    ἐν τῷ περὶ ἐπαίνου λ. Phld.Rh.1.219

    ; branch, department, division of a system of philosophy,

    τὴν φρόνησιν ἐκ τριῶν συνεστηκέναι λ., τῶν φυσικῶν καὶ τῶν ἠθικῶν καὶ τῶν λογικῶν Chrysipp.Stoic.2.258

    .
    e in pl., literature, letters, Pl.Ax. 365b, Epin. 975d, D.H.Comp.1,21 (but, also in pl., treatises, Plu.2.16c);

    οἱ ἐπὶ λόγοις εὐδοκιμώτατοι Hdn.6.1.4

    ; Λόγοι, personified, AP9.171 (Pall.).
    VII a particular utterance, saying:
    1 divine utterance, oracle, Pi.P.4.59;

    λ. μαντικοί Pl. Phdr. 275b

    ;

    οὐ γὰρ ἐμὸν ἐρῶ τὸν λ. Pl.Ap. 20e

    ;

    ὁ λ. τοῦ θεοῦ Apoc.1.2

    ,9.
    2 proverb, maxim, saying, Pi.N.9.6, A.Th. 218; ὧδ' ἔχει λ. ib. 225; τόνδ' ἐκαίνισεν λ. ὡς .. Critias 21, cf. Pl.R. 330a, Ev.Jo.4.37;

    ὁ παλαιὸς λ. Pl.Phdr. 240c

    , cf. Smp. 195b, Grg. 499c, Lg. 757a, 1 Ep.Ti.1.15, Plu.2.1082e, Luc.Alex.9, etc.;

    τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο Herod.2.45

    , cf. D.Chr.66.24, Luc.JTr.3, Alciphr.3.56, etc.: pl., Arist.EN 1147a21.
    3 assertion, opp. oath, S.OC 651; ψιλῷ λ. bare word, opp. μαρτυρία, D.27.54.
    4 express resolution, κοινῷ λ. by common consent, Hdt.1.141,al.; ἐπὶ λ. τοιῷδε, ἐπ' ᾧ τε .. on the following terms, Id.7.158, cf. 9.26;

    ἐνδέξασθαι τὸν λ. Id.1.60

    , cf. 9.5; λ. ἔχοντες πλεονέκτην a greedy proposal, Id.7.158: freq. in pl., terms, conditions, Id.9.33, etc.
    5 word of command, behest, A.Pr.17,40 (both pl.), Pers. 363;

    ἀνθρώπους πιθανωτέρους ποιεῖν λόγῳ X.Oec.13.9

    ;

    ἐξέβαλε τὰ πνεύματα λόγῳ Ev.Matt.8.16

    ; οἱ δέκα λ. the ten Commandments, LXX Ex.34.28, Ph.1.496.
    VIII thing spoken of, subject-matter (cf. 111.1 b and 2),

    λ. τοῦτον ἐάσομεν Thgn.1055

    ; προπεπυσμένος πάντα λ. the whole matter, Hdt.1.21, cf. 111; τὸν ἐόντα λ. the truth of the matter, ib.95, 116; μετασχεῖν τοῦ λ. to be in the secret, ib. 127;

    μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λ. τοῦτον εῐπῃς Id.8.65

    ; τίς ἦν λ.; S.OT 684 ( = πρᾶγμα, 699); περί τινος λ. διελεγόμεθα subject, question, Pl.Prt. 314c; [τὸ προοίμιον] δεῖγμα τοῦ λ. case, Arist.Rh. 1415a12, cf. 111.1b; τέλος δὲ παντὸς τοῦ λ. ψηφίζονται the end of the matter was that.., Aeschin.3.124;

    οὐκ ἔστεξε τὸν λ. Plb.8.12.5

    ;

    οὐκ ἔστι σοι μερὶς οὐδὲ κλῆρος ἐν τῷ λ. τούτῳ Act.Ap.8.21

    ;

    ἱκανὸς αὐτῷ ὁ λ. Pl.Grg. 512c

    ; οὐχ ὑπολείπει [Γοργίαν] ὁ λ. matter for talk, Arist.Rh. 1418a35;

    μηδένα λ. ὑπολιπεῖν Isoc.4.146

    ; πρὸς λόγον to the point, apposite,

    οὐδὲν πρὸς λ. Pl.Phlb. 42e

    , cf. Prt. 344a;

    ἐὰν πρὸς λ. τι ᾖ Id.Phlb. 33c

    ; also

    πρὸς λόγου Id.Grg. 459c

    (s. v.l.).
    2 plot of a narrative or dramatic poem, = μῦθος, Arist.Po. 1455b17, al.
    b in Art, subject of a painting,

    ζωγραφίας λόγοι Philostr.VA 6.10

    ;

    λ. τῆς γραφῆς Id.Im.1.25

    .
    3 thing talked of, event,

    μετὰ τοὺς λ. τούτους LXX 1 Ma.7.33

    , cf. Act.Ap.15.6.
    IX expression, utterance, speech regarded formally, τὸ ἀπὸ [ψυχῆς] ῥεῦμα διὰ τοῦ στόματος ἰὸν μετὰ φθόγγου λ., opp. διάνοια, Pl.Sph. 263e; intelligent utterance, opp. φωνή, Arist.Pol. 1253a14;

    λ. ἐστὶ φωνὴ σημαντικὴ κατὰ συνθήκην Id.Int. 16b26

    , cf. Diog.Bab.Stoic.3.213; ὅθεν (from the heart)

    ὁ λ. ἀναπέμπεται Stoic.2.228

    , cf. 244; Protagoras was nicknamed λόγος, Hsch. ap. Sch.Pl.R. 600c, Suid.;

    λόγου πειθοῖ Democr.181

    : in pl., eloquence, Isoc.3.3,9.11;

    τὴν ἐν λόγοις εὐρυθμίαν Epicur.Sent.Pal.5p.69

    v. d. M.; λ. ἀκριβής precise language, Ar.Nu. 130 (pl.), cf. Arist.Rh. 1418b1;

    τοῦ μὴ ᾀδομένου λ. Pl.R. 398d

    ; ἡδυσμένος λ., of rhythmical language set to music, Arist.Po. 1449b25; ἐν παντὶ λ. in all manner of utterance, 1 Ep.Cor.1.5; ἐν λόγοις in orations, Arist.Po. 1459a13; λ. γελοῖοι, ἀσχήμονες, ludicrous, improper speech, Id.SE 182b15, Pol. 1336b14.
    2 of various modes of expression, esp. artistic and literary,

    ἔν τε ᾠδαῖς καὶ μύθοις καὶ λόγοις Pl.Lg. 664a

    ;

    ἐν λόγῳ καὶ ἐν ᾠδαῖς X.Cyr.1.4.25

    , cf. Pl.Lg. 835b; prose, opp. ποίησις, Id.R. 390a; opp. ψιλομετρία, Arist.Po. 1448a11; opp. ἔμμετρα, ib. 1450b15 (pl.); τῷ λ. τοῦτο τῶν μέτρων (sc. τὸ ἰαμβεῖον)

    ὁμοιότατον εἶναι Id.Rh. 1404a31

    ; in full, ψιλοὶ λ. prose, ib. b33 (but ψιλοὶ λ., = arguments without diagrams, Pl.Tht. 165a); λ. πεζοί, opp. ποιητική, D.H.Comp.6; opp. ποιήματα, ib.15;

    κοινὰ καὶ ποιημάτων καὶ λόγων Phld.Po.5.7

    ; πεζὸς λ. ib.27, al.
    b of the constituents of lyric or dramatic poetry, words,

    τὸ μέλος ἐκ τριῶν.. λόγου τε καὶ ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ Pl.R. 398d

    ; opp. πρᾶξις, Arist.Po. 1454a18; dramatic dialogue, opp. τὰ τοῦ χοροῦ, ib. 1449a17.
    3 Gramm., phrase, complex term, opp. ὄνομα, Id.SE 165a13; λ. ὀνοματώδης noun- phrase, Id.APo. 93b30, cf. Rh. 1407b27; expression, D.H.Th.2, Demetr.Eloc.92.
    b sentence, complete statement, "

    ἄνθρωπος μανθάνει λόγον εἶναί φῃς.. ἐλάχιστόν τε καὶ πρῶτον Pl.Sph. 262c

    ;

    λ. αὐτοτελής A.D.Synt.3.6

    , D.T.634.1; ῥηθῆναι λόγῳ to be expressed in a sentence, Pl.Tht. 202b; λ. ἔχειν to be capable of being so expressed, ib. 201e, cf. Arist.Rh. 1404b26.
    c language, τὰ τοῦ λ. μέρη parts of speech, Chrysipp.Stoic.2.31, S.E.M.9.350, etc.;

    τὰ μόρια τοῦ λ. D.H.Comp.6

    ;

    μέρος λ. D.T.633.26

    , A.D.Pron.4.6, al. (but ἓν μέρος <τοῦ cod.> λόγου one word, Id.Synt.340.10, cf. 334.22); περὶ τῶν στοιχείων τοῦ λ., title of work by Chrysippus.
    X the Word or Wisdom of God, personified as his agent in creation and world-government,

    ὁ παντοδύναμός σου λ. LXX Wi.18.15

    ;

    ὁ ἐκ νοὸς φωτεινὸς λ. υἱὸς θεοῦ Corp.Herm.1.6

    , cf. Plu.2.376c; λ. θεοῦ δι' οὗ κατεσκευάσθη [ὁ κόσμος] Ph.1.162; τῆς τοῦ θεοῦ σοφίας· ἡ δέ ἐστιν ὁ θεοῦ λ. ib.56; λ. θεῖος.. εἰκὼν θεοῦ ib. 561, cf. 501; τὸν τομέα τῶν συμπάντων [θεοῦ] λ. ib. 492; τὸν ἄγγελον ὅς ἐστι λ. ib. 122: in NT identified with the person of Christ,

    ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λ. Ev.Jo.1.1

    , cf. 14, 1 Ep.Jo.2.7, Apoc.19.13;

    ὁ λ. τῆς ζωῆς 1 Ep.Jo.1.1

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λόγος

  • 15 ὅσος

    ὅσος, [dialect] Ep. [full] ὅσσος, η, ον, both forms in Hom. and Hes.; ὅσσος also in A.Pers. 864 (lyr.); and in many dialects, e. g. Lesb., Alc.Oxy.1788 Fr.15 ii 18 ([etym.] ὄσσος), Arg., IG4.748.5 (Troezen, iv B. C.), Thess., ib. 9(2).517.19, al.; Central Cret. [full] ὄζος GDI5090 ([place name] Lyttos), al., and [full] ὄττος ib.5000 ([place name] Gortyn): Relat. and indirect interrog. Adj.:—of Size,
    A as great as, how great; of Quantity, as much as, how much ; of Space, as far as, how far; of Time, as long as, how long; of Number, as many as, how many; of Sound, as loud as, how loud: correl. with τόσος ([etym.] τόσσος), τοσόσδε, τοσοῦτος, in sense as,

    τόσσον χρόνον ὅσσον ἄνωγας Il.24.670

    , cf. Od.19.169;

    τόσονδ', ὅσον.. S.El. 286

    ; τοσοῦτον

    ὄχλον καὶ παρασκευήν, ὅσην.. D.4.35

    : sts. with πᾶς or ἅπας as antec.,

    χῶρον ἅπαντα ὅσσον.. Il.23.190

    ;

    ἐκ πασέων, ὅσσαι.. Od.4.723

    ;

    πάντα μάλ' ὅσσα.. Il.22.115

    ;

    τοὺς πάντας.., ὅσοι.. A.Pr. 976

    , etc.; also

    ὅσων.. ψαύοιμι, πάντων τῶνδ' ἀεὶ μετειχέτην S.OT 1464

    : with ἴσος, just so much as,

    ἐμοὶ δ' ἴσον τῇς χώρας μέτα, ὅσονπερ ὑμῖν Ar.Ec. 174

    , cf. D.21.44: freq. without antec.,

    τῆς ἦ τοι φωνὴ μὲν ὅση σκύλακος νεογιλῆς Od.12.86

    , cf. 10.113, etc.;

    ἀσπίδες ὅσσαι ἄρισται Il.14.371

    , cf. 75,18.512 ; agreeing with an antec. implied in an Adj., γυναικείας ἀρετῆς, ὅσαι.. the virtue of all the women, who.., Th.2.45, cf.

    ὅς B. 1.1

    : the Subst. freq. precedes, where we put it in the Relat. clause, οὐδέ τι οἶδε πένθεος (about the woe),

    ὅσσον ὄρωρε Il.11.658

    ; ὁρᾷς.. τὴν θεῶν ἰσχύν, ὅση [ ἐστί]; S.Aj. 118 ; ὦ Ζεῦ.., τὸ χρῆμα τῶν κόπων ὅσον! Ar.Ra. 1278; τὸ χρῆμα τῶν νυκτῶν ὅσον· ἀπέραντον! Id.Nu.2: and sts. it is attracted to the case of the antec., εὐτραφέστατον πωμάτων ὅσων ἵησιν (for ὅσα) A.Th. 309 (lyr.); joined with

    οἷος, ὅσσος ἔην οἷός τε Il.24.630

    ; so

    ὅσσοι τε καὶ οἵτινες Od.16.236

    : repeated in the same clause, τὸ δὲ ὅσον μέτρον ὅσοις [ μειγνύμενον] the quantities of the first ingredient and the others, Pl.Ti. 68b ;

    γαίης ὅσσης ὅσσον ἔχει μόριον AP7.740

    (Leon.): perh. sts. folld. by a partic. for a finite Verb, ὅσοι συμπαρεπόμενοι (s. v. l.) X.Eq.11.12, cf. HG6.1.10.
    2 with a partit. gen. in the principal clause,

    Τρώων θάνον ὅσσοι ἄριστοι Il. 12.13

    ;

    ἄριστοι ἵππων, ὅσσοι ἔασιν 5.267

    ;

    Περσῶν ὅσοιπερ A.Pers. 441

    ; οὔ τις.. ὀνόσσεται, ὅσσοι Ἀχαιοί of all the Achaeans, Il.9.55; [ τῶν στρατειῶν] ὅσαι τε καὶ μὴ ἐπικίνδυνοι which are and which are not.., Pl.R. 467d; on τῶν ὅσοι, v. ,

    , τό A. 111

    .
    3 of Time, ὅσαι ἡμέραι, ὅσα ἔτη, etc., v. ὁσημέραι.
    4 with τις, in indirect questions,

    ἰδώμεθα.. ὅσσος τις χρυσὸς.. ἔνεστιν Od.10.45

    ;

    ὅσον τι δένδρον.. γίνεται Hdt.1.193

    ; ὅσον τι ἐστί ib. 185 ;

    ὅσοι τινὲς ἐόντες.. Id.7.102

    , etc.
    5 with acc. of extent, λίμνη.. μέγαθος, ὅσηπερ ἡ ἐν Δήλῳ in size as large as that in Delos, Id.2.170, cf. 175, Pl.R. 423b.
    6 with Adjs. expressing Quantity, etc., both words being put in the same case, [ πίθηκοι] ἄφθονοι ὅσοι.. γίνονται, i. e. in amazing numbers, Hdt.4.194 ; ὄχλος ὑπερφυὴς ὅσος prodigiously large, Ar.Pl. 750 ;

    χρήματα θαυμαστὰ ὅσα Pl.Hp.Ma. 282c

    , cf. Luc.Halc.5, etc. ; ἀπλάτων ὅσων, ἀμύθητα ὅσα, Phld.Rh.1.3,91 S., cf. Corn.ND9 ;

    ὀλίγους ὅσους τῶν κοφίνων Luc. Alex.1

    ;

    ἐτόλμησαν ἐπιφύεσθαι ἡμεῖν πλεῖστοι ὅσοι SIG888.65

    (Thrace, iii A. D.);

    μετὰ ἱδρῶτος θαυμαστοῦ ὅσου Pl.R. 350d

    ;

    διὰ μυρίων ὅσων Longin.1.1

    : freq. in adverbial construction,

    θαυμαστὸν ὅσον ἐπιδιδόντες Pl.Tht. 150d

    ;

    θ. ὅσον διαφέρει Id.La. 184c

    ;

    ἀμηχάνῳ δὴ ὅσῳ πλείονι Id.R. 588a

    ;

    τυτθὸν ὅσσον ἄπωθεν Theoc.1.45

    ;

    βαιὸν ὅσον παραβάς AP12.227

    (Strat.).
    7 with [comp] Sup., ὅσας ἂν πλείστας δύνωνται καταστρέφεσθαι τῶν πολίων the most they possibly could.., Hdt.6.44, cf. Th.7.21 ; also ὅσον τάχος as quickly as possible, Ar.Th. 727 (more freq. ὅσον τάχιστα, v. infr. IV. 4); ὅσον σθένος with all possible strength, Theoc.1.42, A.R.2.589.
    8 c. inf., so much as is enough for.., ὅσον ἀποζῆν enough to live off, Th.1.2 ;

    ἐλείπετο τῆς νυκτὸς ὅσον.. διελθεῖν τὸ πεδίον X.An.4.1.5

    ; εὐδαιμονίας τοσοῦτον, ὅσον δοκεῖν so much as is enough for appearance, S.OT 1191 (lyr.), cf. Th.3.49, Pl.R. 416e, etc.
    II for ὅτι τοσοῦτος (v.

    οἷος 11.2

    ,3,

    ὅς B.

    IV. 3), Od.4.75, E.Hel.74, etc.
    III folld. by Particles:
    1 ὅσος ἄν ([etym.] κεν) how great (many) soever, with subj., Il.3.66, etc.
    2 ὅσος δή of such and such a size or number (but in Hom. merely strengthd. for ὅσος, Od.15.487, al.), κήρυγμα ἐποιήσατο.., ζημίην τοῦτον ὀφείλειν, ὅσην δὴ εἴπας naming such and such an amount, Hdt.3.52 ; ἐπέταξε τοῖσι.. ἔθνεσι γυναῖκας.. κατιστάναι, ὅσας δὴ ἐπιτάσσων ordering such and such a number, ib. 159 ; παρεσκευάζοντο ἐπὶ μισθῷ ὅσῳ δή for payment of a certain amount, Id.1.160 ;

    σιτία παρακαταλιπόντες ὅσων δὴ μηνῶν Id.4.151

    ; so

    ὅσος δή κοτε Id.1.157

    ; ὁσοσδηποτοῦν, in pl., any number whatsoever, Euc.9.9, al., Agatharch.34;

    ὁσοσδηοῦν

    however large,

    Jul.Or.3.119a

    ;

    ὅσος δή τις D.H.2.45

    , 4.60.
    3 ὁσοσοῦν, [dialect] Ion. -ῶν, ever so small, Hdt.1.199 : in pl., however many, Arist.Pol. 1265a41 ; v. infr. IV. 6.
    4 ὅσοσπερ, precisely as great as,

    τοῦ μὲν χειμῶνός ἐστι [ὁ Ἴστρος] ὅσοσπέρ ἐστι

    of its normal size,

    Hdt.4.50

    , cf. 2.170, etc.: in pl., as many as, Hes.Th. 475, A.Pers. 423, 441 ;

    ἔθνεα πάντα ὅσαπερ ἦγε Hdt.4.87

    ;

    ἅπαντα.., ὅσαπέρ γ' ἔφασκον, κἄτι πολλῷ πλείονα Ar.V. 806

    : but ὅσοσπερ can freq. hardly be distd. from ὅσος, v. supr. 1.2, 5, infr. IV. 1, 3, and 7; and this is still more the case with [dialect] Ep. ὅσος τε (cf. ὅστε), Od.10.113, al.
    1 so far as, so much as,

    οὐ μέντοι ἐγὼ τόσον αἴτιός εἰμι, ὅσσον οἱ ἄλλοι Il.21.371

    : c. inf., ὅσον αὔξειν ἢ καθαιρεῖν so far as to.., Arist.Rh. 1376a34 : in parenthesis, c. inf., ὅσον γέ μ' εἰδέναι as far as I know, Ar.Nu. 1252, Pl.Tht. 145a, cf. D.H.2.59 ; so μακραίων γ', ὅσ' ἀπεικάσαι cj. in S.OC 152 (lyr.);

    ὅσον ἐς Ἑλλάδα γλῶσσαν ἀπὸ Λατίνης μεταβαλεῖν App. BC4.11

    : but more freq. c. ind.,

    ὅσσον ἔγωγε γιγνώσκω Il.13.222

    , cf. 20.360 ; so

    ὅσονπερ ἂν σθένω S.El. 946

    ;

    ὅσα γε.. ἦν εἰκάσαι Th.8.46

    ;

    ὅσον δυνατόν Pl.Smp. 196d

    , etc.; ὅσον καθ' ἕν' ἄνδρα so far as was in one man's power, D.18.153 ;

    ὅσον τὸ σὸν μέρος S.OT 1509

    : c. gen.,

    ὅσον γε δυνάμεως παρ' ἐμοί ἐστι Pl.Cra. 422c

    , cf. S.OT 1239 ; also

    ὅσα ἐγὼ μέμνημαι X.Mem.2.1.21

    ;

    οἱ πατέρες, ὅσα ἄνθρωποι, οὐκ ἀμαθεῖς ἔσονται Pl.R. 467c

    ; ὅσα γε τἀνθρώπεια humanly speaking, Id.Cri. 47a.
    2 only so far as, only just,

    ὅσον ἐς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν Il.9.354

    ;

    ὅσον ἐκ Φοινίκης ἐς Κρήτην Hdt.4.45

    ;

    φιλοσοφίας, ὅσον παιδείας χάριν, μετέχειν Pl.Grg. 485a

    , cf. R. 403d ;

    οὐδὲν ἡδέως ποιεῖ γὰρ οὗτος, ἀλλ' ὅσον νόμου χάριν Diph.43.14

    , cf. Arist.Metaph. 1076a27, al. ; ὅσον καὶ ἀπὸ βοῆς ἕνεκα ὠργίζετο, opp. τῷ ἀληθεῖ ἐχαλέπαινον, Th.8.92 : so, more fully,

    ὅσον μοῦνον Hdt.2.20

    , cf. Th.6.105, Pl.R. 607a, etc.; or

    μόνον ὅσον Id.Lg. 778c

    ;

    ἐγὼ μέν μιν οὐκ εἶδον εἰ μὴ ὅσον γραφῇ Hdt.2.73

    , cf. X.An.7.3.20;

    σιτάρια μικρὰ προσφέρων οἴνου θ' ὅσον ὀσμήν Philem.98.3

    ; τί οὐκ ἀπεκοιμήθημεν ὅ. ὅ. στίλην; Ar.V. 213 ;

    ἢ ὅσον ὅσσον στιγμή AP7.472

    (Leon.), cf. 5.254 (Paul. Sil.);

    ἐπαναγαγεῖν ὅ. ὅ. Ev.Luc.5.3

    (cod. D, v.l. ὀλίγον); ὅσον· ὀλίγον, ὅσον ὅσον δέ, ὀλίγον ὀλίγον, Hsch.; παρ' ὅσον ἧττον a little less, D.T.631.17 (= παρ' ὀλίγον ἧττον, Sch.) ; οὐδ' ὅσον not even,

    οὐδ' ὅ. ἀττάραγόν τυ δεδοίκαμες Call.Epigr.47.9

    : abs., not the least mite, Id.Ap.37, A.R.2.181, 190 ;

    οὐδέ περ ὅσσον Id.3.519

    ;

    οὐδ' ὅσον ὅσσον Philet.7

    ; cf. IV. 5.
    3 of size or distance, ὅσον τε about, nearly, ὅσον τ' ὄργυιαν, ὅσον τε πυγούσιον, Od.9.325, 10.517 ;

    ὅσον τ' ἐπὶ ἥμισυ 13.114

    , cf. Il.10.351 ;

    ὅσον τε δέκα στάδια Hdt.9.57

    ;

    ξύλα ὅσον τε διπήχεα Id.2.96

    , cf.78 ; so

    ὅσονπερ τρία στάδια Id.9.51

    ; in [dialect] Att. ὅσον alone,

    ὅσον δύο πλέθρα Th.7.38

    ;

    ὅσον δύ' ἢ τρία στάδια Pl.Phdr. 229c

    ;

    ὅσον παρασάγγην X.Cyr.3.3.28

    ; so of other measurements,

    ὅσον τριχοίνικον ἄρτον Id.An.7.3.23

    .
    4 with Adjs. of Quality or Degree, mostly with [comp] Comp.,

    αἴθ', ὅσον ἥσσων εἰμί, τόσον σέο φέρτερος εἴην Il.16.722

    , cf. 1.186 ; ὅσσον βασιλεύτερός εἰμι so far as, inasmuch as I am a greater king, 9.160 : and with [comp] Sup.,

    γνώσετ'.., ὅσον εἰμὶ θεῶν κάρτιστος 8.17

    , cf. 1.516, etc.: with Advs.,

    ὅσον τάχιστα A.Ch. 772

    , S.Ant. 1103, El. 1433 ;

    ὅσον μάλιστα A.Pr. 524

    ;

    ὅσα ἐδύνατο μ. Hdt.1.185

    .
    5 with negs., ὅσον οὐ or ὁσονού just not, all but (cf. IV. 2), Th.1.36,5.59, etc.; ὅσον οὐκ ἤδη almost immediately, E.Hec. 141 (anap.), Th.8.96 ; later

    ὅσον ἤδη Plb.2.4.4

    , 8.34.8;

    ὅσον οὔπω E.Ba. 1076

    , Th.4.125,6.34: ὅσον οὐδέπω with [tense] fut., presently, in a minute, Nicom.Ar.1.8, Hld.2.31, al.
    b

    οὐχ ὅσον οὐκ ἠμύναντο, ἀλλ' οὐδ' ἐσώθησαν

    not only not.., but not even,

    Th.4.62

    .
    c ὅσον μή so far as not, save or except so far as, καλός τε κἀγαθὸς τὴν φύσιν, ὅσον μὴ ὑβριστής (sic leg.) Pl.Euthd. 273a ; ὅσον γ' ἂν αὐτὸς μὴ ποτιψαύων so far as I can without touching.., S.Tr. 1214 ;

    ὅσον μὴ χερσὶ καίνων Id.OT 347

    ;

    ὅσα μή Th.1.111

    ,4.16: sts. with a finite Verb,

    πείθεσθαι.., ὅσον ἂν μὴ ἀνάγκη ᾖ X.Oec.21.4

    , cf. Pl.Phd. 83a ; cf.

    ὅ τι 11

    .
    6 ὁσονοῦν, [dialect] Ion. ὁσονῶν, ever so little,

    εἰ τοίνυν ἐχιόνιζε καὶ ὁσονῶν Hdt.2.22

    ; so

    ἐφ' ὁσονοῦν Thphr.HP6.7.5

    , Iamb.in Nic. p.14 P.
    7 ὅσα and ὅσαπερ, just like ὡς, ὥσπερ, as, X.Cyr.1.5.12, Luc.VH1.24, etc.
    V ὅσῳ, ὅσῳπερ, by how much, freq. with [comp] Comp.,

    ὅσῳ πλέον ἥμισυ παντός Hes.Op.40

    ;

    ὅσῳ κρείττω Ar.Fr.488.3

    ;

    ὅσῳ ἂν πλεονάκις εἰσίῃς X.Cyr.1.3.14

    : with [comp] Sup.,

    διέδεξε, ὅσῳ ἐστὶ τοῦτο ἄριστον Hdt.3.82

    , cf. S.Ant.59, 1050.
    2 ὅσῳ with [comp] Comp. when folld. by another [comp] Comp. with τοσούτῳ, the more.., so much the more.., X.Cyr.7.5.80 ;

    ὅ. μᾶλλον πιστεύω, τοσούτῳ μᾶλλον ἀπορῶ Pl.R. 368b

    : with τοσούτῳ omitted, Ar.Nu. 1419, S.OC 792 : sts. a [comp] Sup. replaces the [comp] Comp.,

    ὅσῳ μάλιστα ἐλεύθεροι.., τοσούτῳ καὶ θρασύτατα Th.8.84

    , cf. Lys.7.39 ; ὅσῳ alone, ἑωυτοὺς δὲ γενέσθαι τοσούτῳ.., ἀμείνονας, ὅσῳ .. Hdt.6.137, cf. 5.49, 8.13 ;

    νιν τῶνδε πλεῖστον ᾤκτισα.., ὅσῳπερ καὶ φρονεῖν οἶδεν μόνη S.Tr. 313

    , cf. OC 743.
    VI ἐς ὅσον, ἐφ' ὅσον, καθ' ὅσον are freq. used much like ὅσον, εἰς ὅσον σθένω Id.Ph. 1403 (troch.);

    ἐφ' ὅσον ἐδύνατο Th.1.4

    ;

    εἰς ὅσον δύνανται Pl.R. 607a

    ;

    καθ' ὅσον δυνατόν Id.Ti. 51b

    ; ἐφ' ὅσον ἐστὶν δυνατός as far as he can, IG22.903.11 (ii B.C.); later of Time,

    ἐς ὅσον δύναμίς μοι ὑπῆρχεν

    as long as..

    POxy.899.8

    (ii/iii A.D.); ἐφ' ὅσον περιῆσαν as long as they lived, Mitteis Chr. 31i23 (ii B.C.).
    2

    ἐν ὅσῳ

    while,

    Ar. Pax 943

    (lyr.), Th.8.87.
    VII no Adv. ὅσως occurs.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὅσος

  • 16 κατεργάζομαι

    κατεργάζομαι mid. dep., Att. fut. 2 sg. κατεργᾷ Dt 28:39; 1 aor. κατειργασάμην; perf. κατείργασμαι. Pass.: fut. 2 pl. κατεργασθήσεσθε Ezk 36:9; aor. κατειργάσθην (on κατηργασάμην and κατηργάσθην s. B-D-F §67, 3; W-S. §12, 1; Mlt-H. 189) (Soph., Hdt.+).
    to bring about a result by doing someth., achieve, accomplish, do τὶ someth. (Hdt. 5, 24 πρήγματα μεγάλα; X., Mem. 3, 5, 11; Jos., Vi. 289) Ro 7:15, 17f, 20; 1 Cor 5:3; 1 Cl 32:3f. τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι committing shameless acts Ro 1:27. τὸ κακόν do what is wrong 2:9; 13:10 v.l. τὸ βούλημα τῶν ἐθνῶν do what the gentiles (i.e. polytheists) like to do 1 Pt 4:3. δικαιοσύνην θεοῦ does what is right in the sight of God or (s. ἐργάζεσθαι 2c) achieves the uprightness that counts before God Js 1:20 v.l. ἅπαντα κατεργασάμενοι after you have done or accomplished everything (in this case the reference would be to the individual pieces of armor mentioned in what follows, which the reader is to employ as is prescribed; but s. 4 below) Eph 6:13. ὧν οὐ κατειργάσατο Χριστὸς διʼ ἐμοῦ of anything except what Christ has accomplished through me Ro 15:18. Pass. τὰ σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθη ἐν ὑμῖν the signs by which an apostle demonstrates his authority have been done among you 2 Cor 12:12.
    to cause a state or condition, bring about, produce, create (Hdt. 7, 102 ἀρετὴ ἀπὸ σοφίης κατεργασμένη; Philo, Plant. 50; TestJos 10:1) τὶ someth. νόμος ὀργήν Ro 4:15. θλῖψις ὑπομονήν 5:3 (TestJos 10:1 πόσα κατεργάζεται ἡ ὑπομονή); cp. Js 1:3. λύπη μετάνοιαν 2 Cor 7:10a v.l. (for ἐργάζεται). λύπη θάνατον vs. 10b; cp. vs. 11 (where a dat. of advantage is added). φθόνος ἀδελφοκτονίαν 1 Cl 4:7. μνησικακία θάνατον Hv 2, 3, 1. ἡ ἁμαρτία κ. ἐν ἐμοὶ πᾶσαν ἐπιθυμίαν sin called forth every desire within me Ro 7:8. τινί τι bring about someth. for someone (Eur., Her. 1046 πόλει σωτηρίαν) μοι θάνατον 7:13. αἰώνιον βάρος δόξης ἡμῖν 2 Cor 4:17. εὐχαριστίαν τῷ θεῷ bring about thankfulness to God 9:11; θάνατον ἑαυτῷ κ. bring death upon oneself Hm 4, 1, 2; cp. Hs 8, 8, 5 ἐργάζεσθαι.— Work out τὶ someth. (Pla., Gorg. 473d ὁ κατειργασμένος τὴν τυραννίδα ἀδίκως) τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε Phil 2:12 (JMichael, Phil 2:12: Exp. 9th ser., 2, 1924, 439–50).
    to cause to be well prepared, prepare someone κ. τινα εἴς τι prepare someone for someth. (cp. Hdt. 7, 6, 1; X., Mem. 2, 3, 11) ἡμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο for this very purpose 2 Cor 5:5.
    to be successful in the face of obstacles, overpower, subdue, conquer (Hdt. 6, 2 νῆσον; Thu. 6, 11, 1 al. τινά; 1 Esdr 4:4; Philo, Sacr. Abel. 62; Jos., Ant. 2, 44) ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι after proving victorious over everything, to stand your ground Eph 6:13 (but s. 1 above).—M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > κατεργάζομαι

  • 17 καθιστάνω

    καθίστημι/καθιστάνω (Ac 17:15; 1 Cl 42:4; EpArist 280; 281; Jos., Ant. 16, 129; POxf 16, 12). Pres. 3 sg. καθιστᾷ Da 2:21 Theod.; impf. καθίστα (Just., D. 52, 3); ptc. καθιστῶν LXX; fut. καταστήσω; 1 aor. κατέστησα; pf. καθέστακα LXX; intr. καθέστηκα LXX; plpf.-κεισαν (3 Macc 2:33). Pass.: 1 fut. κατασταθήσομαι; 1 aor. καθεστάθην; pf. ptc. καθεσταμένος (LXX; 1 Cl 54:2; Jos., Ant. 12, 268) (s. κατά, ἵστημι; Hom.+).
    to take someone somewhere, bring, conduct, take (Od. 13, 274; Thu. 4, 78, 6; X., An. 4, 8, 8; UPZ 78, 14 [159 B.C.]; BGU 93, 22 κατάστησον αὐτοὺς εἰς Μέμφιν; Josh 6:23; 1 Km 5:3; 2 Ch 28:15; Jos., Ant. 7, 279; oneself Tat. 2, 1 τίς … ἀλαζονείας ἔξω καθέστηκεν;=which one has been free of boastfulness?) Ac 17:15.
    to assign someone a position of authority, appoint, put in charge (Hdt. et al.)
    someone over (of) someth. or someone τινὰ ἐπί τινος (Arrian, Exp. Al. 3, 6, 6 ἐπὶ τ. χρημάτων; Gen 41:41; Num 3:10; Da 2:48; Jos., Ant. 2, 73) Mt 24:45; cp. 25:21, 23; Lk 12:42; Ac 6:3. τινὰ ἐπί τινι over someth. (Jos., Ant. 12, 278) Mt 24:47; Lk 12:44. τινὰ ἐπί τι (Isocr. 12, 132; X., Cyr. 8, 1, 9; Da 3:12 Theod.) Hb 2:7 v.l. (Ps 8:7). W. acc. of pers. and inf. of purpose ὁ υἱὸς κατέστησε τ. ἀγγέλους ἐπʼ αὐτοὺς τοῦ συντηρεῖν αὐτούς Hs 5, 6, 2.
    w. acc. authorize, appoint (Pla., Rep. 10, 606d ἄρχοντα; Vi. Aesopi W 15 p. 83 P.; 1 Macc 3:55; Jos., Ant. 9, 4 κρίτας; Just., D. 52, 3 βασιλεῖς) πρεσβυτέρους Tit 1:5. Cp. 1 Cl 42:5 (for δώσω Is 60:17; the latter rdg. Iren. 4, 26, 5 [Harv. II 238]); 43:1; 44:2. Pass. 44:3; 54:2; foll. by εἰς w. inf. of the high priest: εἰς τὸ προσφέρειν δῶρα καθίσταται is appointed to offer gifts Hb 8:3. Sim. ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν θεόν, ἵνα προσφέρῃ is appointed (to act) on behalf of people in matters relating to God, to bring Hb 5:1.—A second acc. (predicate) can be added to τινά: make or appoint someone someth. (Hdt. 7, 105 al.; PHib 82 I, 14 [239/238 B.C.]; Sir 32:1; 1 Macc 9:25; 10:20; Jos., Ant. 12, 360) Lk 12:14; Ac 7:10; Hb 7:28 (Diog. L. 9, 64 ἀρχιερέα κ. αὐτόν). τίς σε κατέστησεν ἄρχοντα; Ac 7:27, 35; 1 Cl 4:10 (all three Ex 2:14).—W. εἰς: εἰς ἐπισκόπους καὶ διακόνους 1 Cl 42:4 (Just., D. 65:7).
    cause someone to experience someth., make, cause τινά τι (Eur., Androm. 635 κλαίοντά σε καταστήσει; Pla., Phlb. 16b ἐμὲ ἔρημον κατέστησεν; POxy 939, 19 σε εὐθυμότερον; Jos., Ant. 6, 92; 20, 18; Just., A I, 33, 6 τὴν παρθένον … ἐγκύμονα κατέστησε) ταῦτα οὐκ ἀργοὺς οὐδὲ ἀκάρπους καθίστησιν this does not make (you) useless and unproductive 2 Pt 1:8.—Pass. be made, become (Menand., Fgm. 769 K.=483 Kö. ἅπαντα δοῦλα τοῦ φρονεῖν καθίσταται; Herodas 1, 40 ἱλαρὴ κατάστηθι=be(come) cheerful; Diod S 17, 70, 3; Περὶ ὕψους 5; PRein 18, 40 [108 B.C.] ἀπερίσπαστος κατασταθήσεται=‘be left undisturbed’; EpArist 289 σκληροὶ καθίστανται; Philo, Aet. M. 133) ἁμαρτωλοὶ κατεστάθησαν … δίκαιοι κατασταθήσονται Ro 5:19 (FDanker in Gingrich Festschr. ’72, 106f, quoting POxy 281, 14–24 [20–50 A.D.] in possible legal sense; cp. PTebt 183; but cp. Cat. Cod. Astr. IX/2 p. 132, 12 of restoration to a healthy condition). The two pass. in Js where the word occurs prob. belong here also (φίλος τ. κόσμου) ἐχθρὸς τ. θεοῦ καθίσταται 4:4; cp. 3:6, where the text may not be in order.—JdeZwaan, Rö 5:19; Jk 3:6; 4:4 en de Κοινή: TSt 31, 1913, 85–94.—Restored text Hs 10, 3, 4 (POxy 404 recto, 19) (s. καθαρότης).—DELG s.v. ἵστημι. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > καθιστάνω

  • 18 καθίστημι

    καθίστημι/καθιστάνω (Ac 17:15; 1 Cl 42:4; EpArist 280; 281; Jos., Ant. 16, 129; POxf 16, 12). Pres. 3 sg. καθιστᾷ Da 2:21 Theod.; impf. καθίστα (Just., D. 52, 3); ptc. καθιστῶν LXX; fut. καταστήσω; 1 aor. κατέστησα; pf. καθέστακα LXX; intr. καθέστηκα LXX; plpf.-κεισαν (3 Macc 2:33). Pass.: 1 fut. κατασταθήσομαι; 1 aor. καθεστάθην; pf. ptc. καθεσταμένος (LXX; 1 Cl 54:2; Jos., Ant. 12, 268) (s. κατά, ἵστημι; Hom.+).
    to take someone somewhere, bring, conduct, take (Od. 13, 274; Thu. 4, 78, 6; X., An. 4, 8, 8; UPZ 78, 14 [159 B.C.]; BGU 93, 22 κατάστησον αὐτοὺς εἰς Μέμφιν; Josh 6:23; 1 Km 5:3; 2 Ch 28:15; Jos., Ant. 7, 279; oneself Tat. 2, 1 τίς … ἀλαζονείας ἔξω καθέστηκεν;=which one has been free of boastfulness?) Ac 17:15.
    to assign someone a position of authority, appoint, put in charge (Hdt. et al.)
    someone over (of) someth. or someone τινὰ ἐπί τινος (Arrian, Exp. Al. 3, 6, 6 ἐπὶ τ. χρημάτων; Gen 41:41; Num 3:10; Da 2:48; Jos., Ant. 2, 73) Mt 24:45; cp. 25:21, 23; Lk 12:42; Ac 6:3. τινὰ ἐπί τινι over someth. (Jos., Ant. 12, 278) Mt 24:47; Lk 12:44. τινὰ ἐπί τι (Isocr. 12, 132; X., Cyr. 8, 1, 9; Da 3:12 Theod.) Hb 2:7 v.l. (Ps 8:7). W. acc. of pers. and inf. of purpose ὁ υἱὸς κατέστησε τ. ἀγγέλους ἐπʼ αὐτοὺς τοῦ συντηρεῖν αὐτούς Hs 5, 6, 2.
    w. acc. authorize, appoint (Pla., Rep. 10, 606d ἄρχοντα; Vi. Aesopi W 15 p. 83 P.; 1 Macc 3:55; Jos., Ant. 9, 4 κρίτας; Just., D. 52, 3 βασιλεῖς) πρεσβυτέρους Tit 1:5. Cp. 1 Cl 42:5 (for δώσω Is 60:17; the latter rdg. Iren. 4, 26, 5 [Harv. II 238]); 43:1; 44:2. Pass. 44:3; 54:2; foll. by εἰς w. inf. of the high priest: εἰς τὸ προσφέρειν δῶρα καθίσταται is appointed to offer gifts Hb 8:3. Sim. ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν θεόν, ἵνα προσφέρῃ is appointed (to act) on behalf of people in matters relating to God, to bring Hb 5:1.—A second acc. (predicate) can be added to τινά: make or appoint someone someth. (Hdt. 7, 105 al.; PHib 82 I, 14 [239/238 B.C.]; Sir 32:1; 1 Macc 9:25; 10:20; Jos., Ant. 12, 360) Lk 12:14; Ac 7:10; Hb 7:28 (Diog. L. 9, 64 ἀρχιερέα κ. αὐτόν). τίς σε κατέστησεν ἄρχοντα; Ac 7:27, 35; 1 Cl 4:10 (all three Ex 2:14).—W. εἰς: εἰς ἐπισκόπους καὶ διακόνους 1 Cl 42:4 (Just., D. 65:7).
    cause someone to experience someth., make, cause τινά τι (Eur., Androm. 635 κλαίοντά σε καταστήσει; Pla., Phlb. 16b ἐμὲ ἔρημον κατέστησεν; POxy 939, 19 σε εὐθυμότερον; Jos., Ant. 6, 92; 20, 18; Just., A I, 33, 6 τὴν παρθένον … ἐγκύμονα κατέστησε) ταῦτα οὐκ ἀργοὺς οὐδὲ ἀκάρπους καθίστησιν this does not make (you) useless and unproductive 2 Pt 1:8.—Pass. be made, become (Menand., Fgm. 769 K.=483 Kö. ἅπαντα δοῦλα τοῦ φρονεῖν καθίσταται; Herodas 1, 40 ἱλαρὴ κατάστηθι=be(come) cheerful; Diod S 17, 70, 3; Περὶ ὕψους 5; PRein 18, 40 [108 B.C.] ἀπερίσπαστος κατασταθήσεται=‘be left undisturbed’; EpArist 289 σκληροὶ καθίστανται; Philo, Aet. M. 133) ἁμαρτωλοὶ κατεστάθησαν … δίκαιοι κατασταθήσονται Ro 5:19 (FDanker in Gingrich Festschr. ’72, 106f, quoting POxy 281, 14–24 [20–50 A.D.] in possible legal sense; cp. PTebt 183; but cp. Cat. Cod. Astr. IX/2 p. 132, 12 of restoration to a healthy condition). The two pass. in Js where the word occurs prob. belong here also (φίλος τ. κόσμου) ἐχθρὸς τ. θεοῦ καθίσταται 4:4; cp. 3:6, where the text may not be in order.—JdeZwaan, Rö 5:19; Jk 3:6; 4:4 en de Κοινή: TSt 31, 1913, 85–94.—Restored text Hs 10, 3, 4 (POxy 404 recto, 19) (s. καθαρότης).—DELG s.v. ἵστημι. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > καθίστημι

  • 19 κεφαλή

    A head of man or beast, Hom. (v.infr.), Alc.15, etc.; once in A., Th. 525 (lyr.), once in S., Aj. 238 (anap.), also in E., Fr. 308 (anap.), Rh. 226 (lyr.), al.;

    ἄλλου οὐδενὸς ἐμψύχου κ. γεύσεται Αἰγυπτίων οὐδείς Hdt.2.39

    ; κεφαλῇ.. μείζονες taller in stature, Il.3.168; so μείων.. κεφαλήν ib. 193 Aristarch.: freq. with Preps.,
    a κατὰ κεφαλῆς, [dialect] Ep. κὰκ κεφαλῆς, down over the head,

    κόνιν.. χεύατο κὰκ κεφαλῆς Il.18.24

    , cf. Od.8.85, etc.
    b κατὰ κεφαλήν, [dialect] Ep. κὰκ κεφαλήν on the head,

    Ἐρύλαον.. βάλε πέτρῳ μέσσην κὰκ κεφαλήν Il.16.412

    , cf. 20.387, 475: in Prose, from above, X.HG7.2.8: c.gen., above, κ. κ. τινῶν γενέσθαι ib.7.2.11; τὸ κ. κ. ὕδωρ, of rain water, Thphr. HP4.10.7 (-ὴν codd.), CP6.18.10 (-ῆς): in Archit., upright, IG22.463.42; also, per head, each person (cf. infr. 1.2), Arist.Pol. 1272a14, LXX Ex.16.16;

    κατὰ κεφαλὴν τῶν κωμητῶν PPetr.2p.17

    (iii B. C.).
    c ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς from head to foot, Il.23.169;

    τὰ πράγματα ἐκ τῶν ποδῶν ἐς τὴν κ. σοι πάντ' ἐρῶ Ar.Pl. 650

    .
    d ἐπὶ κεφαλήν head foremost, ἐπὶ κ. κατορύξαι to bury head downwards, Hdt.3.35; ἐπὶ κ. ὠθέεσθαι to be thrust headlong, Id.7.136, cf. Hyp.Fr. 251;

    ἐπὶ κ. ὠθεῖν τινα ἐκ τοῦ θρόνου Pl.R. 553b

    ;

    ἐπὶ τὴν κ. εἰς κόρακας ὦσον Men.Sam. 138

    ;

    εὐθὺς ἐπὶ κ. εἰς τὸ δικαστήριον βαδίζειν D.42.12

    ; οὐ βουλόμενος πολίτας ἄνδρας ἐπὶ κ. εἰσπράττειν τὸν μισθόν recklessly, Hyp.Lyc.17; ἐπὶ ταῖς κεφαλαῖς περιφέρειν carry on high, in token of admiration, Pl. R. 600d.
    2 as the noblest part, periphr. for the whole person,

    πολλὰς ἰφθίμους κ. Il.11.55

    , cf. Od.1.343, etc.; ἶσον ἐμῇ κ. no less than my self, Il.18.82;

    ἑᾷ κ. Pi.O.7.67

    ; esp. in salutation,

    φίλη κ. Il.8.281

    , cf. 18.114;

    ἠθείη κ. 23.94

    ;

    Ἄπολλον, ὦ δία κ. E.Rh. 226

    (lyr.): in Prose,

    Φαῖδρε, φίλη κ. Pl.Phdr. 264a

    ;

    τῆς θείας κ. Jul.Or. 7.212a

    : in bad sense,

    ὦ κακαὶ κεφαλαί Hdt.3.29

    ;

    ὦ μιαρὰ κ. Ar.Ach. 285

    : periphr. in Prose,

    πεντακοσίας κεφαλὰς τῶν Ξέρξεω πολεμίων Hdt.9.99

    : in bad sense,

    ἡ μιαρὰ καὶ ἀναιδὴς αὕτη κ. D.21.117

    , cf. 18.153;

    ἡ κ. τῶν αὐτοῦ PRein.57.8

    (iv A.D.); μεγάλη κ. a great personage, Vett. Val.74.7; cf. supr. 1 b fin.
    3 life,

    ἐμῇ κ. περιδείδια Il.17.242

    ;

    σύν τε μεγάλῳ ἀπέτεισαν, σὺν σφῇσιν κεφαλῇσι 4.162

    ; παρθέμενοι κεφαλάς staking their heads on the cast, Od.2.237; τὴν κ.

    ἀποβαλέεις Hdt.8.65

    .
    4 in imprecations, ἐς κεφαλὴν τράποιτ' ἐμοί on my head be it! Ar.Ach. 833;

    ἐς τὴν κ. ἅπαντα τὴν σὴν τρέψεται Id.Nu.40

    ;

    ἃ σοὶ καὶ τοῖς σοῖς οἱ θεοὶ τρέψειαν εἰς κ. D.18.290

    ; ἐς κ. σοί (sc. τράποιτο) Ar. Pax 1063, Pl. 526;

    σοὶ εἰς κ. Pl.Euthd. 283e

    ;

    τὰ μὲν πρότερον.. ἐγὼ κεφαλῇ ἀναμάξας φέρω Hdt.1.155

    ;

    οἷς ἂν.. τὴν αἰτίαν ἐπὶ τὴν κ. ἀναθεῖεν D.18.294

    ;

    τὸ αἷμα ὑμῶν ἐπὶ τὴν κ. ὑμῶν Act.Ap. 18.6

    .
    II of things, extremity,
    a in Botany, κ. σκορόδου head ( = inflorescence) of garlic, Ar.Pl. 718, cf. Plb.12.6.4;

    κ. μήκωνος Thphr.HP9.8.2

    ; ῥίζα κ. ἔχουσα πλείονας tubers, Dsc.3.120.
    b in Anatomy, κεφαλαὶ τῆς κάτω γνάθου, prob. the condyloid and coronoid processes, Hp.Art.30; ἡ κ. τοῦ ὄρχεως, = ἐπιδιδυμίς, Arist.HA 510a14, cf. Gal.4.565; μηροῦ, κνήμης κ., Poll.2.186, 188; of the base of the heart, Gal.UP6.16; but, apex, Hp.Cord.7; of the sac in poulps, Arist.PA 654a23, 685a5; of muscles, origin, Gal.UP7.14.
    c generally, top, brim of a vessel, Theoc.8.87; coping of a wall, X.Cyr.3.3.68; capital of a column, CIG2782.31 ([place name] Aphrodisias), LXX 3 Ki.7.16, Poll.7.121.
    d in pl., source of a river, Hdt.4.91 (butsg., mouth,

    οἶδα Γέλα ποταμοῦ κεφαλῇ ἐπικείμενον ἄστυ Call.Aet.Oxy.2080.48

    ): generally, source, origin, Ζεὺς κ. (v.l. ἀρχή) , Ζεὺς μέσσα, Διὸς δ' ἒκ πάντα τελεῖται τέτυκται codd.) Orph.Fr. 21a; starting-point,

    κ. χρόνου Placit. 2.32.2

    ( κρόνου codd.), Lyd.Mens.3.4; κ. μηνός ib.12.
    e extremity of a plot of land, PPetr.3p.72 (iii B.C.), PFlor.50.83 (iii A.D.).
    III Ὁμηρείη κ. bust of Homer, IG14.1183.10.
    IV κ. περίθετος wig, head-dress, Ar.Th. 258.
    V metaph., κ. δείπνου pièce de résistance, Alex. 172.15.
    2 crown, completion,

    κεφαλὴν ἐπιθεῖναι Pl.Ti. 69b

    ;

    ὥσπερ κ. ἀποδοῦναι τοῖς εἰρημένοις Id.Phlb. 66d

    , cf. Grg. 505d;

    ὥσπερ κεφαλὴν ἔχουσα ἐπιστήμη Arist.EN 1141a19

    ; consummation,

    σχεῖν κ. Pl.Ti. 39d

    .
    3 sum, total,

    πάσας ἐρρηγείας Tab.Heracl.1.36

    ; of money, IG12(9).7 (Carystus, iv B. C.), SIG245ii 36 (Delph., iv B. C.).
    4 band of men, LXX Jb.1.17; right-hand half of a phalanx (opp. οὐρά), Arr.Tact.8.3, Ael.Tact.7.3.
    5 Astron., κ. τοῦ κόσμου, of Aries, Heph.Astr.1.1. ( ghebh-, cf. κεβλή and Engl. gable.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κεφαλή

  • 20 πᾶς

    πᾶς, πᾶσα, πᾶν, [dialect] Aeol. [full] παῖς,
    A

    παῖσα Sapph.Supp.13.8

    ,21.2, 20a.14, Alc.Supp.12.6, 25.8 ; Cret., Thess., Arc. fem. [full] πάνσα GDI 4976 ([place name] Gortyn), IG9(2).234.2 (Pharsalus, iii B.C.), 5(2).343.16 (Orchom. Arc., iv B. C.): gen. παντός, πάσης, παντός : gen. pl. masc. and neut. πάντων, fem. πᾱσῶν, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. πᾱσέων, [dialect] Ep. also πᾱσάων [σᾱ] Od.6.107 : dat. pl. masc. and neut. πᾶσι, [dialect] Ep. and Delph.

    πάντεσσι Il.14.246

    , IG22.1126.22,44; also [dialect] Locr.

    πάντεσιν Berl.Sitzb.1927.8

    (V B.C.); Delph.

    πάντεσι SIG452.5

    (iii B.C.);

    πάντοις GDI2652

    (Delph., ii B.C.), Tab.Defix.Aud. 75.8: πᾶν as acc. masc. in LXX, π. ἄνδρα, οἰκέτην, οἶκον, 1 Ki.11.8, Ex. 12.44, Je.13.11. [[dialect] Dor. and [dialect] Aeol. πάν [ᾰ] Hdn.Gr.2.12, Pi.O.2.85, Sapph. Oxy. 1787 Fr.3 ii 5,al., and [dialect] Att. in compds., as ἅπᾰν, πάμπᾰν, etc. (but in compds. sts. long in [dialect] Att., AB416).]—Coll. Pron., when used of a number, all; when of one only, the whole; of the several persons in a number, every.
    2 strengthd. by Advbs., ἅμα πάντες all together, Il.24.253, etc. ;

    πάντες ἅμα 1.495

    (in Prose commonly ἅπαντες, but not always, v. Hdt.9.23, X.Cyr.1.3.10, etc.): with a collect. noun,

    ἅμα πᾶς ὁ δῆμος D.H.2.14

    ;

    πάντες ὁμῶς Il.15.98

    ;

    ὁμοῦ πάντες S.El. 715

    ;

    πάντα μάλα Il.22.115

    , Od.5.216, etc. ;

    πάντες ὁμοίως D.20.85

    , etc.
    3 with [comp] Sup., πάντες ἄριστοι all the noblest, Il.9.3, Od.4.272, etc.
    II sg., all, the whole,

    πᾶς δ' ἄρα χαλκῷ λάμπε Il.11.65

    , cf. 13.191 ; πᾶσα ὕλη all the wood, Hes.Op. 511, cf. Th. 695, etc. ; πᾶσα ἀληθείη all the truth, Il.24.407, Od.11.507; τὴν φάτνην ἐοῦσαν χαλκέην πᾶσαν all of bronze, Hdt.9.70 ; ἦν ἡ μάχη καρτερὰ καὶ ἐν χερσὶ πᾶσα, ἦν γὰρ τὸ χωρίον πρόσαντες πᾶν, Th.4.43, etc. ; πᾶν κράτος the whole power, sovereign power, S.Ph. 142 (lyr.);

    τὸ πᾶν κράτος Hdt.6.35

    ;

    μετὰ πάσης ἀδείας D.18.305

    ;

    πᾶσα ἀνάγκη Pl.Phdr. 240a

    ; πᾶσαι δ' ὠΐγνυντο πύλαι, πᾶσαι γὰρ ἐπῴχατο [πύλαι], the whole gate was open (shut), i.e. the gate was wide open, quite shut, Il.2.809, 12.340, as expld. by Aristarch. ; v. infr. B.
    2 as in 1.4, with attraction, ὁ πάντ' ἄναλκις οὗτος, ἡ πᾶσα βλάβη who is nought but mischief, S.El. 301, cf. Ph. 622, 927.
    III every,

    οἱ δ' ἄλκιμον ἦτορ ἔχοντες.. πᾶς πέτεται Il.16.265

    , cf. Od.13.313, S.El. 972, E.Ba. 1131, 1135 ; ἄκουε πᾶς, = ἀκούετε πάντες, Ar.Th. 372;

    πᾶς χώρει Id. Pax 555

    : with partit. gen., παντὶ βροτῶν (v.l. βροτῷ) Pi.O.1.100;

    πᾶς τοῦτό γ' Ἑλλήνων θροεῖ S.OC 597

    ;

    τῶν ἀνθρώπων πᾶς D.Chr.3.70

    ; also

    πᾶς ἀνήρ S.Aj. 1366

    , Ar.Ra. 1125, etc. ;

    πᾶσα ἀνθρώπου ψυχή Pl.Phdr. 249e

    : with the Art., v. infr. B; πᾶς τις every single one, Thgn.621, Hdt.1.50, 3.79, S.Aj.28, etc. ;

    πᾶς τις βροτῶν Id.El. 984

    , cf.OC25, etc. ; πᾶς ὅστις .. Id.Aj. 1413 ; πᾶν ὅσον .. A.Pr. 787, etc.
    2 less freq., any one,

    τὸ μὲν ἐπιτιμᾶν.. φήσαιτις ἂν.. παντὸς εἶναι D.1.16

    ;

    παντὸς ἀνδρός [ἐστι] γνῶναι Pl. Ion 532e

    ;

    χαλεπόν τι καὶ οὐχὶ παντός Id.Alc.1.129a

    ; παντὸς ἀκούοντος .. when any one hears.., Ev.Matt.13.19 ; ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν any man's soul, S.Ant. 175 ; πάντων ἀποστερεῖσθαι λυπηρόν to be deprived of anything, D.18.5 ; cf. D. 111.2, VI.
    B with the Art., in the sense of all, the whole, when the Subst. is to be strongly specified, πᾶς being put either before the Art. or after the Subst., πᾶσαν τὴν δύναμιν all his force, Hdt.1.214 ;

    τὰ ἀγαθὰ πάντα X.An.3.1.20

    (s. v. l.): with abstract Nouns and others which require the Art.,

    πάντα τὰ μέλλοντα A.Pr. 101

    ;

    πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν Th.6.87

    ; τὰ τῆς πόλεως π. all the affairs of state, Lys. 19.48, etc.: emphatically,

    τὰς νέας τὰς πάσας Hdt.7.59

    .
    II πᾶς is put between the Art. and Subst., to denote totality (V. A. 11),

    ὁ πᾶς ἀριθμός A.Pers. 339

    ;

    τὴν πᾶσαν ἵππον Hdt.1.80

    ;

    τὸ πᾶν πλῆθος Th.8.93

    ; οἱ πάντες ἄνθρωποι absolutely all.., X.An.5.6.7, etc. ; so πᾶν the neut.with the Art. itself becomes a Subst., τὸ πᾶν the whole, A.Pr. 275, 456, etc., v. infr. D. IV; τὰ πάντα the whole, Id.Eu.415 ; τοῖς πᾶσιν in all points, Th.2.64, 5.28 ; οἱ πάντες all of them, Hdt.1.80 ; but also, the community, opp. οἱ ὀλίγοι, Th.4.86 ; ἡ μὲν [τάξις] πάντα ἕν, ἡ δὲ πάντα ὅλον, ἡ δὲ πάντα πᾶν all things as a unity, as a totality, as an integral sum, Dam.Pr. 206.
    C with Numerals to mark an exact number, ἐννέα πάντες full nine, Od.8.258, cf. 24.60 ;

    ἐννέα πάντ' ἔτεα Hes. Th. 803

    ;

    δέκα πάντα τάλαντα Il.19.247

    , etc. ; but

    κτήνεα τὰ θύσιμα πάντα τρισχίλιαἔθυσε 3

    , 000 of all kinds, Hdt.1.50 ; τὸν ἀρχιτέκτονα.. ἐδωρήσατο πᾶσι δέκα with ten presents of all kinds, Id.4.88 ;

    Παυσανίῃ πάντα δέκα ἐξαιρέθη Id.9.81

    ;

    τὰ πάντα μυρία Id.3.74

    ;

    πάντα θύειν ἑκατόν Pi.Fr. 170

    ;

    πάντα χίλια ἔθυεν Porph.Abst.2.60

    .
    II with the Art., in all,

    οἱ πάντες.. εἷς καὶ ἐνενήκοντα Hdt.9.70

    , cf. 1.214, Th.1.60, 3.85, etc. ;

    τριήρεις.. τὰς πάσας ἐς διακοσίας Id.1.100

    , cf. 7.1 ;

    ἐν εἴκοσι ταῖς πάσαις ἡμέραις Arr.An.1.11.5

    .
    2 fem. pl., ἔδοξε πάσαις (sc. ταῖς ψήφοις ) carried unanimously, IG12(3).168.14 (Astypalaea, ii/i B. C.), cf. Luc. Bis Acc. 18,22.
    II neut. pl. πάντα all kinds of things, Hom., freq. in phrase δαίδαλα πάντα, Il.5.60,al. ;

    οἰωνοῖσι πᾶσι 1.5

    .
    2 πάντα γιγνόμενος becoming all things, i. e. assuming every shape, Od.4.417.
    3 πάντα εἶναί τινι to be everything to one,

    ἦν οἱ.. τὰ πάντα ἡ Κυνώ Hdt.1.122

    ; ἦσάν οἱ πάντα —ἅπαντα codd.)

    αἱ Συρήκουσαι Id.7.156

    ;

    Εὔβοια αὐτοῖς πάντα ἦν Th.8.95

    ;

    πάντ' ἐκεῖνος ἦν αὐτοῖς D.18.43

    ; π. ἦν Ἀλέξανδρος (sc. ὑμῖν) Id.23.120 ; π. εἶναι ἔν τισι to be all in all among them, Hdt.3.157.
    4 πάντα as Adv. for πάντως, in all points, entirely, wholly,

    π. νοήμονες Od.13.209

    ;

    π. γὰρ οὐ κακός εἰμι 8.214

    ;

    ὁ πάντ' ἄναλκις S.El. 301

    ;

    τῷ πάντ' ἀγαθῷ Id.Aj. 1415

    (anap.);

    τὸν πάντ' ἄριστον Id.OC 1458

    ;

    πάντ' ἐπιστήμης πλέων Id.Ant. 721

    (hence παντάγαθος, παντάριστος, etc. as compd. words); τὰ πολλὰ π. almost throughout, Hdt.5.67, cf. 1.203, 2.35 ; but τὰ π. in every way, by all means, altogether, Id.5.97 ;

    οἰόμενοι τὰ π. νικᾶν X. An.2.1.1

    ;

    ὁ τὰ π. φιλαίτατος Theoc.7.98

    ; also ἐς τὰ π. Th.4.81 ; κατὰ π. ibid., Pl.Ti. 30d.
    III neut. sg., τὸ πᾶν the whole (V. B. 11),

    περὶ τοῦ π. δρόμον θέειν Hdt.8.74

    ;

    πολλοῦ γε καὶ τοῦ π. ἐλλείπω A. Pr. 961

    ;

    τοῦ π. ἡμαρτηκέναι Pl.Phdr. 235e

    ; ἄξιοι τοῦ π. Id.Sph. 216c ; τὸ πᾶν as Adv., completely, altogether, A.Supp. 781 (lyr.), S.El. 1009, Pl.Lg. 959a, etc. (but, for all that, nevertheless, A.D.Synt.188.27): with neg., at all,

    οὐκ ἠξίωσαν οὐδὲ προσβλέψαι τὸ πᾶν A.Pr. 217

    , etc. ; also πᾶν alone, Hdt.1.32, etc.
    b in Philos., τὸ πᾶν the universe, Emp.13, Pythag. ap. Arist.Cael. 268a11, Pl.Ti. 28c, 30b, etc.; including τὸ κενόν (opp. τὸ ὅλον), Placit.2.1.7 ; also, Pythag. name for ten, Iamb. in Nic.p.118P., Theol.Ar.59.
    c τῷ παντί in every point, altogether, X.HG7.5.12, etc.
    d τὸ π., = μολυβδόχαλκος, Ps.- Democr. Alch.p.56 B., Maria ap.Zos.Alch.p.192 B.
    2 πᾶν anything,

    πᾶν μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου Hdt.4.162

    ; εἴη δ' ἂν πᾶν anything is possible, ib. 195 ; πᾶν ποιῶν by any means whatever, Pl.Ap. 39a (also πᾶν ποιεῖν καὶ λέγειν ibid. ; πᾶν ποιεῖν ὥστε .. Id.Phd. 114c), cf. Pi.I. 4(3).48 ;

    πᾶν ἂν ἔπραξαν Lys.9.16

    : more freq. in pl.,

    πάντα ποιῶν Id.12.84

    , D.21.2 ; π. ποιεῖν ὅπως .. X.HG7.4.21 ;

    πάντα τολμῶν S.OC 761

    ; cf. A. 111.2.
    4 παντὸς μᾶλλον more than anything, i. e. above all, Pl.Cri. 49b, Prt. 344b, Grg. 527b ;

    π. μᾶλλον οὐ Id.Phdr. 228d

    : in answers, π. γε μᾶλλον quite so, Id.Phd. 67b.
    IV with Preps.,

    εἰς πᾶν προελήλυθε μοχθηρίας D.3.3

    ; ἐς τὸ πᾶν altogether, A.Ag. 682 (lyr.), Eu.52,83 ; ἐν παντὶ ἀθυμίας εἶναι to be in utter despair, Th.7.55 : more freq. ἐν παντὶ εἶναι, ἐν παντὶ κακοῦ εἶναι, to be in great danger or fear, Pl.Smp. 194a, R. 579b ;

    ἐν π. γενέσθαι Id.Euthd. 301a

    ;

    ἐμ παντὶ ἐοῦσα IG42(1).122.27

    (Epid., iv B. C.); ἐν παντὶ εἶναι μή .. to be in great fear lest.., X.HG5.4.29 ;

    ἐς πᾶν κακοῦ ἀπίκατο Hdt.7.118

    ;

    ἐς πᾶν ἀφικέσθαι X.HG6.1.12

    ;

    εἰς πᾶν ἐλθεῖν D.54.13

    ; ἐπὶ πᾶσιν in all things,

    καιρὸς δ' ἐπὶ π. ἄριστος Hes.Op. 694

    ; but also, finally, Philostr.VS2.11.1, al. ; περὶ παντὸς ποιεῖσθαι esteem above all,X.HG7.1.26, An.1.9.16 ; πρὸ παντὸς εὔχεσθαι wish above all, Pl.Phdr. 239e ; διὰ παντός (sc. χρόνου) for ever, continually, S.Aj. 705 (lyr.), Th.1.38, etc. ; also, altogether, Pl.R. 407d ;

    διὰ πάντων Id.Sph. 254b

    ; ὁ κατὰ πάντων λόγος the common formula, PMag.Par.1.2186 ; ἡ κ. π. τελετή ib.1596, PMag.Lond. 121.872 ; μέχρι παντός for ever, Str.8.6.18 ;

    εἰς τὸ πᾶν ἀεί A.Ch. 684

    ;

    ἐς τὸ πᾶν χρόνου Id.Eu. 670

    .
    VI οὐ πᾶς not any, i.e. none, LXX Ps.142(143).2, Ev.Luc.1.37, Ep.Gal.2.16, al. ; ἄνευ πάσης ταραχῆς without any disturbance, D.S.15.87.
    ------------------------------------
    πᾶς (B), Cypr.,
    A = παῖς, Inscr.Cypr. 106, 210 H.
    ------------------------------------
    πᾶς (C),
    A = πατήρ (Syracus.), EM651.7.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πᾶς

См. также в других словарях:

  • εις — (I) και εισέ και σε και σ( ) προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων τού άρθρου (AM εἰς και ές) πρόθ. που δηλώνει: 1. μέσα («..χύνονται στη θάλασσα», «οἵ τ εἰς ἅλαδε προρρέουσιν») 2. κίνηση προς, σε τόπο («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς… …   Dictionary of Greek

  • Fass ohne Boden — Pi Inhaltsverzeichnis 1 πάθει μάθος 2 Παθήματα μαθήματα …   Deutsch Wikipedia

  • δόρυ — Μακρύ κοντάρι με αιχμηρό άκρο, που το χρησιμοποίησαν ως όπλο οι λαοί της αρχαιότητας και είναι διαδεδομένο ακόμα και σήμερα σε πρωτόγονες φυλές. Για να έχει πιο αποτελεσματική και μακρόχρονη χρήση, το άκρο του δ. ήταν ενισχυμένο, από πολύ παλιά,… …   Dictionary of Greek

  • φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… …   Dictionary of Greek

  • φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός …   Dictionary of Greek

  • σε — (I) και σ Ν Ι. ΣΗΜΑΣΙΑ: πρόθεση τής Νέας Ελληνικής που δηλώνει: 1. διεύθυνση προς κάτι ή το τέρμα μιας διαδρομής (α. «έρχομαι σε σένα» β. «μετά κατέληξα σ αυτόν» γ. «πηγαίνω στη δουλειά» δ. «φτάσαμε στο χωριό») 2. στάση ή ενέργεια μέσα ή πάνω σε… …   Dictionary of Greek

  • ημέρα — Χρονική μονάδα που αντιστοιχεί στη διάρκεια μιας πλήρους περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της. Για τον προσδιορισμό της χρησιμοποιούνται διάφορα φαινόμενα, που κάνουν αντιληπτή την περιστροφική κίνηση της Γης. Ένα από τα φαινόμενα αυτά… …   Dictionary of Greek

  • πατήρ — ο, ΝΜΑ, και πατέρας, ΝΜ 1. ο γεννήτορας, ο γονιός, ο γονέας (α. «τού πατέρα σου, όταν έρθεις, δε θα βρεις παρά τον τάφο», Σολωμ. β. «ἐπῆγεν ὁ πατέρας της εἰς κάποιον ταξίδι», Διγ. Ακρ. γ. «τοῡδε κεκλῆσθαι πατρός», Σοφ.) 2. φρ. «Πάτερ ημών» η… …   Dictionary of Greek

  • γίνομαι — (AM γίγνομαι και γίνομαι) 1. δημιουργούμαι, αποκτώ ζωή, υπόσταση 2. (για γεωργικά προϊόντα) παράγομαι 3. συμβαίνω, πραγματοποιούμαι 4. καθίσταμαι, αποβαίνω 5. είμαι, υπάρχω 6. (για αριθμητικά ποσά) προκύπτω, εξάγομαι από πράξεις ή υπολογισμό 7.… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»